ΠΤΗΣΗ ΝΟΗΤΗ

Ελάτε να κάνουμε μια πτήση νοητή στον πιο κοντινό μας προορισμό, τον εαυτό μας …….. Ελάτε να φωτίσουμε το βλέμμα μας με τη ματιά των άλλων .....

Η Φωτό Μου
Όνομα:
Τοποθεσία: ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ, ΕΒΡΟΥ, Greece

Δε θα γράψω για το τι είμαι ... αλλά για το τι θα' θελα να είμαι! Ένα θαλασσοπούλι γεννημένο να' ναι ελεύθερο για πάντα! Πέταγμα και θάλασσα μαζί, φτερά και αρμύρα, απεραντοσύνη και βυθός. Μαγεία και λαχτάρα ……

Τετάρτη, Οκτωβρίου 18, 2006

ΣΤΕΝΟ ΔΡΟΜΑΚΙ .....

Αχόρταγη η ματιά, στενό δρομάκι.
Σούρουπο, ηλιοβασίλεμα, φιλί στις υγρές πέτρες.
Δυο – τρία σύννεφα χρωματίστηκαν.
Δυο – τρία πουλιά πέταξαν,
μαύρη η σκιά τους στο φεγγάρι
Βήματα. Κάποιος περπατά σκυφτός,
πίσω του καπνός, ζεστός αέρας.
Στο χώμα ροδάκινα πετάμενα.
Τα ξύλινα παντζούρια είναι κλειστά.
Κάσες μια στοίβα σε μιαν άκρη.
Σάπια φρούτα σε μια γωνιά.
Ένας γάτος νιαουρίζει, κάνοντας γύρους.
Μπροστά μου, υγρός ο δρόμος, λασπωμένος.
Πίσω μου, σκοτάδι και μια μυρωδιά,
από ένα ανθοπώλη ξεχασμένο.
Πλάι μου, άλλο ένα δρομάκι.
Γύρισα τα βήματα μου αργά ….
Φωτογραφία : Δημήτρης Π.

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΚΟΥΡΤΙΝΕΣ ΛΕΥΚΕΣ ......

Πίσω από κουρτίνες λευκές το φως ξεπροβάλει καινούριο.
Σκιές στο πανί θα θυμίζουν τη νύχτα που πέρασε.
Τα μάτια μικραίνουν στο πρώτο φως της μέρας,
που βιάστηκε να μπει στο δωμάτιο.
Πίσω από κουρτίνες λευκές, το ταξίδι αρχίζει.
Ο κόσμος ξυπνάει.
Πάνω στο πανί τα όνειρα θα προβάλλονται
στο πρώτο φως των σκέψεων,
όπως οι σκιές, στο πρώτο φως της μέρας
πίσω από κουρτίνες λευκές ……..
Φωτογραφία : Δημήτρης Π.

Τρίτη, Αυγούστου 22, 2006



alkioni.deviantart.com

Τρίτη, Αυγούστου 08, 2006

ΒΥΘΟΣ

Χλωμή αυγή ξεπροβάλλει μέσα από τα όνειρα
Λάγνος ρυθμός αφήνει τον ήχο του κύματος να ξεθωριάσει
Ήχοι τυμπάνων κρούουν διαπεραστικά μέσα στα αυτιά, ναρκώνουν
Αιώρηση με τα μάτια κλειστά, λίγα εκατοστά πάνω από τη θάλασσα,
το μπλε, το κύμα, τον αφρό.
Απλώνουν στο πλάι τα χέρια. Ανοίγει η αγκαλιά, Ανατολή και Δύση.
Ο ήλιος καίει το πρόσωπο, τα βλέφαρα, τα χείλη.
Πόνος.
Βουλιάζει το κεφάλι στο νερό και ακούγεται ο ήχος από τις πέτρες που κινούνται στο βυθό.
Βουλιάζει το μέτωπο, τα μάτια, το στόμα.
Τα μαλλιά απλώνουν.
Φλόγες που σβήνουν από το κύμα και αναζωπυρώνονται από τον ήλιο.
Το κορμί αιωρείται, το κεφάλι βουλιάζει, μα η ανάσα σταθερή, βαθιά.
Αρμύρα και βουητό ξοδεύονται.
Κομμάτια ελευθερίας χτυπάνε πάνω στο σώμα, στα μουλιασμένα φτερά.
Η ταχύτητά ανυπολόγιστη. Ταχύτητα από τις πτήσεις, τις περασμένες.
Τροχιά από πούπουλα που ανεμίζουν στον ορίζοντα και ξεμακραίνουν.
Τα μάτια ανοίγουν μέσα στο νερό.
Ανάμεσα στον εαυτό και το φως, νερό.
Ανάμεσα στον εαυτό και το βυθό, η ελευθερία.
Ανάμεσα στον εαυτό και την καρδιά οι ήχοι των τυμπάνων που ξεκουφαίνουν.
Αφήνομαι.
Βαραίνω.
Βυθίζομαι.
Ξαπλώνωστο βυθό. Στη λευκή κάτασπρη άμμο.
Αγκαλιάζω τα γόνατα, βάζω ανάμεσα το κεφάλι.
Κουρνιάζω.

ΔΡΟΜΟΣ

Τι κι αν η νύχτα έφτασε στο τέρμα της και τα πρώτα ίχνη της μέρας θ' αποκαλυφθούν, θολές αχτίδες ανάμεσα απ' τα σύννεφα ….
Τι κι αν σε λίγο πριν καλά - καλά τα μάτια κλείσουν, ανοίξουν πάλι ....
Τι κι αν λίγα λεπτά ύπνου θυσιάζω ....
Αλήθεια …. Τι κι αν ;
Είμαι ακόμα μόνη εδώ να ψάχνω να βρω μέσα μου κάτι περισσότερο δυνατό από σένα, να μετράω αυτά που αφήνω να γλιστράνε στο μυαλό και τη σκέψη μου σημαδεμένα, μικρά και ανυπεράσπιστα μπροστά στα μήπως και τα αν ….
Είμαι εδώ ν’ ανατριχιάζω με τη ψύχρα ενός κρύου δωματίου που αναζητά απεγνωσμένα μια αγκαλιά …. Κρυώνω …
Είμαι εδώ, σφίγγω το σώμα για να μη μουδιάσει η καρδιά, σμίγω τα χείλη για να μη βγει η ανάσα, λυγμός…..
Συγχώρα με …. Είμαι μόνη εδώ … και είναι δύσκολο πολύ ….. να θες, να ονειρεύεσαι, να νιώθεις και ύστερα να ανοίγεις τα μάτια και ν’ αντικρίζεις μια μέρα που ξεχύνεται στους δρόμους, ένα δρόμο που δε θα βγάλει εκεί που θες, ένα θέλω που αιωρείται και λικνίζεται ανάμεσα σε σκόρπια κομμάτια του εαυτού σου που προσπαθείς να ενώσεις …..

ΑΕΡΑΣ

Αέρας. Ο αέρας που φεύγει και έρχεται. Ο αέρα που περνά και …. σταματά ή συνεχίζει; Ξεψυχά όπως θα έλεγε ο ποιητής ή προχωρά στο αέναο ταξίδι στο χρόνο;
Ο αέρας που φυσά και αγγίζει. Ακουμπά. Αναριγά η αφή. Ποιος είναι εκεί για να το νιώσει; Ποιο κορμί απομονώνει τις αισθήσεις, τις σκέψεις και τις επιρροές για να νιώσει απλά τη στιγμή. Το δευτερόλεπτο. Το άγγιγμα. Εκείνο που περνά και χάνεται και δε περιλαμβάνει παρά μόνο αφή. Παρά μόνο στιγμή. Και ότι πεις νιώσιμο. Και ότι νιώσεις … τελειώνει και κλείνει ο κύκλος. Ολοκληρώνεται η πρώτη και σημαντικότερη στιγμή που πυροδοτεί τη συνέχεια, τη σκέψη, τη γνώση, την ανάλυση. Ένα κλάσμα του δευτερολέπτου για ν’ ακολουθήσει ένας άλλος ατέλειωτος και ατέρμονος χορός περίπλοκων συνδυασμών και συνθέσεων του μυαλού. Όμως η στιγμή που περνά και χάνεται είναι μοναδική, αστείρευτη ανεπανάληπτη στο χρόνο.
Πόσο δεμένη με τη σκέψη είναι η αίσθηση και η ανταπόκριση της αφής μέσα μας; Πόσο εύκολα θυσιάζουμε στο βωμό της αιτιολόγησης αυτό που δεν απαιτεί παρά μόνο ….. να το νιώσεις; Και να κλείσει, να τελειώσει, να ολοκληρωθεί. Δύο χρόνοι. Δύο επίπεδα. Εκεί που όλα ήταν ένα …. Τώρα υπάρχει. Αναδύθηκε από μια στιγμή ακίνητη μέσα στον αέρα που φυσά. Που αγγίζει το δέρμα. Που το νιώθεις και …. Τελείωσε. Δεν υπάρχει συνέχεια. Δεν υπάρχει μετά.
Μήπως τελικά αυτό που μας σπρώχνει στην εξήγηση είναι αυτή η ναυτία που προκαλεί η μη ύπαρξη του μετά; Η ανάγκη να συνεχίζεται κάτι επ’ αορίστου με τη σκέψη, τη γνώση, την ανακάλυψη; Μήπως είναι ο φόβος να παραδοθούμε σε μια στιγμή που δε θα έχει συνέχεια; Εξέλιξη; Που θα αφήνει το αίσθημα της αδυναμίας να παρατείνουμε αυτό που νιώθουμε και μόνο. Η μη ύπαρξη του μετά που πυροδοτεί τον ανθρώπινο φόβο μπροστά σε αυτό που στιγμιαία υπάρχει και χάνεται διότι απαιτεί να βιώνεται για όσο διαρκεί χωρίς να μπορέσει να το κουβαλήσει κανείς στο χρόνο επιβεβαιώνοντας την ύπαρξή του
Αυτή η στιγμή είναι η ίδια η επαφή με την ψυχή, που δε διψά για γνώση και προβληματισμό, αλλά που η ίδια δημιουργεί από την ύπαρξη στιγμών ατόφιων, χωρίς συνέχεια. Και κατ’ επέκταση μόνο έτσι εξελίσσεται. Ενώ η σκέψη εξελίσσεται με την ανάλυση, την επεξήγηση, τη συνεχιζόμενη δράση.
Αυτή μπορεί να θεωρηθεί η ανατροφοδότηση της ψυχής και της περίπλοκης, για τον νου, διαδικασίας, να δημιουργεί και όχι να επεξεργάζεται! Να προσφέρει αυτό που αυτοδημιουργείται μέσα της και δε «κατασκευάζεται».

ΝΟΤΙΑ

Σε δυο θάλασσες ανάμεσα εγώ
Σ’ ένα κομμάτι αμμουδιά υγρή, νοτισμένη
Ξαπλώνω και κάθομαι
Κουρνιάζω και αγκαλιάζομαι
Μαζεύομαι και απλώνω το γυμνό μου κορμί
Βρεγμένοι κόκκοι άμμου κολλάνε πάνω μου
Την ξέρω αυτή την αίσθηση
Ελευθερία και ομηρία
Ανεμελιά και επιτακτική ανησυχία
Μουσκεμένα μαλλιά, υγρές παλάμες
Το κύμα σκάει στις πατούσες
Σταγόνες αγγίζουν και κάθονται στο γυμνό στήθος
Στη κοιλιά, στους μηρούς
Το πρόσωπο χαλαρωμένο, υγρό
Κλειστά τα μάτια
Το κύμα από τις θάλασσες αφήνει τον αφρό του πάνω μου
Σκέψεις που ξεχύνονται στο σώμα και το μυαλό μου
Μα το κορμί κολλημένο εκεί, στην άμμο ….
Άνεμο ψάχνει να το σηκώσει ψηλά,
Να αιωρηθεί, να ταξιδέψει ….
Άνεμο αληθινό ….
Που είσαι; Γιατί δεν έρχεσαι τώρα που σε χρειάζομαι;
Σου ‘κανα όλα σου τα χατίρια,
Δάκρυσα, πόνεσα, περιπλανήθηκα, ένιωσα την ανατριχίλα σου, την ανάσα σου,
σε ζωντάνεψα ….
Τώρα σε περιμένω ….
Όχι για να μου ανταποδώσεις μα για να μου χαριστείς ….
για μια φορά …. όπως κανείς δεν το’ χει κάνει ποτέ για μένα ….
Σε περιμένω …. Άνεμε Νοτιά ….
Δικέ μου άνεμε ….

ΨΥΧΗ

Μονοπάτια υγρά κάτω από τις πατούσες,
γυμνά τα πόδια γεμίζουν χώμα.
Περπατώ και αγγίζω με την ανάσα το φύλλωμα των δέντρων.
Το βλέμμα κρυφά κουρνιάζει σε σύννεφα λευκά που τρέχουν.
Αέρας …..
Η ψυχή μαζί του αλητεύει σε μέρη άγνωστα, φωτεινά,
καθαρά, γεμάτα άμμο λευκή από την έρημο.
Σουρούπωσε ο Νοτιάς και σμίλεψε το κορμί ανάμεσα σε δάχτυλα σχοινοβάτη.
Τα μαλλιά μακριά, κατακόκκινα,
τα έκλεισε στις χούφτες του ένας μάγος απ’ την Ανατολή.
«Δικά μου είναι», λέει ….
«Δικά σου ήταν», λέω, «τώρα είναι της φωτιάς ….»
Πέρασαν χρόνια αφημένα δίπλα σε τζάκι άκαυτο
Χρόνια γεμάτα μυρωδιές από αναμνήσεις.
Μικρά μυστικά ψιθύρισε στο στόμα μου η ομορφιά της θάλασσας.
Το νησί ….. Ποιο να ‘σαι αλήθεια;
Βαθιά ξεχασμένα πάθη αγγίζουν το γαλαζοπράσινο σάλι μου,
κρέμεται η άκρη του στο χωμάτινο δρόμο
Γονατίζω στη σκιά της επιθυμίας και τα κλείνω στην αγκαλιά μου.
Θα ‘ρθω το ξέρω … κάποτε ….
Μακάρι ……

ΘΑΛΑΣΣΑ

Μικρή θάλασσα και το γαλάζιο της φωτεινό και ανυποψίαστα αθώο
Μικρή ρωγμή ο ορίζοντας
Σημείο αναφοράς ο ήλιος που αντανακλά και χάνεται.
Επάνω, σημείο. Βαθιά ,το μοίρασμα του φωτός στο νερό, στο βυθό, στο άπειρο.
Εκεί, ανάμεσα, αυτό που περνάει από τη σκέψη στη μνήμη
και από τη μνήμη στη ζωή.
Θάλασσα …. Και ποιος να την προβλέψει ….
Το ξέρεις καλά …. Πάντα το ήξερες ……
Μόνο που δε γνώριζες πως κάποια κύματα ήρθαν στη θάλασσα σου ανέλπιστα, απρόβλεπτα, ξαφνικά …..
Τεράστια κύματα έκρυψαν πίσω τους εικόνες και λέξεις.
Σιωπή …. Μέσα, γύρω ….
Μόνο κύματα …..
Οφθαλμαπάτη ο ορίζοντας.
Σημείο επαφής ο ήλιος. Το φως πάνω στα κύματα, το βλέμμα πάνω στα κύματα, το φως πάνω στο βλέμμα.
Ποιος τάχα μπορεί να πει τι συμβαίνει; Ποιος μοιράζει και ποιος μοιράζεται;
Αέρας. Η άμμος μπαίνει στα μάτια. Το κύμα σκάει στα πόδια.
Ο ήλιος καίει τα κλειστά βλέφαρα.
Ανοίγουν τα μάτια. Η θάλασσα στέρεψε. Ο ήλιος έσβησε.
Το κύμα ξεψύχησε μπροστά. Μόνο ο ορίζοντας εκεί. Μικρή ρωγμή.
Βρεγμένη άμμος.
Βουλιάζουν τα πόδια.

Δευτέρα, Ιουνίου 19, 2006

ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ

Πέταξε στην άκρη, στο πεζοδρόμιο, το περιτύλιγμα από την καραμέλα, που στριφογυρνούσε εδώ και μερικά λεπτά ανάμεσα στα δάχτυλά του. Το βήμα του έχασε το γρήγορο ρυθμό του όσο το πολύχρωμο χαρτάκι εγκατέλειπε την παλάμη του. Σχεδόν αμέσως ξανάγινε γρήγορο, επιτάχυνε, σχεδόν βημάτιζε ανυπόμονα τώρα. Το βλέμμα καρφωμένο μπροστά και τα χέρια στο πλάι ξεπερνούσαν το σώμα. Η καρδιά του πήγαινε να σπάσει. Προσπάθησε να ξεφύγει από τις εικόνες που πλημμύριζαν το μυαλό του στέλνοντας το βλέμμα του δεξιά και αριστερά.
Η λίμνη δεξιά, ήρεμη, έχανε σιγά - σιγά το γαλάζιο της μέσα στο σούρουπο. Ο ζεστός Νοτιάς την έκανε ν’ ανατριχιάζει. Ανατρίχιαζε και το σχεδόν ιδρωμένο του σβέρκο, τις ιδρωμένες του παλάμες, το μέτωπό του που το ένιωθε ζεστό, καυτό, κάθε φορά που έπεφτάν επάνω του τα άτακτα καστανά τσουλούφια των μαλλιών του. Κοντά στη λίμνη δυο – τρεις ρομαντικοί ψαράδες είχαν ξεχάσει τις πετονιές τους, που λικνίζονταν πλάι στα κοντινά βράχια, χάζευαν το φως από το ηλιοβασίλεμα που χάνονταν ανάμεσα στα ήσυχα κύματα. Ακίνητοι θαρρείς. Σκιές τα σώματά τους.
Αριστερά τα παλιά μαγαζιά της όχθης. Ουζερί και καφενεία μαζί. Άδεια οικόπεδα ανάμεσά τους. Κάπου – κάπου σπιτάκια παλιά, χαμηλά με ξεχαρβαλωμένα παραθυρόφυλλα και μισάνοιχτες πόρτες. Κεραμίδια που σκύβουν ετοιμόρροπα από τις ξύλινες στέγες. Αυλές παραβιασμένες με κομμένα τα μπουμπούκια από τις άγριες τριανταφυλλιές.

Η λίμνη συνεχίζει να τον συνοδεύει στα δεξιά. Αριστερά δε κοιτάει πια. Δρόμος. Η κίνηση περιορισμένη. Λιγοστά αυτοκίνητα σπάνε τη σιωπή και τη νύχτα. Με τον ήχο της μηχανής τους, με τα φώτα των προβολέων τους. Δίπλα στη λίμνη αχνά τα φώτα στο έδαφος συνοδεύουν τα βήματά του έτσι ώστε ν’ αποφεύγει την ανώμαλη επιφάνεια του χωματόδρομου, όταν γινόταν επικίνδυνη.
Μπροστά, το σώμα κινείται μπροστά, τα πόδια σταθερά, τα χέρια ρυθμικά. Το βλέμμα ξεχνιέται κάπου – κάπου, μα είναι ορισμένο να κοιτά μπροστά. Η ανυπομονησία μεγαλώνει όσο κοντεύει, όσο τα βήματα τον φέρνουν πιο κοντά. Η μυρωδιά από τους αμμόλοφους στο τέλος του δρόμου άρχισε να κάνει αισθητή την αποπνικτική ατμόσφαιρα. Ασυναίσθητα βάζει το χέρι στη τσέπη και αγγίζει το μαντήλι. Το τσαλακώνει λίγο ανάμεσα στα μεσαία δάχτυλα. Ξέρει ότι αν πλησιάσει περισσότερο ίσως το χρειαστεί. Η υγρασία του Σεπτεμβρίου και η άμμος που αιωρείται κάνει την αναπνοή δύσκολη!
Ένα απαλό και κρύο αεράκι έκανε τα μάτια του να τσούξουν, τα ιδρωμένα μέρη του σώματός του να αναριγήσουν και τα χέρια του να τυλίξουν γύρω του το ανοιχτό σακάκι. Ήταν ένα ξαφνικό φύσημα. Μετά πάλι υγρασία, αποπνικτική ατμόσφαιρα. Μετά πάλι ο ιδρώτας να κυλά στο πλάι του προσώπου του, μέσα από το λινό πουκάμισο, στη ραχοκοκαλιά, και στο εσωτερικό των μηρών του. Έφτανε.

… Η λίμνη τώρα άρχισε να στρίβει προς την Ανατολή. Η όχθη να μεγαλώνει, να απλώνει και να ενώνεται με τους αμμόλοφους που ξεκινούσαν από εκείνο το σημείο. Σταμάτησε στην άκρη πριν αρχίσει η άμμος να γίνεται πιο παχιά. Έκατσε στο πεζούλι που συνεχιζόταν ακόμα οριοθετώντας την όχθη της λίμνης. Έβγαλε τα καφετιά δερμάτινα πέδιλά του. Γύρισε πάνω τρεις φορές το παντελόνι, μέχρι τη μέση της γάμπας. Τίναξε τα πέδιλα χτυπώντας τα στο πεζούλι και σηκώθηκε. Απέμειναν σχεδόν 10 λεπτά διαδρομή. Ίσως να ήταν πολύ λιγότερο, αλλά μέσα στην άμμο, με το λιγοστό φως του φεγγαριού, που ήταν το μόνο που του είχε απομείνει, και με το απαλό αλλά δύσκολο αεράκι που φυσούσε χτυπώντας στο πρόσωπό του τους ξανθούς κόκκους, δε θα μπορούσε να κάνει λιγότερο.

… Λίγα μέτρα ακόμα, το φως έξω από την πόρτα τρεμόπαιζε. Πήρε βαθιά ανάσα και δυνάμωσε το βήμα του. Πατούσε πιο γερά, πιο σταθερά, ανοίγοντας βαθιές λακκούβες που περιέγραφαν τις πατούσες του και τις έσερνε μέχρι το επόμενο βήμα. Μια διακοπτόμενη γραμμή και μετά λακκούβα και ξανά γραμμή. Δε κοιτούσε δεξιά – αριστερά, ούτε καν μπροστά. Μόνο κάτω. Τα βήματα, τις λακκούβες. Την άμμο που έτσι σκοτεινή και απάτητη πριν το δικό του βήμα έμοιαζε να τον προσκαλεί σε ένα παιχνίδι απρόβλεπτο, καινούριο, με άγνωστους όρους και κανόνες.
Αυτό ήταν όμως κάτι δεδομένο. Βάδιζε προς το τέρμα. Προς τον προορισμό. Δε γνώριζε ούτε τους κανόνες ούτε τους όρους του. Δε γνώριζε τη μορφή του, την προοπτική του, τι θα άφηνε πίσω του, στη μέρα του, στη ζωή του, μέσα του. Φόβος και αγωνία και ανυπομονησία. Όλα ανάμεικτα μαζί με την άμμο κάτω από τα πόδια του. Διατηρούσε ακόμα λίγη από τη θερμοκρασία της ημέρας. Ζεστή και υγρή εκεί που ακουμπούσαν τα δάχτυλά του. Χιλιάδες κόκκοι συντρίβονταν κάτω από το βάρος του σώματός του, που προσπαθούσε να διατηρήσει σε ισορροπία κάθε φορά που το πάτημα ήταν ασταθές.

… Λίγα μέτρα είχαν απομείνει. Στάθηκε. Ένα μικρό ξύλινο σπιτάκι από αυτά που ήταν διάσπαρτα σε όλη την έκταση των αμμόλοφων. Αυτό ήταν το πρώτο. Βαμμένο σε έντονο πράσινο χρώμα. Καφέ παραθυρόφυλλα. Σύρμα, αντί για περίφραξη, που έκλεινε μια αυλή από άμμο, πεταμένα δυο - τρία κούτσουρα εδώ και εκεί, δυο - τρία σακιά μισογεμάτα, ποιος ξέρει με τι, και μερικά εργαλεία σκαψίματος. Μέρος χωρίς αισθητική. Σχεδόν πρωτόγονο. Από τα παράθυρα έβγαινε το φως από μια λάμπα πετρελαίου που κρεμόταν στο ταβάνι. Ρεύμα δεν είχε εκεί .Το ίδιο φως πιο δυνατό έξω από την πόρτα. Στο ανώφλι. Ήταν το ίδιο φως που έβλεπε από μακριά.. Τον περίμεναν. Αλλιώς δε θα ξόδευαν πετρέλαιο και φυτίλι για να φωτίσουν την εξώθυρα. Τον έπιασε ξαφνικά μια ανυπόμονη σκέψη να γυρίσει πίσω. Τι γύρευε εδώ;

… Στάθηκε λίγα μέτρα πιο πέρα. Η άμμος αντί να λιγοστεύει γινόταν πιο παχιά, πηχτή θαρρείς, κύκλωνε τα πόδια του μέχρι τη γάμπα. Ούτε λακκούβα, ούτε διαδρομή. Μόνο πόδια που βούλιαζαν και χάνονταν. Δάχτυλα που ξεπρόβαλαν και ανάμεσά τους κυλούσε η άμμος και ξαναβούλιαζαν. Κουράστηκε. Τώρα που στάθηκε η ανάσα του έκαψε το λαρύγγι. Βαριά και ξηρή. Θαρρείς και ο λαιμός του είχε γεμίσει άμμο. Τα μάτια του στεγνά. Οι βλεφαρίδες άκαμπτες έγδερναν το κάτω βλέφαρο. Αναρωτιόταν αν άξιζε τον κόπο. Τι παρόρμηση να δεχθεί! Ένα ραβασάκι στη τσέπη που ανακάλυψε τυχαία. Με μια πρόταση μόνο γραμμένη. «Το πρώτο στους αμμόλοφους, πρώτη φορά στη ζωή σου….»

Καιρό τώρα η ζωή του είχε πάψει να έχει …. «πρώτες φορές». Ποιος τάχα δε θα τολμούσε να το κάνει. Πρώτη φορά περπάταγε μόνος δίπλα στη λίμνη. Πρώτη φορά ένιωσε τον αέρα να του μαστιγώνει το πρόσωπο με ξανθούς κόκκους άμμου. Πρώτη φορά παραδόθηκε σε ένα δύσκολο βηματισμό μέσα στους αμμόλοφους. Για να συναντήσει αυτή την «πρώτη φορά». Την πρώτη φορά στη ζωή του. Τι θα’ ταν; Ποιος θα ‘ταν; Τι να συνέβαινε άραγε εκεί; Κινδύνευε; Κέρδιζε; Καρδιοχτυπούσε. Λίγα βήματα απέμειναν. Θα το έκανε ….

… Ήταν μπροστά στο σύρμα της περίφραξης, εκεί που έμενε ένα άνοιγμα μόνο, για πέρασμα. Είδε την πόρτα να ανοίγει. Απλά να ανοίγει χωρίς κανείς να κρατάει το χερούλι. Τρόμαξε, αλλά δεν άφησε τον εαυτό του να παραλογίζεται. Διέκρινε μέσα ένα ξύλινο τραπέζι. Δύο καρέκλες, η μία με την πλάτη στην πόρτα. Η λάμπα στο ταβάνι με τη φλόγα να τρεμοπαίζει. Στο βάθος ένα τζάκι πρόχειρα χτισμένο, γεμάτο μεγάλες, μαύρες, πλαστικές σακούλες σκουπιδιών. Το πάτωμα; Το πάτωμα από άμμο. Στρωτή, πατημένη άμμος. Λίγα εκατοστά πιο κάτω από την αυλή. Ένα ξύλο κάθετα στο έδαφος διατηρούσε τη διαφορά ύψους. Μα που χάθηκε το βλέμμα του; Ακόμα δεν είχε μπει στην αυλή. Τι συνέβαινε εκεί μέσα; Κάποιος να τον υποδεχθεί, να του μιλήσει; Ένα ίχνος ότι κάποιος περίμενε εκεί; Τίποτα. Φώναξε : «Είναι κανείς εκεί;». Απάντηση καμία. Σιωπή. Οργή.

… Το βλέμμα του άλλαξε, οι χτύποι της καρδιάς του έτρεχαν αλλά όχι από ανυπομονησία αλλά από θυμό. Το δέρμα του προσώπου του κοκκίνισε και τα χέρια του πέταξαν με δύναμη τα δερμάτινα πέδιλα στην άμμο. Τι στο καλό συνέβαινε εδώ; Γύρισε απότομα την πλάτη στο σπίτι. Άρπαξε τα πέδιλα και προσπάθησε να τρέξει πάνω στην άμμο. Έβαζε όλη του τη δύναμη για να τη διασχίσει. Θυμός και οργή τον έκαναν να σφίγγει τα δόντια και να βγάζει τα πόδια μέσα από την άμμο. Και να τα ξαναβυθίζει. Σχεδόν να γονατίζει από την προσπάθεια και να σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπο του κολλώντας πάνω του την άμμο από τα δάχτυλα των χεριών του, που βυθίζονταν και αυτά στην άμμο για να δυναμώσουν την προσπάθεια.
Έφτασε στην αρχή των αμμόλοφων, εκεί που η άμμος λιγόστευε. Κοίταξε πίσω. Το φως είχε σβήσει. Η πόρτα είχε κλείσει. Το ίδιο και η λάμπα στο ανώφλι. Σβηστή. Έμεινε να κοιτά και να αναρωτιέται. Τι είχε κάνει; Γιατί; Τι περίμενε; Μέσα του το ήξερε ….. Οι «πρώτες φορές» είναι εκεί για να τις δρασκελίσεις μόνο από πόθο, όχι από ανταπόκριση …… Και εκείνος δεν ήταν έτοιμος … ακόμα …

ΣΑΒΒΑΤΟ ΒΡΑΔΥ

Σάββατο βράδυ …..
Σήμερα διάλεξα να μη βγω έξω. Να μη κάνω τον καθημερινό μου περίπατο όπως κάθε μέρα. Σήμερα θα δώσω μια κλωτσιά στην κλειστοφοβική μου διάθεση. Ανοίγω το παράθυρο και μπαίνει ορμητικά ένα ρεύμα δροσερού αέρα. Φέτος το καλοκαίρι δε λέει να ‘ρθει. Ας είναι! Ο δροσερός αέρας με κάνει να ανατριχιάσω. Τι κάνω εδώ; Νιώθω ξαφνικά τη διάθεσή μου να επιστρέφει στα γνώριμα καταθλιπτικά μου εδάφη. Τραβώ τη κουρτίνα στην άκρη. Κάνει πραγματικά ψύχρα. Το φανελάκι μου μοιάζει λιγοστό. Ρίχνω ένα πουλόβερ στους ώμους και βγαίνω στο μπαλκόνι. Είναι κοντά 12, μεσάνυχτα. Ησυχία, σχετική. Κάθομαι στη καρέκλα και αγκαλιάζω τα γόνατά μου χώνοντας το σαγόνι μου ανάμεσά τους. Τα γνώριμα συναισθήματα του καθημερινού μου περιπάτου επανέρχονται. Η αλλαγή της συνήθειας μάλλον δε στάθηκε ικανή να τα φρενάρει. Νιώθω ακόμα και εδώ χαμένος, οι σκέψεις ολοένα και περισσότερο στρέφονται προς τα μέσα. Νιώθω και είμαι μονάχος. Καταμεσής της νύχτας θαρρείς νιώθω πιο μόνος από όταν περπατώ. Με κυκλώνουν οι σκέψεις και εγώ δεν έχω να τις ανταλλάξω με εικόνες! Νομίζω όμως ότι αυτό μ’ αρέσει. Είναι και αυτό μια ανατροπή. Μοιάζει να με φέρνει αντιμέτωπο με αυτή την απαίσια σκιά που με κυκλώνει κάθε μέρα και περισσότερο. Από τη μια θέλω να αναμετρηθώ μαζί της, από την άλλη φοβάμαι. Τώρα όμως δεν έχω περιθώρια επιλογής. Είμαι εδώ, κάθομαι σχεδόν ακίνητος και εκείνη γύρω μου να χορεύει το χορό των αμφιβολιών, των ατέλειωτων προβλημάτων που οι άλλοι χλευάζουν, που είναι εκεί αμετακίνητα, σταθερά, καρφωμένα. Το ξέρω θα είναι εδώ και αύριο και πάντα, απλά θα υπάρχουν. Αυτά τα προβλήματα είναι εγώ. Υπάρχουν και υπάρχω. Προχωρώ και μ’ ακολουθούν. Τα ξορκίζω και επιμένουν. Μήπως αυτό είναι λύτρωση; Τα προβλήματα είμαι εγώ! Το επαναλαμβάνω μέσα μου συνεχώς σα παλιό γνώριμο τραγούδι. Ε και;

Συνεχίζω να βλέπω τον κόσμο να χαμογελά, τη ζωή να περνά δίπλα μου και να μη μπορώ να την αγγίξω. Όμως σήμερα είμαι εδώ. Δε περνώ δίπλα από τη ζωή, δε περνά τίποτα δίπλα μου. Είμαι ακίνητος και για άλλη μια νύχτα επέλεξα να αφήσω τη ζωή να χαμογελά στους άλλους. Για άλλη μια νύχτα αποφάσισα ότι εγώ δε δικαιούμαι να βουτήξω το δάχτυλο στη τούρτα παρά να περιμένω να μου τη σερβίρουν!

Σ’ αυτή τη σκέψη πετάχτηκα από τη θέση μου. Τα πόδια μου πάτησαν στο ζεστό πλακάκι. Είχα καιρό να νιώσω αυτή την αίσθηση. Το κεφάλι μου ακούμπησε αργά στο τοίχο. Έκλεισα απαλά τα μάτια και φαντάστηκα τον εαυτό μου μικρό παιδί να βουτώ όλα μου τα δάχτυλα μέσα σε μια λαχταριστή σοκολατένια τούρτα με μια παχιά στρώση σαντιγί και πολλά κατακόκκινα ζουμερά κεράσια που είχαν αφήσει το σιρόπι τους να κυλάει στην πολύχρωμη πιατέλα. Παρακολουθούσα με ρυθμούς ριπλέι να βγάζω τα δάχτυλα από την τούρτα και να τα βάζω στο στόμα ενώ γύρω μου όλοι ξεφώνιζαν. Άλλοι οργισμένοι, άλλοι γελώντας, άλλοι κοροϊδεύοντας, άλλοι τραβώντας φωτογραφίες, άλλοι χτυπώντας με στη πλάτη και άλλοι ουρλιάζοντας ν’ αποτυπώνουν τα σκληρά τους χαρακτηριστικά, εικόνα στο μυαλό μου. Εκεί ο χρόνος πάγωσε. Εκεί έσφιξα δυνατά τα μάτια και χτύπησα τις γροθιές στα μπράτσα της πολυθρόνας. «Να πάρει η οργή. Αυτή η τούρτα ήταν η δική μου! Χαθείτε όλοι από τα μάτια μου!». Και ο χρόνος κύλησε αργά ξανά. Τα βλέφαρά μου χαλάρωσαν. Οι γροθιές μου άνοιξαν. Για πρώτη φορά ένιωσα πως είναι να τρως τούρτα και να την απολαμβάνεις!

Όλα άρχισαν να σβήνουν σιγά. Ένιωσα ότι πήγαινε να με πάρει ο ύπνος. Άνοιξα τα μάτια πολύ σιγά. Ήμουν ακόμα εκεί. Το ίδιο μπαλκόνι. Η ίδια καρέκλα. Η ίδια θέα μπροστά μου. Τι θα γίνω; Που θα με βρει η επόμενη μέρα; Σε ποια κατάσταση; Σε ποια πελάγη θα θαλασσοδέρνονται οι ελπίδες μου;
Ποιες ελπίδες; Ποιες ελπίδες; ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; Τρόμαξα! Ποιος ρωτούσε; Ασυναίσθητα κοίταξα δεξιά – αριστερά. Κανείς. Μόνο εγώ. Εγώ, η σκιά και ….. «Ποιος είσαι συ;» Σχεδόν το ψιθύρισα και τρόμαξα και μ’ αυτό τον ψίθυρο. ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ; Και αυτή τη φορά η φωνή μου αντήχησε. Χτύπησε στον τοίχο της απέναντι οικοδομής και ξαναγύρισε σφυρίζοντας στ’ αυτιά μου. Δυο ερωτήσεις στροβιλίζονταν ιλιγγιωδώς τώρα στο κεφάλι μου. ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; - ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ; Ξανά και ξανά. Νόμιζα ότι θα τρελαθώ. Δεν άντεχα άλλο! Μετάνιωσα εκατοντάδες φορές που δεν έκανα εκείνο τον περίπατο. Εκεί τουλάχιστον ήξερα. Θα βημάτιζα πιο γρήγορα, θα έτρεχα στην ανάγκη, θα ξεχνιόμουν μπροστά στις βιτρίνες, θα περνούσα ανάμεσα από τα φανάρια και τα αυτοκίνητα. Θα ξέφευγα. Τώρα; Πως θα γλιτώσω; Τι θα κάνω; Είναι κανείς εδώ; Τόσοι φίλοι … τόσοι που λένε ότι ξέρουν …. Κάποιος …. Βοήθεια!

Η ανάσα μου βαθιά βγαίνει τρέμοντας και λαχανιασμένη. Ο λαιμός μου καίει και τα μάτια μου θολώνουν και καθαρίζουν με κάθε εισπνοή. Θέλω να φύγω τώρα! ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΏ! ΝΑ ΧΑΘΩ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ! Να τα αφήσω όλα πίσω μου θέλω! Τώρα! Ακούει κανείς; Θεέ ακούς; Νιώθω ότι η δύναμή μου λιγοστεύει. Ποτέ δεν είχα τη δύναμη. Ποτέ! Και οι ερωτήσεις εκεί να πηγαινοέρχονται και να μου τρυπάνε τα μηνίγγια! ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; - ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;
Δε μπορώ! Δε μπορώ να ξεφύγω. Είναι αυτός! Τον γνωρίζω! Είναι η σκιά που μεταμορφώνεται. Όσο μακριά και αν τρέξω είναι ΑΥΤΟΣ. Σφίγγω τα δόντια και ο θυμός μου με κυριεύει! Με τρελαίνει. Για πόσο ακόμα; Αναρωτιέμαι και εκεί πάλι με επιμονή έρχεται νέο κύμα. ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; Δεν απαντώ. Δε ρωτώ πια! Ξέρω ποιος είναι .Είναι αυτός. Αυτός που με βασανίζει. ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΕΑΥΤΕ;;; Ουρλιάζω σχεδόν. Η φωνή μου γδέρνει το εσωτερικό του λαιμού μου.

Ησυχία. Όλα ξαφνικά ηρέμησαν. Σηκώνομαι όρθιος και αναζητώ κάτι ολόγυρα. Ένα ίχνος της πάλης. Ένα σημάδι για ότι προηγήθηκε. Η λάμπα του δρόμου αντανακλάει στην απέναντι τζαμαρία και με τυφλώνει. Κάθομαι ξανά. ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ; Φωνάζω. Κανείς! Ησυχία. Η καρδιά μου θέλει να πεταχτεί έξω. Να εκτοξευτεί. Τρέμω. ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ; Ακούω κάτι να σέρνεται. Βήματα. Είναι πολύ σιγανά, σχεδόν υπόκωφα! Σταματώ την ανάσα μου και αφουγκράζομαι! Μια φωνή, η δική του. Είναι; Μοιάζει τόσο αδύναμη. Προσπαθώ να ξεχωρίσω τις λέξεις …… «Ποιες είναι οι ελπίδες σου να πάρει; ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ;»

Η φωνή κόβεται. Τα βήματα χάνονται μέσα στη νύχτα. Αφήνω το κορμί μου εξαντλημένο να πέσει πίσω. Κλείνω τα μάτια και τα δάκρυα καυτά κυλούν στο πρόσωπό μου. Ποιες είναι; Ψιθυρίζω και παρακολουθώ, πέρα στον ορίζοντα, τη σκιά να απομακρύνεται. Το σκοτάδι να διαλύεται, το φεγγάρι να χάνεται ανάμεσα στα πρώτα λευκά σύννεφα. Ο ήλιος τρύπησε τα κλειστά βλέφαρά μου και χάιδεψε το ιδρωμένο μου μέτωπο. Μια σκέψη πέρασε σα φτερούγισα από όλο μου το κορμί. «Σήμερα θα ψάξω να βρω …. ποίες είναι επιτέλους οι ελπίδες μου …..»

ΑΤΙΘΑΣΑ ΝΟΗΜΑΤΑ

Γράφοντας, ανάμεσα σε παραγράφους, περιγραφές, κείμενα, ξεφεύγουν κάτι μικρές σκέψεις, κάτι λέξεις, κάτι μικρά ατίθασα νοήματα που θέλουν να εισχωρήσουν στη ζωή μας, στο μυαλό μας και να κάνουν την επανάστασή τους. Έτσι λοιπόν σε μια ξεχασμένη σελίδα μέσα στον Η/Υ μου ανακάλυψα αυτές τις μικρές προτάσεις και σας τις αποκαλύπτω. Τραβώ ένα λευκό αέρινο ύφασμα πάνω από τα μισοτελειωμένα μου κείμενα και μοιράζομαι μαζί σας τις μικρές αυτές σκέψεις αποκαλύπτοντας τις παράλληλα στον καλοκαιρινό αέρα και τα καυτά μεσημέρια μας…….

Δε ξέρω αν αξίζει να κοιτάμε συνεχώς μπροστά! Είναι σαν το τρένο, όταν κοιτάς συνεχώς αν πλησιάζει ο επόμενος σταθμός χάνεις απίθανα τοπία, εικόνες, σκηνές καθημερινότητας που είναι δική σου! Την αφήνεις να τρέχει με ταχύτητα και την προσπερνάς, και όταν φτάσεις στον επόμενο σταθμό διαπιστώνεις ότι δεν είναι ο τελευταίος.

Όταν θέλεις να κρίνεις κάποιον άλλον, αν δε διαθέτεις τις αντίστοιχες εμπειρίες, πιθανόν να πέσεις στην παγίδα της υποκειμενικότητας, που είναι ένα λάθος μονοπάτι προσέγγισης.

Όταν αυτό που νιώθεις είναι τεράστιο μέσα σου, όταν οι σκέψεις σε κλειδώνουν σε ατέρμονες στροφές γύρω από τον εαυτό σου, τότε ήρθε η ώρα που πρέπει ν’ ανοίξεις τα παραθυρόφυλλά σου και να μιλήσεις, να καταθέσεις στην ακοή κάποιου άλλου αυτό που μέσα σου στριφογυρίζει!

Η διάθεση μας, η κριτική μας, οι απόλυτες απόψεις μας, πολλές φορές οριοθετούν αρκετές γραμμές που θα θέλαμε να αφήνουμε ατέρμονες!

Μη κλείνεις την πόρτα σε καλά και κακά. Άφησέ τα όλα να περάσουν από μέσα σου! Αποδέξου τα. Όλα κάποτε τα έζησες. Τα επέλεξες και σε επέλεξαν. Σου άφησαν κάτι μικρό ή μεγάλο. Ότι σου συμβαίνει ευπρόσδεκτα να το δέχεσαι, είναι δικό σου, σκέψεις, συναισθήματα. Μη φοβάσαι! Ένα ρητό λέει «να φοβάσαι το φόβο» Όταν δε φοβάσαι όλα είναι θετικά, δημιουργικά, τα καλά και τα κακά, τα σωστά και τα λάθη!

Και η απελπισία ευπρόσδεκτη είναι! Όλα καλώς να έρθουν, για να σε προβληματίσουν., Δεν έχουν δύναμη πράξεων αν εσύ δεν τους τη δώσεις. Αν έχεις συνειδητοποιήσει ποιος είσαι, τι επιθυμείς και τι πιστεύεις, δεν πέφτεις, δεν αφήνεσαι!

Είναι άτιμο πράγμα οι καλές αναμνήσεις ……. Απόλαυσέ το γιατί σου ανήκει!

Το καλύτερο από όλα στο τέλος μιας προσπάθειας, μιας επιδίωξης, μιας ολοκλήρωσης ενός στόχου είναι να διαπιστώνεις ότι αυτό που έκανες ήταν ότι καλύτερο μπορούσες. Όχι η καλύτερη λύση, αυτήν κανείς δεν τη ξέρει. Ίσως μόνο ο Θεός. Αυτός γνωρίζει όλες τις επιλογές μας σε κάθε φάση της ζωής μας, από τη χειρότερη μέχρι την καλύτερη και εκεί καλούμαστε να επιλέξουμε αυτό που εμείς μια δεδομένη στιγμή θεωρούμε το καλύτερο για μας.

Δεν υπάρχουν σωστά και λάθη! Μόνο επιλογές των οποίων αναλαμβάνουμε τις ευθύνες! Μην αποφεύγεις τις συνέπειες των πράξεων σου.

Οι περισσότεροι από μας βάζουν οι ίδιοι μάσκες μπροστά στα μάτια τους ελπίζοντας πως αυτό που έβλεπαν και δεν τους άρεσε, θα αλλάξει. Όμως διαπιστώνουν ολοένα και περισσότερο ότι αυτό που έχουν πραγματικά, κάτω από τη μάσκα, παραμένει το ίδιο!

Δε μπορείς να αδιαφορείς για κάτι που ζητάς να αλλάξει! Η αλλαγή είναι πάντα ένα βήμα που δε θέλει μόνο θάρρος αλλά και πολλές άλλες προϋποθέσεις, βασανιστικά αναπόφευκτες να επιτευχθούν, που πολλές φορές η διαδικασία τις οδηγεί στο να φυλακίζουν σκέψεις και επιθυμίες που ταξιδεύουν με την ταχύτητα του φωτός.

Οι περισσότεροι άνθρωποι που κινούνται και υπάρχουν γύρω μας είναι σκιές του εαυτού τους!

Όλοι μας έχουμε μέσα μας τις καλύτερες προϋποθέσεις, το θέμα είναι πόσο θέλουμε να γνωρίσουμε αυτό που μέσα μας ζει και αρνούμαστε να ακούσουμε την ανάσα του, που έχει φλόγα που δεν αφήνουμε να μας ζεστάνει, να μας κάψει, που υπάρχει και θα υπάρχει αιώνια περιμένοντας να το ανακαλύψουμε! Εκεί ένας άνθρωπος που πορεύεται στο πλάι μας μπορεί να μας βοηθήσει, να μας οδηγήσει ένα βήμα πιο κοντά στην κατάκτηση του εαυτού μας. Είναι όμως δύσκολο. Γιατί όλοι μας γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε με την ψευδαίσθηση της εξουσίας πάνω στον άλλο, της κτητικότητας, της ματαιοδοξίας.

Κολλάμε σε αδιέξοδα επειδή νομίζουμε ότι είναι ευκολότερο να βρούμε σανίδες σωτηρίες από το να παλέψουμε δυνατά με τα κύματα.

Θα καταλάβεις ότι όλα πάνε καλά σε σένα όταν δε θα έχεις ανάγκη από κανέναν να σε εμψυχώσει και όταν θα νιώθεις έτοιμος να δείξεις και εσύ πράγματα που πρέπει να μάθουν οι άλλοι για τη ζωή. Τότε θα νιώσεις απίστευτα δυνατός και οι άλλοι τότε θα νιώσουν πραγματικά τυχεροί που σε γνώρισαν.

Όταν φτάνεις στο στόχο σου και όλα έρχονται όπως τα θέλεις τότε είναι που αναρωτιέσαι αν πραγματικά τα θέλεις ή ήταν το όνειρο που ήθελες περισσότερο από την πραγματοποίησή του!

Μπορεί κάποιος να σου αποκαλύψει ένα δρόμο που έχεις μέσα σου και αγνοούσες, αλλά μετά την αποκάλυψη πρέπει να ακολουθήσει η προσωπική, δική σου, ανακάλυψη. Αυτό το δρόμο εσύ πρέπει να τον περπατήσεις μόνος σου και το πώς θα τον περπατήσεις πάλι μόνος σου πρέπει να το επιλέξεις.

Να ζούμε για το τώρα, για την καρδιά και την ψυχή μας, να ζούμε για τις στιγμές μας γεμάτες!

Η ζωή μας μοιάζει με εκείνες τις αυτόματες ηλεκτρικές πόρτες στα πολυκαταστήματα. Πόρτες που προλάβαμε προτού κλείσουν. Πόρτες που αφήσαμε να κλείσουν. Πόρτες που δε προλάβαμε και έκλεισαν πριν φτάσουμε

Η αμφιβολία σου παίζεται μέσα σου, χάνεις χρόνο όσο της δίνεις χώρο!

Οτιδήποτε σε κάνει να αμφιβάλλεις και να προβληματίζεσαι προσπάθησε να το δεις σαν υποθετική εκδοχή και όχι σα πιθανή πράξη.

Η υπέρβαση του δικού μας εαυτού είναι η μοναδική, δική μας αλήθεια!

Να κοιτάξεις βαθιά στη ψυχή σου, να προσπαθήσεις να αγγίξεις την απολυτότητα του ανένταχτου εαυτού σου, να φωτίσεις το βλέμμα σου με τη ματιά των άλλων και να πιστέψεις ότι γνώρισες τον πραγματικό άνθρωπο μέσα σου!

ΠΑΡΟΡΜΗΣΗ

Δυο – τρεις σκέψεις που φθάσανε ταξιδεύοντας, δυο – τρεις λέξεις που έγιναν έμπνευση, μοίρασμα ……. Σήμερα επιλέγω σε συνέχεια δύο απόψεις, δύο σειρές σκέψεων. Η πρώτη προκλητική. Η δεύτερη προέκυψε από ανυπόμονες σκέψεις ….. από εκείνες που κάνουμε σε ένα μπαλκόνι, ένα σούρουπο Φθινοπωρινό ……

Ο Πάνος λέει …..
«Καμιά φορά σκέφτομαι... Τι είναι πιο σωστό... Να ακολουθούμε το ένστικτό μας ή μια λογική επαγωγική σκέψη; Ή και τα δύο; Μπορεί το ένστικτο, η παρόρμηση, να μπει σε μια παρένθεση και μετά να αναλύσουμε τα τι και τα πως και να πράξουμε κάτι παραπλήσιο της ενστικτώδους παρόρμησής μας, αλλά όχι ακριβώς;

Για παράδειγμα, το ένστικτο, η παρόρμηση, μου λέει να παρατήσω τα πάντα και να τα τινάξω όλα στον αέρα, να ακολουθήσω τα συναισθήματα και τις ατόφιες επιθυμίες μου. Η επαγωγική λογική μου λέει να δω τα πράγματα πιο σφαιρικά και υπεύθυνα και να λειτουργήσω έξυπνα και μεθοδικά και να περιμένω τα συναισθήματα να ωριμάσουν και να δοκιμαστούν και σιγά – σιγά με βήματα προσεκτικά και αφού πρώτα ζήσω αποσπάσματα αυτού που θέλω, τότε να πάρω μια απόφαση.

Πόσο κοντά είναι αυτά στην αρχική παρόρμηση; Μήπως μέχρι να έρθει το αποτέλεσμα του συνδυασμού παρόρμησης και λογικής τα συναισθήματα θα έχουν αποστειρωθεί και δε θα είναι πλέον το ίδιο;

Τι χάνουμε όταν αρνούμαστε την αρχική παρόρμηση – είτε από φόβο, είτε από λογική, είτε από ευθύνες και υποχρεώσεις – και περιμένουμε αυτήν την κατάλληλη στιγμή; Ποιος μπορεί να πει ότι είναι αρκετά ελεύθερος να κινηθεί ανάλογα με την παρόρμηση του; Είναι κανείς τόσο ελεύθερος ώστε να παρατήσει τα πάντα για κάτι που το ένιωσε μέσα του τόσο καλό που δε γινόταν να το χάσει ή να το εκλογικεύσει και να εξαφανιστεί παίρνοντας αγκαλιά το όνειρο;

Και το μεγαλύτερο ερώτημα όλων …. Αν θέλουμε κάτι τόσο πολύ, δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο να μας σταματήσει, τίποτα απολύτως; Κι όταν μπαίνει η λογική μέσα στην παρόρμηση, τι σημαίνει; Πως δε το θέλουμε αρκετά οπότε στεκόμαστε στην άκρη και το εκλογικεύουμε για να το φέρουμε πιο χαμηλά και απτά από ότι είναι; Ή απλώς μεγαλώσαμε και χάσαμε από μέσα μας το παιδί που χτυπιέται έξω απ’ τη βιτρίνα γιατί το θέλει πολύ αυτό το παιχνίδι και δε μπορεί να ζήσει χωρίς αυτό;»

Και η Νατάσσα λέει …
«Δύο έννοιες με διαφορετική βαρύτητα η καθεμία, ένστικτο και επαγωγική λογική. Δύο έννοιες που μοιάζουν αντίθετες, με άλλη ουσία, με άλλη εφαρμογή. Η πρώτη αίσθηση στη σκέψη είναι ότι λεκτικά μπορεί να υφίστανται. Aλλά ουσιαστικά έχουν πρακτική βάση στη ζωή μας; Και αν έχουν; Μήπως είναι επιφανειακή χωρίς να ανταποκρίνονται στον εαυτό αλλά ούτε και στις επιθυμίες;

Το απόσταγμα ουσίας που μένει και ακολουθείται συνειδητά, και μετά από αρκετό προβληματισμό εσωτερικό, είναι ένα επαγωγικό ένστικτο!! Ένα ένστικτο που γεννιέται και προχωρά, εξελίσσεται, διαμορφώνεται, απλώνεται και εν τέλει πραγματοποιείται ή όχι. Δεν είναι λογική σειρά, δεν είναι πεπατημένη οδός, δεν είναι κατεστημένο ούτε και αποστείρωση συναισθημάτων. Είναι ένα ένστικτο που για να νιώσεις την επίτευξή του πρέπει να ακολουθήσεις το δρόμο του. Δεν είναι και δε θέλουμε να είναι πυροτέχνημα, γιατί έτσι χάνει την ουσία του με τη γέννησή του, χάνει τη διάρκειά του, την απόλαυση, την παρατεταμένη αγκαλιά του ονείρου. Χάνει τελικά το σκοπό της πραγμάτωσής του αφού δε διατηρεί στο χρόνο, στο μυαλό και στη σκέψη, το αποτύπωμά του παρά μόνο τη λάμψη του! Αν κάτι πάρει αυτή τη μορφή τότε δεν είναι ένστικτο ουσίας, αλλά παρόρμηση της στιγμής χωρίς επιθυμία, παρά μόνο στιγμιαία λάμψη.

Το ένστικτο δε μπαίνει σε παρένθεση, αλλά είναι ενσωματωμένο στην εξέλιξή του και δεν πραγματοποιείται κάτι παραπλήσιο, αλλά αυτό που από τη σκέψη παίρνει μορφή και υπόσταση. Είναι σα μετάφραση, σαν απεικόνιση, σα να μεταφέρεις τις μουσικές νότες στο μουσικό όργανο και να τις ακούς. Η επαγωγική του ενστίκτου δεν είναι αλλοίωση, είναι απλά μεταφορά προς πραγμάτωση, είναι ουσιαστικά η επιθυμία που μπορεί να πραγματοποιηθεί και πρέπει να περάσει από μια διαδικασία. Αλλιώς είναι σα να μη ξέρεις τι κρατάς, σα να πιστεύεις ότι ακούς μουσική διαβάζοντας νότες. Είναι ωραίο να έχεις τις νότες, να ανακαλύπτεις το τραγούδι, να τρελαίνεσαι από τον ενθουσιασμό ότι έχεις κάτι τόσο σημαντικό στα χέρια σου, αλλά τελικά τι επιλέγεις; Να τρέχεις αγκαλιά με τις νότες ή με το τραγούδι στ’ αυτιά σου; Και για να ακουστεί τραγούδι πρέπει να υπάρξει μονοπάτι, όργανο, μελωδία ……

Το «να παρατήσω τα πάντα και να τα τινάξω όλα στον αέρα, να ακολουθήσω τα συναισθήματα και τις ατόφιες επιθυμίες μου» αν το απομονώσει κανείς, αν απομακρυνθεί λίγο και το κοιτάξει κατάματα υπάρχουν διάφορα ενδεχόμενα ν’ αντικρίσει ανάλογα με το πόσο συνειδητοποιεί αυτό που λέει.

Ίσως τελικά να μοιάζει ένα κουβάρι από λέξεις με δυνατό νόημα που όμως δεν ανταποκρίνονται σε κάτι. Δεν αντιπροσωπεύουν κάτι. Είναι λόγια που ξεσηκώνουν, παθιάζουν, αλλά …. μετά; Υπάρχει μετά; Μετά πέφτεις, γιατί αυτό είναι κάτι αδύνατο να συμβεί όταν το βάλεις δίπλα στον εαυτό σου ως υποκείμενο, σαν κινητήρια δύναμη πραγμάτωσης. Είναι σα να ήταν λόγια που τα πήρε ο αέρας. Όταν λοιπόν συνειδητοποιήσεις αυτό που λες, μένεις χωρίς να έχεις πει τίποτα και αναρωτιέσαι τι είναι αυτό; Πως προέκυψε; Απλά προκύπτει σα διαδικασία έκφρασης και τίποτε άλλο. Αυτό δεν είναι ένστικτο, ίσως μια επιθυμία, αλλά χωρίς εξέλιξη!

Ίσως μετά την πρώτη αυτή σκέψη καταφύγει κανείς στην …. επαγωγική λογική ως διαδικασία πραγμάτωσης ενός ενστίκτου χωρίς την οποία δε θα μπορούσε ποτέ (για εκείνον) να λάβει πραγματικές διαστάσεις το ίδιο το ένστικτο. Επαγωγική λογική όμως κυριολεκτικά μπορεί να είναι το ένστικτο που εκλογικεύεται, που παραμορφώνεται και προσαρμόζεται στα λογικά δεδομένα. Αυτό όμως δεν είναι επαγωγικό ένστικτο! Είναι εμφανής η διαφορά. Να προσπαθώ να πραγματοποιήσω ένα ένστικτο και αυτό να με ενθουσιάζει. Και να προσπαθώ να εκλογικεύσω ένα ένστικτο και να το βάλω σε καλούπια χάνοντας το σκοπό που με απογειώνει!

Το ένστικτο, η παρόρμηση και οτιδήποτε φαινομενικά παράτολμο, σε σχέση με την μέχρι τώρα ζωή που επιλέγουμε να έχουμε, δεν είναι κάτι που γεννιέται και παραμένει στη σφαίρα του απραγματοποίητου, του δύσκολου, του ρίσκου, του παρακινδυνευμένου. Είναι κάτι δικό μας. Είναι κάτι που οι επιθυμίες μας και ο αυτόνομος, δικός μας, εαυτός δημιούργησε για να μας πει κάτι. Το πώς θα το χειριστούμε και πως θα το ονομάσουμε έχει να κάνει με την αποφασιστικότητά μας και πόσο αυτή έχει καλλιεργηθεί μέσα μας σε σχέση με τη συνείδηση της ζωής που θέλουμε κάθε στιγμή να ζούμε και να επιλέγουμε.

Ίσως λοιπόν και να καταφέρνουμε να πούμε … «Ναι, μπορούμε να τα τινάξουμε όλα στον αέρα» όταν έχουμε μέσα μας τη συνείδηση ότι αυτό είναι η επιλογή μας, η δική μας επιλογή, για να πάμε ένα βήμα ή πολλά περισσότερα μπρος, για να κατακτήσουμε αυτό που είναι ο εαυτός μας, για να ζήσουμε τη ζωή που επιθυμούμε δίνοντάς τη το χρώμα, την αύρα και την μορφή που πραγματικά θα μας κάνει τόσο ευτυχισμένους όσο περισσότερο είναι στο δικό μας χέρι να είμαστε!

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Σήμερα επέστρεψε πάλι εκείνη η διάθεση μου για κουβέντα. Για προσέγγιση εκείνου του μικρού άγνωστου κομματιού μέσα μας που γίνεται τεράστιο όταν το πλησιάζουμε. Είναι από εκείνες τις μέρες που οι σκέψεις θέλουν να κάνουν μια βαθιά και λυτρωτική βουτιά και να ξεπλυθούν από όλα τα παράταιρα που κόλλησαν πάνω τους, χωρίς να αποτελούν δικό μας στοιχείο.

Όλοι λίγο ή πολύ βιώνουμε μια εσωτερική ανακατάταξη του εαυτού μας ως προς την αμφισβήτηση απέναντι σε ότι πιστεύουμε και έχουμε μέσα μας . Απέναντι στην ικανοποίηση που θέλουμε να δίνουμε στους γύρω μας και τη συγκράτησή μας, επειδή νιώθουμε διαφορετικοί ως προς τις απόψεις και τα συναισθήματα μας, αμφιβάλλοντας γι’ αυτά, πιστεύοντας ότι κάτι δε πάει καλά σε μας.

Είναι φορές που μετά από αρκετό καιρό διαπιστώνουμε ότι εγκλωβιζόμαστε με δική μας επιλογή πολλές φορές σε ένα κόσμο που καθόλου δε μας αρέσει. Από αυτό όμως παίρνω την αρχή του νήματος και ομολογώ ότι όλη αυτή η κατάσταση στην οποία συχνά πολλοί έχουμε βρεθεί, και το σημαντικότερο έχουμε συνειδητοποιήσει, και βαδίζουμε πολλές φορές βήμα – βήμα παρατηρώντας την, είναι κάτι εξαιρετικά καλό. Νομίζω ότι όλοι ανώδυνα ή επώδυνα περνάμε ένα μεταίχμιο στη ζωή μας που μας ετοιμάζει για τα καλύτερα που μπορούμε να ζήσουμε. Δυστυχώς όμως το περιβάλλον, οι συνθήκες ζωής και τα δεδομένα που έχουμε δημιουργήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή πολλές φορές δε μπορούν να συμβαδίσουν με ότι μας συμβαίνει και έτσι τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ για κάποιους.

Σαφώς η αρχή του μεταβατικού αυτού σταδίου, βρίσκεται σε συμπτώματα που δεν δίνουμε και τόση σημασία, όμως ας μη δίνουμε και πολύ βάρος σε αυτό, διότι όταν ο πραγματικός μας εαυτός θέλει να αναδυθεί και να κυριαρχήσει θα το κάνει με κάθε τίμημα και θα «επιβληθεί» ακόμα και αν ωθήσει την ψυχή και το σώμα μας σε ακραίες καταστάσεις. Οπότε η πορεία αυτογνωσίας και αυτοανακάλυψης, που πάντα χτυπούσε την πόρτα μας, είχε σημάνει την έναρξη ενός αγώνα για μας, που το πρόβλημα έγκειται όχι στο ότι δε το καταλάβαμε από τα συμπτώματα, αλλά δε καταλάβαμε ουσιαστικά ότι αυτό που ζούσαμε και ήμασταν δε μας αντιπροσώπευε!

Κλειδώνουμε τον εαυτό μας σε πρότυπα και εικόνες που δε μας αφορούν. Προσπαθούμε συνειδητά ή ασυνείδητα να γίνουμε κάποιοι άλλοι! Εκεί εντοπίζεται και το «αίσθημα του ανεκπλήρωτου» (αυτό που προσπαθούμε να εκπληρώσουμε δεν είναι αυτό που θέλουμε και μπορούμε να υποστηρίξουμε, οπότε και αποτυγχάνουμε), «χάλια διάθεση, αρνητικές σκέψεις, προσκόλληση στο παρελθόν» (γιατί όσο περνάει ο καιρός διαπιστώνουμε ότι απομακρυνόμαστε από αυτό που είμαστε πραγματικά, από τον δικό μας μοναδικό εαυτό ενδίδοντας στις προσταγές του περιβάλλοντος μας και των απαιτήσεών του, που σημειωτέων πάντα γίνεται με καλή θέληση, γι’ αυτούς όμως και όχι για μας ….), «μειωμένη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για τον εαυτό μας» (μα φυσικά, όταν είμαστε κάτι άλλο, έχουμε μέσα μας κάτι άλλο, και προσπαθούμε να γίνουμε κάτι διαφορετικό ….. πως μπορούμε να νιώσουμε σιγουριά και αυτοπεποίθηση για κάτι που δε ξέρουμε πως είναι και τι σημαίνει για μας;)

Πολλές φορές παράλληλα με όλα αυτά μας διακατέχει και ο φόβος μήπως κρεμαστούμε από τους φίλους μας. Και αυτό όμως έχει τα βαθύτερα αίτιά του εκεί, στο ότι φοβόμαστε τις προσδοκίες που θα έχουν από μας και δε θα μας αντιπροσωπεύουν πια, φοβούμενοι συγχρόνως την αντίδραση του εαυτού μας σε αυτό. Μήπως πέσουμε πάλι στην παγίδα να αποπροσανατολιστούμε και να χάσουμε ακόμα και αυτή τη συνειδητοποίηση της οποιασδήποτε κατάστασής μας σήμερα. Μας κάνει να χάσουμε και αυτό που μόνοι με τη δική μας δύναμη κερδίσαμε, ακριβώς επειδή έχουν την καλή θέληση να μας συμβουλεύσουν. Τα λόγια, οι συζητήσεις, οι συμβουλές είναι πολύ καλά όταν αποκτάμε τη δύναμη να τα ελέγχουμε και να τα φιλτράρουμε μέσα από τις δικές μας απόψεις και τα δικά μας πιστεύω όσο και σωστά να ακούγονται όσο και κοινώς αποδεκτά κι αν είναι!

Ότι ζήσαμε έχει περάσει. Όλα όσα ζούμε, όσο δύσκολα και αν είναι, είναι ολόδικά μας. Πρέπει να φανταστούμε τον εαυτό μας μέσα στον κόσμο μας, να κοιτάξουμε στα μάτια όλα αυτά που μας συμβαίνουν όχι σα κάτι ξένο προς εμάς που ήρθε και ταράσσει τις ισορροπίες μας, αλλά σα κάτι που ξεκινά από μας, γεννιέται μέσα σε μας και υπάρχει χάρη σε μας. Δεν είναι τόσο θεωρητικό όσο ακούγεται. Πρέπει όλα αυτά που μας συμβαίνουν να τα βάλουμε δίπλα σε ένα υποκείμενο, τον εαυτό μας. Ότι είμαστε εμείς που τα ορίζουμε και τα καθορίζουμε και εμείς είμαστε αυτοί που έχουμε την μέγιστη ικανότητα να τους δώσουμε τη δύναμη που θέλουμε. Είμαστε οι δημιουργοί της ίδιας μας της ζωής, είμαστε εκείνο το μαγισσάκι με το μαγικό ραβδάκι που σαν τον αξέχαστο Βλάση Μπονάτσο μπορούμε να ξεφωνίζουμε γελώντας «Φύγε εσύ, έλα εσύ»!! Μπορούμε! Μπορούμε περισσότερο εύκολα από ότι νομίζουμε!

Όταν νιώθουμε και συνειδητοποιούμε τον οποιοδήποτε φόβο και πανικό να μας κυριεύει πρέπει να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι, να κάνουμε ένα βήμα προς αυτό που μας φοβίζει και να υποτάξουμε το δύσκολο συναίσθημά μας! Πρέπει να σκεφτούμε ότι εμείς το φέρνουμε στο νου, στην ψυχή και στον συναισθηματικό μας κόσμο και εμείς μόνο έχουμε τη δύναμη να το μειώσουμε, να το αποδυναμώσουμε, να το διώξουμε και να το εξαφανίσουμε σταδιακά από τη ζωή μας!!

Έρχονται κάτι στιγμές που το καθένα μεταίχμιο που περνάμε μοιάζει μια υπέροχη αφορμή για βήματα προς τα εμπρός. Είναι εκεί που τα δύσκολα τελειώνουν και έρχεται η στιγμή να σηκώσουμε το βλέμμα ψηλά και να ανοίξουμε το βήμα στο δρόμο προς μια ζωή που ακόμα δε φόρεσε τα καλύτερά της. Από εδώ και πέρα μοιάζει και είναι η σειρά μας να βιώσουμε τις καλύτερες και δυνατότερες συγκινήσεις και στιγμές στη ζωή. Έρχεται η στιγμή να χαμογελάσουμε πλατιά και να δεχθούμε τη μοναδικότητα μας και τη δυνατότητά μας να επιλέγουμε τη ζωή!!

Το να ενισχύσεις την άμυνά σου απέναντι στα άσχημα συναισθήματα και να εξασκήσεις την επίθεσή σου στις κυριαρχικές σου αντιδράσεις είναι μια επιλογή ζωής που καλείσαι ΤΩΡΑ να κάνεις, που συνειδητοποιείς αυτό που βιώνεις και δε το θέλεις πια! Κάνε τη μέγιστη επιλογή να ζήσεις χαρούμενος, ευτυχισμένος και μακριά από ότι σε πάει πίσω, σε προσγειώνει και σου μαυρίζει το λαμπερό ολόδικό σου εαυτό.

Θα ήθελα να κλείσω με ένα καταπληκτικό τραγούδι του Μανόλη Φάμελου που λέει : «Ό,τι ζήσαμε πια, είναι σχήμα κλειστό. Ό,τι χτίζουμε σκορπάει στον άνεμο. Άσε ένα φως ανοιχτό, η ευτυχία είναι αυτό που περιμένουμε να ‘ρθει!» Ότι έχουμε ζήσει έχει κλείσει, έχει ολοκληρωθεί. Ότι θα έρθει είναι αβέβαιο. Το παρόν είναι η ευκαιρία μας, η δύναμή μας, η επιλογή μας να ήμαστε προετοιμασμένοι κάθε στιγμούλα να υποδεχθούμε την ευτυχία, που περιμένουμε να ‘ρθει μέσα σε κάθε επόμενο λεπτό της υπέροχης ζωής μας.

ΣΚΕΨΕΙΣ

Χμμμ …. Είναι περίεργο! Σήμερα το απόγευμα ήμουν βουλιαγμένη τελείως! Δεν ήθελα τίποτα να κάνω! Είναι μη μπεις σ’ αυτό το τρυπάκι! Έμεινα λίγα λεπτά ξαπλωμένη στο κρεβάτι και έκανα ταβανοθεραπεία! Φοβερή εφεύρεση! Ανακαλύπτεις καθετί που είναι χαραγμένο στο ταβάνι από την πολυκαιρία, τα απανωτά βαψίματα και τις επεμβάσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς! Μετά, σηκώθηκα. Μουδιασμένη. Ζαλισμένη από την αυτοσυγκέντρωση στο τίποτα! Πήρα το βιβλιαράκι μου και βγήκα στο μπαλκόνι! Με εκπλήσσω ώρες – ώρες. Έκανα μια αλλαγή στα έπιπλα μπαμπού του μπαλκονιού, που εδώ και μέρες θέλω να κάνω και βαριέμαι! Βαριόμουν απλά να τα σύρω σε άλλη θέση! Τι περίεργη που έχω γίνει; Θα απαλλαχτώ ποτέ από όλη αυτή τη κατάσταση – νιρβάνα; Μου άρεσε η νέα τους θέση. Άναψα ένα χαμηλό αρωματικό κερί και άνοιξα το βιβλίο μου. Διάβασα αρκετά! Περίεργο βιβλίο. Περιπέτεια. Είχα καιρό να διαβάσω κάτι παρόμοιο! Πολύ καιρό! Τώρα πως γίνεται να γράφω; Έχει πολύ όμορφη βραδιά απόψε! Και αυτό το περίεργο καλοκαιρινοφθινοπωρινό αεράκι μου έφτιαξε τη διάθεση! Μου ήρθε έτσι η όρεξη απλά να γράψω κάτι. Τι;
Είναι στιγμές που χωρίς να το καταλάβω σταματώ να διαβάζω και το βλέμμα μου τρέχει στη μορφή που παίρνει η γειτονιά μου το σούρουπο. Όλα τα περιγράμματα χάνουν την τραχύτητά τους, το ξεκάθαρο σχήμα τους. Οι γραμμές γίνονται θολές στις άκρες, σχεδόν ατέρμονες. Είναι από τις στιγμές εκείνες που κοιτάς τον εαυτό σου και καταλαβαίνεις ότι έχεις σταματήσει να κάνεις αυτό που έκανες και έχεις απορροφηθεί σε μια άλλη διαδικασία που σχεδόν ασυνείδητα σου επιβλήθηκε. Παρατηρείς γύρω σου.
Mια εικόνα! Οι στιγμές μοναξιάς που επιλέγω είναι σα να ξαπλώνω σ’ ένα κρεβάτι μόνη μέσα στο σκοτάδι με τα μάτια κλειστά! Αφήνω το μυαλό μου να σκεφτεί και να επαναφέρει ό,τι θέλει! Σκόρπια, οτιδήποτε! Σα σκυλί που μαζεύει τη σαβούρα της αυλής και τη φέρνει μπροστά στην πόρτα! Και τότε όσα απ’ αυτά βγάζουν νύχια, κάπου με πειράζουν, χαλάνε την ηρεμία, με θυμώνουν ή με τσατίζουν, τα κρατώ. Και λέω γιατί; Αναρωτιέμαι τι μου προκαλούν και γιατί αντιδρώ έτσι! Μερικές φορές ανακατεύομαι μόνο που τα εντοπίζω, άλλες πάλι όταν ανοίγω τα μάτια είμαι χαρούμενη γιατί δεν αφέθηκα σε τυχαία αρνητικά συναισθήματα, αλλά έψαξα, και αυτό κάτι μου είπε για μένα !!
Ουφ! Δε ξέρω τι κάθομαι και λέω. Είναι που τελικά δεν ήθελα να γράψω κάτι συγκεκριμένο και απλά ήθελα να μιλήσω, να κουβεντιάσω και να κουσκουσέψω με κάποιον! Και διάλεξα να το κάνω έτσι!
Μερικές φορές αναρωτιέμαι όλα αυτά που λέμε εδώ τι μπορεί να σημαίνουν για τον καθένα. Ξέρω καλά πως η οποιαδήποτε γνώμη είναι απλά μια γνώμη, μια κρίση των πραγμάτων μέσα από το κάτοπτρο ενός άλλου. Εγώ είμαι εδώ και εσείς απέναντι και μεταξύ μας δημιουργείται ένα ρεύμα λέξεων, προτάσεων, απόψεων που ανταλλάσσονται, προβληματίζουν, δημιουργούν προκλήσεις για σκέψεις και ερωτήματα που πρέπει να απορριφθούν ή να προχωρήσουν παραπέρα τη σκέψη. Είμαι εδώ και λέω ή ακούω μια γνώμη, όχι για να δώσω ή να πάρω ιδέες για τις πράξεις και τις αποφάσεις μου, αλλά για να τσεκάρω και να προβληματίσω τον εαυτό μου. Αν αποδεχθώ κάτι θα είναι δική μου επιλογή και μόνο. Το δικό μου παιχνίδι σταματά εδώ, σ’ αυτές τις λέξεις! Το δικό σας τώρα αρχίζει ……

Κι αυτός ο χρόνος. Πόσες φορές καταναλώνουμε τη σκέψη μας στο χρόνο που κυλά. Άλλοτε αραιός, σχεδόν άδειος και άλλοτε συμπυκνωμένος σε γεγονότα που ούτε καν προλαβαίνουμε να αντιληφθούμε. Ναι, ο χρόνος που περνάει γίνεται τόσες φορές η εμμονή μου που προσπαθώ να τιθασεύσω. Άλλοτε αυτή η εμμονή γεννιέται ξεκάρφωτα και άλλοτε έχει μια βάση, ένα λιθαράκι που έπεσε κάποια στιγμή και έγινε θεμέλιο. Αλλά ο χρόνος δε παύει να τρέχει, όπως για όλους μας, και εκεί ανάμεσα σε μετέωρες στιγμές νιώθουμε καρφωμένοι στη γη.

«Πρόσεξε μπορεί να μετανιώσεις!!» Ακούγεται θαρρείς ηχώ από το πουθενά. Από πού ξεφυτρώνουν αυτές οι φωνές ώρες – ώρες; Σου ‘ρχετε να δώσεις μια στο κενό και να πετύχεις εκείνη την σκοτεινή οθόνη στο μυαλό σου που μιλάει εκκωφαντικά και σου τρυπάει τα μηνίγγια. Αυτή η φράση της κοινής λογικής είναι το τέλειο αντίδοτο ενάντια στη δημιουργία, στο βήμα μπρος, στην αλλαγή και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα θέλω του, τη ζωντάνια και την ανανέωση. Είναι το φρένο!

Έχω και ‘γω τις σειρήνες και τις ύαινές μου. Όλοι τις έχουμε! Έχω τον αμείλικτο χρόνο και τον φόβο που με επισκέπτονται. Έχω τις αντιλήψεις των άλλων που ξεχύνονται γύρω μου και με θυμώνουν. Όχι γιατί υπάρχουν, αλλά γιατί δεν υπάρχει απάντηση στις ερωτήσεις τους. Δεν μπορεί να υπάρξει απάντηση. Δεν υπάρχει! Είναι και αυτός ένας αγώνας που απλά απαιτεί αντοχές και κατάθεση συναισθημάτων, γιατί σχεδόν πάντα όσο και αν δε το καταλαβαίνουμε η λογική έρχεται σε αντίθεση. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν δύο λογικές. Η κοινή λογική και η άλλη, η δική μας. Και δυο λογικές δε μπορούν να συμπλεύσουν, να συμφωνήσουν, να αλληλοκατανοηθούν. Είναι αδύνατο! Μόνο να απλωθούν και να συνυπάρξουν για λίγο. Στον ίδιο χώρο, στον ίδιο χρόνο, ανάμεσα σε μερικούς ανθρώπους, σε σκόρπιες λέξεις και ήχους φωνής. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Δεν υφίσταται κοινή πορεία. Το ιδανικό είναι η κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων και όχι μεταξύ των δύο λογικών. Αυτό πρέπει να επιθυμούμε ……

Καθισμένη ακόμη στο μπαλκόνι με την περίεργη ανάμειξη του Καλοκαιριού με το Φθινόπωρο, που αδημονεί να εισχωρήσει ανάμεσα σε ζεστές μέρες και ανέμελους συνειρμούς, απολαμβάνω τη δύναμη της σκέψης και την απόστασή της από την πράξη. Πόσο δύσκολο είναι τελικά να αντιληφθούμε αυτή την απόσταση; Πόσο πολύ μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι “το να σκεφτόμαστε είναι σα να πράττουμε!” Tρομερή δέσμευση. Αναρωτιέμαι γιατί να πασχίζουν όλοι να δημιουργούν τέτοιου είδους δεσμεύσεις; Ποιόν έλεγχο προσπαθούν να επιβάλλουν; Είναι ολοφάνερο, και από ότι έχω αποτυπώσει στο χαρτί σήμερα, ότι σκέφτομαι ανάκατα και ασύνδετα πράγματα μεταξύ τους. Μ’ αρέσει. Μ’ αρέσει επίσης που το μοιράζομαι! Για να σας αποδείξω ότι, όταν κάθεστε και σεργιανίζετε με τη σκέψη σας σε μέρη απρόσιτα και παράλογα είστε απολύτως φυσιολογικοί! Μην ακούτε κανέναν! Είστε αυτό που θα ‘πρεπε να είστε. Άνθρωποι που κάνετε χρήση μιας από τις μεγαλύτερες δυνατότητες του ανθρώπου. Να σκέφτεται!

Μπορώ λοιπόν αυτή την υπέροχη στιγμή του σούρουπου να νιώθω και να σκέφτομαι ό,τι θέλω χωρίς ενοχή! Αυτή η ελευθερία που πάντα υπάρχει μέσα στον καθένα να την κάνει χρήση όποτε θέλει, γιατί ανήκει μόνο στον ίδιο και κανείς άλλος δε μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτήν. Υπάρχει, αλλά όταν έρχεται σε αντίθεση με όλους αυτούς τους κανόνες ηθικής της κοινωνίας και καθωσπρεπισμού και προτεραιοτήτων και αποκλεισμού ‘γιατί αυτό είναι το “σωστό”, τότε δημιουργεί ενοχές ή καλύπτεται από ενοχές και δε πραγματοποιείται ποτέ! Σήμερα όμως μπορώ να σκεφτώ οτιδήποτε! Το συνειδητοποιώ και το επιλέγω! Μπορώ να το κάνω χωρίς ενοχές, να το απολαύσω, να το κανακέψω, να το χαϊδέψω και να το βροντοφωνάξω! Φοβερή αίσθηση!! Έτσι τα συναισθήματα δε τα κυκλώνουν οι ενοχές, γιατί απλά οι πράξεις απομυθοποιούνται. Και εκεί είναι το ζήτημα! Οι πράξεις, που δίνουν υπόσταση στις σκέψεις, είτε γίνουν είτε όχι, είναι αυτές που ενοχοποιούν τα συναισθήματα! Οπότε, κακές, λάθος, αμαρτωλές σκέψεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο όταν συσχετίζονται με τις πράξεις, και παρά μόνο όταν οι πράξεις κατηγοριοποιούνται! Φαύλος κύκλος!

Όλο αυτό ξέρετε με τι μου μοιάζει; Σαν ένα μακροβούτι διαρκείας που δε μ’ ενδιαφέρει αν μου κοπεί η ανάσα, και αν παλεύω με το βυθό να ξαναβγώ επάνω, και αν καταλήξω στην άμμο με ένα φιλί της ζωής να προσπαθεί να με συνεφέρει! Θα έχω κερδίσει το μακροβούτι, τη βουτιά, την επαφή με το νερό, τη διήθηση στο βάθος, το άγγιγμα του βυθού και γιατί όχι την παραδομένη ανάσυρση και ένα ….. φιλί ζωής …. Ποιος ξέρει τι μπορεί να σου κρύβει η ζωή μέσα από την επαναφορά μετά από τον κίνδυνο του θανάτου; Και αν είναι να ‘ρθει ο θάνατος και το τέλος, το οποιοδήποτε τέλος, πάλι θα ‘μαι εκεί να πω ‘Ευχαριστώ’ που έζησα όλα αυτά. Στο ταξίδι, σ’ αυτό το φωτεινό τούνελ, πιάνω σφιχτά από το χέρι όσα έζησα, όχι γιατί δε θέλω να τα χάσω, αλλά γιατί αυτά ήταν η ζωή, η πραγματική ζωή, η επιλεγμένη μου ζωή.

Όλοι πια μιλάνε για τη «ζωή χωρίς λουρί»! Λουρί που μας βάζουν οι άλλοι, που βάζουμε στον εαυτό μας. Που μας βάζουν οι συμβάσεις μας, η κοινωνία, οι προκαταλήψεις, το περιβάλλον. «Μια ζωή χωρίς λουρί!» Θεωρείται ίσως το όνειρο της ελευθερίας. Ίσως δεν είναι τόσο … δύσκολο. Μπορεί να ζεις μέσα σε ένα αγρόκτημα, σε έναν κήπο, σε μια αυλή, αλλά χωρίς λουρί. Ελευθερία δεν είναι μόνο να τρέχεις και να διασχίζεις ελεύθερος τον κόσμο! Αλλά απλά να τρέχεις και να διασχίζεις ελεύθερος, αυτό που επέλεξες, το αγρόκτημα, την αυλή, τον κήπο …….
Θέλουμε να ζούμε τη ζωή μας γεμάτη ανεξαρτησία, παράτολμες κινήσεις, ρίσκο. Αλλά πάντα βρίσκουμε μια δικαιολογία για να μη το κάνουμε! Γιατί; Εμείς οι καημένοι έχουμε εκείνο ή το άλλο που μας σταματάει. Η ζωή είναι μια τρέλα όταν συνειδητοποιείς ότι θες να τη ζήσεις τρελά! Όταν θες! Όταν συνειδητά επιλέγεις αυτά που θες! Ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο! Τότε η ζωή γίνεται τρέλα από τη μια μέρα στην άλλη, και ο κόσμος αλλάζει μορφή γιατί αλλάζουμε εμείς …..
Kάθομαι ακόμα στο μπαλκόνι και το σούρουπο έσβησε μαζί με τον ήλιο στη Δύση. Σχεδόν σκοτάδι. Σχεδόν νύχτωσε. Αυτό το ‘σχεδόν’ με κάνει να γυρίσω τις ώρες πίσω, στο απόγευμα, στο απομεσήμερο, στο μεσημέρι, στο καλοκαίρι, στις διακοπές που δε λένε να εγκαταλείψουν τη σκέψη μου …..
Καθισμένη στην είσοδο κυκλαδίτικου σπιτιού, στα λευκά σκαλιά, μέρα μεσημέρι, καυτό, ο ήλιος δυνατός στο άσπρο των τοίχων αντανακλά. Μισοκλείνω τα μάτια από το πολύ φως. Τα τζιτζίκια δυνατά, το αεράκι ανακατεύει τα μαλλιά, χαϊδεύει το πρόσωπο. Η ματιά περπατάει, η σκέψη πετάει, ψηλά, ουρανός καταγάλανος, άσπρα σύννεφα σκορπισμένα από το μελτέμι, γλάροι απλώνουν τα φτερά τους και ‘γω μαζί τους ……

Δευτέρα, Μαΐου 22, 2006

ΑΓΑΠΗ

Αγάπη ……, ας τη προσεγγίσουμε από εκείνο το μικρό τούνελ στην άκρη του μυαλού μας, που στο τέλος του πλημμυρίζει με φως, ... με αλήθεια.! Αυτή η αλήθεια είναι πραγματική, και όχι ψευδαίσθηση. Είναι μια αλήθεια μόνη και ξεκάθαρη, που στον αντίποδά της δεν έχει το ψέμα. Δεν έχει τίποτα. Απλά υπάρχει σα μοναδικό, πρωτότυπο και αρχέτυπο σημείο στο χρόνο, στη ζωή, στο πάντα!

Είμαι σπίτι. Ξάπλωσα να κοιμηθώ με το γιο μου μέσα σε ένα καυτό μεσημέρι. Εκείνος σε ανύποπτο χρόνο μου ψιθυρίζει απαλά, «Σ’ αγαπώ!» Τον αγκαλιάζω, ήταν τόσο τρυφερό, και με ένα κρυφό γελάκι τον ρωτάω «Γιατί;» Και μου έδωσε την σημαντικότερη απάντηση που έχω ακούσει ποτέ μου. Αυτή που ίσως δίνει τη μοναδικά σημαντική απάντηση σ’ αυτό το στραπατσαρισμένο γιατί. Μια απάντηση στο χιλιοαπαντημένο και παράλληλα αναπάντητο στους αιώνες ερώτημα «τι είναι αγάπη …;».

Η αφοπλιστική και μονολεκτική απάντηση του γιου μου ήταν «Γιατί …. Θέλω!!!» Συγκλονίστηκα! Έμεινα ακίνητη και χάζευα το μικρό προσωπάκι! Σ’ αγαπάω, γιατί θέλω! Όχι γιατί είσαι η μαμά μου, η αδερφή μου, ο άντρας μου, ο παιδικός μου φίλος! Όχι γιατί είσαι κάτι σημαντικό στη ζωή μου, όχι γιατί έχουμε περάσει τόσα μαζί, όχι γιατί μοιραστήκαμε ευχάριστες και δυσάρεστες αμέτρητες αναμνήσεις, όχι γιατί συμβιώνουμε τόσο αρμονικά! Όχι! Σ’ αγαπάω γιατί θέλω! Γιατί το θέλω! Γιατί το θέλω! Δεν υπάρχει παραπάνω εξήγηση σ’ αυτό. Επειδή το θέλω! Το επιλέγω! Το νιώθω! Γιατί είναι κάτι που ουσιαστικά δεν έχει να κάνει άμεσα με σένα, αλλά με μένα! Με ότι μέσα μου νιώθω για σένα, με ότι θέλω από σένα. Και αυτά είναι δικά μου!

Δεν επηρεάζεις εσύ την αγάπη μου για σένα, αλλά εγώ είμαι ο μόνος υπεύθυνος γι’ αυτό! Και τότε η αγάπη παύει να μπαίνει σε καλούπια, παύει να αποτελεί μπούσουλα, συνταγή, ρουτίνα, συνήθεια. Η αγάπη μπορεί να υπάρξει και να σταθμεύσει παντού, να ταξιδεύει και να κοιμάται όπου να ναι, μακριά ή κοντά, χωριστά ή μαζί! Αυτή η αγάπη μπορεί να χτίσει καινούριους κόσμους, γιατί δε δεσμεύει δυο ανθρώπους δένοντάς τους με την αλληλεξάρτηση, αλλά λειτουργεί αυτόνομα μέσα στον καθένα.

Αυτή η αγάπη γκρεμίζει τους φραγμούς, τα όρια, τα κατεστημένα. Γιατί αυτή η αγάπη ΘΕΛΕΙ! Μπορεί να θέλει! Δεν υποτάσσεται, δεν κατευθύνεται, δεν οριοθετείται από συμπεριφορές. Αυτή η αγάπη δεν απαιτεί, γιατί δεν προέρχεται από κάπου. Αυτή η αγάπη απλά γεννιέται και υπάρχει, γιατί θέλει! Και όταν κάτι δημιουργείται από ένα θέλω, υπάρχει για πάντα, γιατί έχει το στίγμα της δύναμης, της επιθυμίας, της λαχτάρας. Αυτή η αγάπη δεν επισκιάζεται, δεν παραγκωνίζεται, αλλά μπορεί και συνυπάρχει. Δε χάνει το λαμπερό κόκκινο της, δε χάνει τη σειρά της, απλά διατηρεί τη μοναδική θέση της ανάμεσα στα θέλω, στα μοναδικά στοιχεία ενός ανθρώπου που δε ξεχνιούνται ποτέ!

Ανακατέψτε τις αναμνήσεις σας και προσπαθήστε να εντοπίσετε στιγμές και γεγονότα στο παρελθόν. Κάποια τα θυμάστε σαν να ‘ταν χθες και κάποια από το χθες πολεμάτε να τα θυμηθείτε. Τότε αναρωτηθείτε, γιατί; Αγγίξτε αυτές τις έντονες αναμνήσεις και παρατηρήστε γιατί τις θυμάστε. Το πιθανότερο είναι να δείτε ότι αυτές περικλείονταν από ένα τεράστιο θέλω! Γι αυτό έχουν μείνει χαραγμένες παντοτινά. Γι αυτό και σημαντικά γεγονότα της ζωής μας εξασθενίζουν, γιατί τα περισσότερα από αυτά πρέπει να γίνουν για κάποιο λόγο και όχι γιατί ένα τεράστιο «θέλω» τα σπρώχνει να πάρουν μέρος στη ζωή μας!

Είναι κινήσεις, πράξεις, εκφράσεις που έχουν ταυτιστεί με έναν τρόπο ζωής που πρέπει να είναι …. κάπως έτσι. Είναι εκεί που απομακρυνόμαστε τόσο πολύ από αυθεντικές, δικές μας εκφράσεις επηρεαζόμενοι από αυτό που πρέπει, που έχει καθιερωθεί, που αποτελεί γενικώς παραδεκτή επιβεβαίωση αγάπης! Πόσο φθηνό ακούγεται! Πόσο απρόσωπο! Είναι τελικά εκεί που ο άλλος έχει στήσει καρτέρι, όχι για να δει τι κάνεις για να εκφράσεις αυτό που νιώθεις, αλλά για να δει αν τελικά αυτό που κάνεις στρέφεται προς εκείνον και τον επιβεβαιώνει!

Είναι σα να σε αγνοούν, είναι σα να παίρνεις αξία μόνο αν συμβαδίσεις μαζί με τον άλλον, μαζί με αυτό που ονομάζεται κοινή λογική και παραδεκτή συμπεριφορά!. Είναι αυτή η τάση για ταύτιση, που τελικά είναι η παγίδα. Είναι εκεί που η διαφορετικότητα στην αγάπη αιωρείται, υπάρχει, αλλά όταν πάει να εφαρμοστεί παραβλέπεται ως ανασταλτικός παράγοντας. Και ένα - ένα βήμα, μικρό - μικρό γεγονός συνωστίζονται κινήσεις που εν τέλει χρόνια ολόκληρα έχουν καταργήσει την εφαρμογή της διαφορετικότητας και την έχουν αφήσει απλά να κουρνιάζει σε ένα μικρό χώρο μέσα στο σπίτι.

Δεν την απορρίπτουμε, την ξέρουμε, είναι εκεί. Τη βλέπουμε, την επαινούμε κάπου – κάπου, αλλά στο σαλόνι μας δε τη βάζουμε, δεν έχει θέση εκεί! Εκεί για να μπορέσουμε να συνυπάρχουμε πρέπει να είναι όλα αρμονικά, ταιριαστά, όμορφα. Και η διαφορετικότητα δεν είναι όμορφη, δεν είναι αρμονική, δεν είναι ταιριαστή. Είναι όμως τόσο δυναμική, τόσο έντονη, γίνεται τόσο τεράστια όσο την περιορίζεις, που είναι αναπόφευκτο μια μέρα να διεκδικήσει μερίδιο ζωής, γιατί είναι η ζωή!

Χρόνια ολόκληρα κλείνεις τα μάτια. Βάζεις αυτή τη καταραμένη μάσκα για να είναι όλα αρμονικά. Εγώ και εσύ, δυο ανόμοιοι άνθρωποι, βάζουμε την ίδια μάσκα για να κοιταζόμαστε και να θεωρούμε ότι είναι κάτι σημαντικό αυτό που κάνουμε, μπορούμε να μοιάζουμε. Ακόμη πιο σημαντικό που οι μάσκες εναλλάσσονται και πότε φοράς εσύ τη δική μου, πότε εγώ τη δική σου. Μια κίνηση υπεροχής σχετικά με τα δεδομένα της κοινωνίας μας. Όμως στο τέλος τι μένει; Οι μάσκες. Είσαι άλλος από μέσα, είμαι άλλη από μέσα. Κάτι κρύβεται πίσω από τη ματιά της μάσκας και αυτό δε μπορεί να μείνει εκεί! Πρέπει να μάθουμε να ζούμε ελεύθεροι, να έχουμε το σθένος να πετάξουμε τη μάσκα και να ζούμε ΠΑΝΤΑ με τα μάτια καθαρά, τη ματιά ελεύθερη, το πρόσωπο γυμνό, αληθινό, ξεκάθαρο! Αυτό είναι αγάπη. Να θες να αγαπάς τον άλλον με το πρόσωπο καθαρό, γιατί έχεις κάθε μέρα την αντοχή και την επιθυμία να τον αγαπάς έτσι όπως ακριβώς είναι, επειδή το θέλεις!

Αυτό πρέπει να είναι η αγάπη …. Ένα συνεχές θέλω! Θέλω να είμαι εδώ, θέλω να είμαι μαζί σου, θέλω να προχωρήσω στη ζωή, θέλω να αλλάξω, θέλω να σε έχω πάντα κοντά μου, θέλω ΕΓΩ! Εγώ το θέλω, για μένα! Εσύ δε πρέπει να νιώθεις υποχρεωμένος, περήφανος, ευτυχισμένος, ένοχος, λυπημένος, συγκλονισμένος, γοητευμένος, θυμωμένος για ό,τι εγώ θέλω! Γιατί απλά αυτό μου ανήκει και το διαχειρίζομαι όπως …. θέλω!

Γι’ αυτό και κανείς δε μπορεί να αντισταθεί στην απίστευτη ενέργεια ενός δυναμικού και αληθινού θέλω. Κάθε ισχυρό θέλω, κυρίως όταν από πίσω του κρύβεται μια αιώνια συντηρητική αντιμετώπιση των πραγμάτων, ίσως βρει εμπόδια στην πραγματοποίησή του. Ίσως απαιτηθούν λεπτοί χειρισμοί, άριστη συνεργασία, προσοχή και διακριτικότητα.

Μα όταν ένα πραγματικό θέλω επιτευχθεί, τότε η ζωή λάμπει, διαχέεται, ερωτεύεται, τραγουδάει, χαμογελάει, τρελαίνεται και γίνεται ατίθαση, λαχταριστή, ζουμερή, φανταστική, μυστηριώδης γιατί απλά …. έτσι θέλει!!

Τετάρτη, Μαΐου 10, 2006

ΕΡΩΤΑΣ

Θα μιλήσουμε για έρωτα! Μέσα στην ευρύτητά του, με την απλότητά του και την κυρίαρχη θέση του στη ζωή μας, σε όποια μορφή και αν τον διαθέτουμε, πάντα δημιουργεί ποικίλα συναισθήματα. Η πρόκληση για να γραφεί το άρθρο αυτό ήρθε από ένα μακρινό φίλο και μια ενδιαφέρουσα παράγραφο της επιστολής του, την οποία και σας μεταφέρω.

«Ας αναφερθούμε στον Έρωτα. Τον γιο του Άδωνη και της Αφροδίτης. Ποιος είναι τελικά ο έρωτας; Τι κάνει ο έρωτας; Πως καταφέρνει να τα κάνει όλα αυτά τελικά; Όλοι μιλάμε για τον έρωτα. Τραγούδια αφάνταστα πολλά στο όνομά του να εξυμνούν τις χαρές του, τα καλά και τα άσχημά του. Έχει άραγε άσχημα; Τόσοι πολλοί τον σεκλετίζουν και ανάθεμά με αν έστω λίγοι απ’ αυτούς, ένας ή δύο τον γνωρίζουν, τον έχουν ζήσει ολάκερο, στον μέγιστο βαθμό. Μεγάλο πράγμα ο Έρωτας και τα παράγωγά του. Το μεγαλείο του Έρωτα λοιπόν δε χωράει στην ύλη, δεν μπαίνει σε καλούπια, δεν έχει αρχή, ούτε τέλος. Εσύ τι πιστεύεις;»

«Εσύ τι πιστεύεις;», ακόμα στριφογυρνάει αυτή η ερώτηση στο μυαλό μου. Με έχουν απασχολήσει οι ανθρώπινες σχέσεις, οι ερωτευμένοι, όλα αυτά τα συναισθήματα που ξεχύνονται και κατακλύζουν την κάθε ύπαρξη που ερωτεύεται. Αλλά … τι είναι ο έρωτας; Τρομάζω! Ξέρω; Πιστεύω κάτι; Ένα κενό. Στη σκέψη. Στο λόγο. Στην έκφραση. Ξαφνικά με κατακλύζει ένα άγχος. Τι πάω να γράψω; Κάτι που δε ξέρω καν πώς να το ξεκινήσω! Κάτι για το οποίο ποτέ δεν είχα μια σειρά οργανωμένων σκέψεων, έστω προβληματισμών, έστω αναζητήσεων; Ηρεμία. Κλείνω τα μάτια. Θα γράψω αυτό που πρώτο έρχεται στο νου μου.

«Ήθελα να ‘μαι η αφή στην άκρη των δαχτύλων σου, ότι αγγίζεις να’ χει κάτι και από μένα, να ‘μαι τη νύχτα η φωνή χαμένων φίλων σου, που λεν’ τραγούδια παλιά και αγαπημένα. Ήθελα να ‘μαι εισιτήριο στη τσέπη σου, όταν σε μένα ταξιδεύει η σκέψη σου. Ήθελα να ‘μαι η σκιά στην άκρη των βλεφάρων σου, η μόνη λέξη στο παραμιλητό σου, να ‘μαι η πρώτη ρουφηξιά από το τσιγάρο σου, και η τελευταία η γουλιά από το ποτό σου. Ήθελα να ‘μαι αστραπή που σβήνει μες το βλέμμα σου, πάνω στο χέρι η τυχερή γραμμή σου, να ‘μαι κρυμμένος πυρετός μέσα στο αίμα σου για να ξυπνάω τις φωτιές μες το κορμί σου.»

Ναι, ο έρωτας αντικατοπτρίζεται στο τραγούδι. Η αναζήτηση του έρωτα αναπόφευκτα οδηγεί τα χνάρια της σκέψης στο τραγούδι. Η μουσική και ο στίχος αγκαλιασμένοι μιλάνε γι’ αυτό που βαθύτερα συγκινεί τον άνθρωπο. Αυτό που ένας άνθρωπος θέλει να είναι για κάποιον άλλο. Ο έρωτας πιστεύω ότι είναι η μέγιστη επιθυμία ενός ανθρώπου να αποτελεί για τον άλλον τη μοναδική ύπαρξη, την απόλυτη ταύτιση, τη μέγιστη ικανοποίηση. Είναι αυτό που δεν περιμένει να πραγματοποιηθεί αλλά να υπάρξει, όχι να δημιουργηθεί αλλά να γεννηθεί. Ο έρωτας είναι αυτό που ποθεί μέχρι τα τρίσβαθά του ένας άνθρωπος, να συναντήσει στο δρόμο της ζωής του, αυτόν ή αυτήν που θα τον θέλει όπως εκείνος θέλει!

Φαίνεται περίπλοκο; Είναι αληθινό. Γιατί άραγε μιλάμε για αδερφή ψυχή; Για το άλλο μισό; Γι’ αυτόν που ταιριάζει απόλυτα; Γιατί τόσο εύκολα αυτό ανατρέπεται; Γιατί όσο μεγαλώνουμε είμαστε πιο απαιτητικοί στον έρωτα; Γιατί υπάρχει ο κεραυνοβόλος έρωτας; Γιατί όταν λέμε ότι ερωτευόμαστε κάποιον νιώθουμε αυτά τα πρωτόγνωρα συναισθήματα και καρδιοχτύπια;
Γιατί πίσω από όλα αυτά είναι η εσωτερική απεγνωσμένη προσπάθεια να βρούμε, να ερωτευτούμε, να έχουμε στο πλάι μας έναν άλλον άνθρωπο που θα μας θέλει όπως θέλουμε. Που θα μας αγαπάει όπως θέλουμε να μας αγαπάει. Που θα μας σκέφτεται όπως θέλουμε να μας σκέφτεται. Είναι η προσέγγιση του εαυτού μας που λατρεύουμε, αλλά με τα χρόνια που περνάνε τον απαρνιόμαστε, τον νοθεύουμε, τον ξεχνάμε.

Εκείνες τις πρώτες στιγμές, μέρες, βδομάδες, μήνες του έρωτα έχουμε όλα αυτά τα συστατικά στην καλύτερη προσέγγισή τους. Είναι εκεί που ο οποιοσδήποτε εγωιστής εαυτός κάνει πέρα και αποδεχόμαστε, θέλουμε να αποδεχθούμε, τον άλλον όπως είναι, τον αφήνουμε δηλαδή στην απόλυτη ελευθερία και μοναδικότητά του. Από εκεί γεννιούνται όλα αυτά τα συναισθήματα. Από το ότι αφηνόμαστε και αφήνουμε τον άλλον να είναι αυτός που επιλέγει κάθε στιγμή. Με σκοπό να μας θέλει και να μας προσελκύσει να τον θέλουμε. Είναι δηλαδή η προσέγγιση της ουσίας του έρωτα.

Ο έρωτας είναι η ασυνείδητη αναζήτηση ενός άλλου ανθρώπου, που θα μας προσφέρει και θα φέρει στην επιφάνεια όλα αυτά που επιθυμούμε από τον εαυτό μας. Ένας άλλος άνθρωπος που θα είναι παράλληλα όλα όσα είμαστε. Γιατί ο πραγματικός έρωτας, αυτός που τον ζουν οι λίγοι, που τον ζουν ολάκερο, είναι οι δρόμοι δύο ανθρώπων που πάνε παράλληλα, δίπλα, που ακουμπάνε, που χαϊδεύουν, που λατρεύουν να ακολουθούν την ίδια πορεία ακολουθώντας το δικό του μονοπάτι ο καθένας.

Οι παραπάνω στίχοι που ανέφερα είναι του Ηλία Κατσούλη ερμηνευμένοι από τον Παντελή Θαλασσινό σε μια μουσική που σε ταξιδεύει. Το θεωρώ το απόλυτο ερωτικό τραγούδι που αποτυπώνει θαυμάσια όλα αυτά που είναι Έρωτας. Όλα αυτά που δίνουν την ονειρική του διάσταση έξω από πλαίσια, από καλούπια, από ύλη. Γιατί όταν μιλάμε για αισθήσεις, για ήχους, για φιλία, για μουσική και ταξίδι, για βλέμμα, για ονειρικές καταστάσεις, για απόλαυση, για φυσικά φαινόμενα και τύχη, για πόθο, τότε αυτά έχουν ένα κοινό. Τα απροσδιόριστα όρια, την ατέρμονη εννοιολογική διάσταση, την χαμένη ερμηνεία τους και επεξήγησή τους στο χρόνο. Αν όλα αυτά αποτελούν και ορίζουν ένα συναισθηματικό πλαίσιο για τον έρωτα τότε …. πράγματι ο έρωτας δεν είναι ύλη, δεν είναι έννοια, δεν είναι κάτι που απλά μπορεί να οριστεί με λέξεις παρά μόνο με επιθυμίες!

Έρωτας είναι εκεί που ο εαυτός συναντά τη μοναδική ευκαιρία να αντικρίσει στα μάτια ενός άλλου, τον ίδιο. Και λέγοντας τον ίδιο εννοούμε τις βαθύτερες αρχές και αξίες της ύπαρξης, τους βαθύτερους πόθους, τις βαθύτερες σκέψεις, το βαθύτερο νόημα της ζωής που ο καθένας κουβαλάει μέσα του. Είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει. Είναι αυτό που οι περισσότεροι δε καταφέρνουν να ζήσουν. Έτσι προσπαθούμε στο πρόσωπο του άλλου, του ανθρώπου που βρίσκεται στο πλάι μας, να συγκεντρώσουμε όσα περισσότερα μας ανήκουν, μας ενδιαφέρουν, μπορούμε να συμβιβαστούμε ή να αλλάξουμε. Τότε προσπαθούμε να πιάσουμε τον έρωτα από το χέρι και να τον προσαρμόσουμε στα δεδομένα μας. Τότε έχουμε ένα δικό μας δημιούργημα, που όμως περνάει και αυτό τις δοκιμασίες του και μας προσφέρει την ικανοποίηση να μπορούμε να μοιραστούμε τη ζωή μας με κάποιον άλλον, και αυτό είναι επίσης μια άλλη αγαπημένη διαδικασία ζωής.

Ο πραγματικός έρωτας, είναι …. ότι δε ζητάς και σου δίνεται, ότι δε προσμένεις και το εισπράττεις, είναι η ηδονή που νιώθεις πριν το άγγιγμα, το πάθος που κυριαρχεί χωρίς να έχεις προσπαθήσει γι’ αυτό, το να νιώθεις σημαντικός, ποθητός, υπέροχα μοναδικός μόνο από ένα βλέμμα. Έρωτας δεν είναι αυτό που βλέπεις και ακούς αλλά αυτό που νιώθεις και αυτό που από τη φαντασία σου γίνεται πράξη χωρίς να το επιδιώξεις.

Μια φράση από το βιβλίο το Πάουλο Κοέλο «11 λεπτά», θα αφήσω να συνδυαστεί στις σκέψεις μας με όλα τα παραπάνω. «Ο έρωτας δεν βρίσκεται στον άλλον, είναι μέσα σε μας τους ίδιους: εμείς τον ξυπνάμε. Αλλά για να τον ξυπνήσουμε, χρειαζόμαστε τον άλλον.»

ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ

Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει, διαβάσει ή συζητήσει διάφορα θέματα που περιστρέφονται γύρω από απόψεις που έχουμε, θεωρητικές αναλύσεις και συμπεράσματα που βγάζουμε από γεγονότα εκτός και εντός της δικής μας ζωής. Πολλοί αρέσκονται απλά να τα συζητάνε και όταν τελειώνει η κουβέντα, γυρνάνε το διακόπτη και επανέρχονται στις καθημερινές απόψεις τους που απλά βολεύουν ώστε να ζούνε ήσυχα χωρίς αναταράξεις και αντιδράσεις. Άλλοι προσπαθούν να υιοθετήσουν νέες τακτικές, που άκουσαν ή συμπέραναν, που πιθανόν να τους ταιριάζουν. Άλλοι απλά αντιδρούν και διαφωνούν με στις θεωρίες και τα λόγια. Όλοι όμως κάποια στιγμή διατυπώνουν το ερώτημα …….

« καλή η θεωρία αλλά στην πράξη τι γίνεται;»

Αυτή η ερώτηση κάποτε ήταν το σήμα κατατεθέν των κάθε λογής προβληματισμών που είχα! Σήμερα απλά με εκνευρίζει όταν την ακούω! Αλήθεια σας λέω! Και ξέρετε γιατί; Γιατί συνειδητοποιώντας το πρώτα σε μένα και μετά σε όλους όσους χρησιμοποιούν με μεγάλη ευκολία αυτή την ερώτηση, βλέπω ότι αναδύεται με ένα ειρωνικό χαμόγελο η εξής απαίτηση ….

«Άσε τα λόγια τώρα και λέγε κάτι πρακτικό. Να κάνω συγκεκριμένα πράγματα, αυτό και το άλλο, για να είμαι ικανοποιημένος και να τα έχω όλα όπως τα θέλω. Πρακτικά πράγματα ….»

Αυτό μου θυμίζει σα να ζητά κάποιος να του πούνε μια συνταγή, τόση ζάχαρη, τόσο αλεύρι και ψήσιμο στους 250. Δυστυχώς έτσι είναι …… Έχουμε μάθει να αναζητάμε λύσεις στα οποιαδήποτε προβλήματα μας απασχολούν, μικρά ή μεγάλα, έτοιμες, συγκεκριμένες, εύκολες, πρακτικές που να μην απαιτούν από μας τίποτα να επενδύσουμε, ούτε καν τη δική μας διαδικασία σκέψης!

Σαφώς και «Θεωρία» με Θεωρία έχει διαφορά. Το πώς θα διατυπωθεί αυτό που μας καλεί να το εφαρμόσουμε για να καταφέρουμε εμείς μόνοι μας να αναζητήσουμε τις κατάλληλες λύσεις μέσα μας. Αυτές που μας ταιριάζουν και μπορούμε να υποστηρίξουμε και όχι απλά να εφαρμόσουμε.
«Θεωρία» λοιπόν είναι να λες «Αν βρεις τον πραγματικό σου εαυτό θα γίνουν όλα όπως τα θες» και
Θεωρία επίσης είναι να λες «Εσύ έχεις τη δύναμη μέσα σου να αναζητήσεις τον εαυτό που διαθέτεις, τον εαυτό που είσαι ήδη. Να δεις τη ζωή σου σα να είσαι εσύ το υποκείμενο όλων όσων ζεις και ότι εσύ και μόνο έχεις τη δύναμη να δημιουργήσεις το παρόν σου. Κτλ κτλ»

Σαφώς και δεν είναι οδηγίες χρήσης, αλλά μιλάει με πραγματικά δεδομένα. Σου λέει πώς να σκεφτείς και ποια πορεία αναζήτησης να ακολουθήσεις, αλλά παράλληλα σου αφήνει το περιθώριο να βάλεις τη δική σου αντίληψη, τη δική σου πρακτική και το δικό σου τρόπο σε αυτό.

Όλα ξεκινάνε και καταλήγουν στη συνείδηση! Στην αυτοσυνείδηση! Να συνειδητοποιήσεις ποιος είσαι, τι θες, τι πιστεύεις πραγματικά χωρίς να επηρεάζεσαι από εξωτερικούς παράγοντες. Να δέχεσαι ερεθίσματα που ακόμα και σε μια πρώτη φάση μοιάζουν αντίθετα με το δικό σου τρόπο. Είναι αυτό που πολλές φορές λέμε εδώ, να θέτεις τον εαυτό σου σε διαθεσιμότητα. Τότε οι θεωρίες, τα λόγια, οι κουβέντες, οι αναλύσεις θα μοιάζουν με προκλήσεις και αφορμές να προβληματιστείς ή να αποδεχτείς κάτι καινούριο ή να απορρίψεις κάτι το οποίο είναι αποδεδειγμένα αντίθετο με τη δική σου και μόνο τη δική σου ιδιοσυγκρασία! Δεν απορρίπτουμε, δεν κρίνουμε και δεν σηκώνουμε το ανάστημά μας ενάντια σε κάτι που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι η άποψη του διπλανού μας. Ακόμα και μια και μοναδική γνώμη για κάτι αν έχει διατυπωθεί σημαίνει ότι εκφράζει έναν μοναδικό και ξεχωριστό άνθρωπο και όλα αυτά που τον συνοδεύουν σαν προσωπικότητα.

Θα σας γράψω μια άποψη που απεγνωσμένα έψαχνα να βρω για να εκφράσω αυτό που ένιωθα εγώ, αλλά δε μπορούσα να διατυπώσω. Ενώ ένιωθα πως άλλαξα σε πολλές παγιωμένες αντιλήψεις μου, πως συνειδητοποίησα πολλά από αυτά που θέλω, αλλά είχα αφήσει στην άκρη, πως συνάντησα ένα μεγάλο μέρος του πραγματικού μου εαυτού, πρακτικά και φανερά, λίγα πράγματα άλλαξαν στην καθημερινότητά μου.

«……υπάρχει η βασική ελευθερία να διαλέξεις μόνος σου τη στάση που θα πάρεις απέναντι στη μοίρα σου. Η στάση σου αυτή μπορεί να μην αλλάζει τη μοίρα σου, αλλάζει όμως βαθιά το άτομό σου!», Ρόλο Μέϋ

Όταν το διάβασα αυτό, ειλικρινά συνάντησα αυτό ακριβώς που αναζητούσα. Ήταν σα να ανακάλυπτα ένα κρυμμένο μέσα μου μυστικό που δεν έβρισκε τις λέξεις να βγει προς τα έξω. Δε ψάχνουμε λοιπόν να βρούμε αυτό που θα μας κάνει σε μια νύχτα από βατραχάκια, πρίγκιπες! Δεν επιδιώκουμε να αλλάξουμε τη ζωή μας, την εξωτερική, που αποτελείται από χιλιάδες παράγοντες, που νιώθουμε ανυπεράσπιστοι όταν τους μετράμε, παράγοντες σταθεροί και αμετάβλητοι. Αυτό που επιδιώκουμε όμως είναι να βρούμε, να ξεθάψουμε τον πραγματικό μας εαυτό, που βρίσκεται μέσα μας, τον κατέχουμε, δεν τον ανακαλύπτουμε εξ’ αρχής. Δε του δίνουμε νέα μορφή, δεν το μετασχηματίζουμε. Υπάρχει εκεί! Πρέπει να προσδιορίσουμε τη στάση που θέλουμε να κρατάμε απέναντι στη μοίρα, στη ζωή, στο κάθε ένα μικρό ή μεγάλο γεγονός. Ό,τι κάνουμε να αντιπροσωπεύει εμάς και μόνο.

Να εξοικειωθούμε με τη διαδικασία ό,τι μας αφορά να ξεκινάει και να τελειώνει σε μας. Μόνο τότε αλλάζουμε! Αλλάζουμε βαθιά! Κάνουμε και ήμαστε αυτό που θέλουμε!! Και τότε συνειδητοποιούμε ότι θεωρία και πράξη ταυτίζονται μέσα μας!

ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΜΕ

Πριν αρκετές μέρες αντάλλαξα κάποια ηλεκτρονικά μηνύματα με μια πολύ καλή μου φίλη, που ξέρει καλά να πυροδοτεί φοβερές συζητήσεις ανάμεσά μας. Ξέρει καλά πώς να μου δίνει αφορμές για να σκεφτώ πολλά και διάφορα και μαζί μοιραζόμαστε ατέλειωτες κουβέντες και αναλύσεις πίνοντας για ώρες μια κούπα καφέ. (Είμαστε ασύμφορες για τις καφετέριες .... το ξέρουμε!) Επειδή λοιπόν είχαμε αρκετό καιρό να τα πούμε και συνήθως διαβάζει τα άρθρα μου όταν θυμηθώ να τις τα στείλω με e-mail, μου έθεσε μια ερώτηση προς συζήτηση, σε ανταπάντηση των άρθρων μου, δίνοντας μου μια αφορμή
ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ;

Οι σκέψεις μου στην αρχή είναι σιωπηρές και μετά αρχίζουν ν’ αποκτούν μορφή, σχήμα και περίγραμμα. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι μια τόσο απλή ερώτηση που άπειρες φορές την έχουμε ακούσει, την έχουμε σκεφτεί, την έχουμε διατυπώσει, με συγκεκριμένο υποκείμενο ή αόριστα. Η πρόταση αυτή καθ’ εαυτή νομίζω ότι κρύβει μια αρνητικότητα. Ένα αρνητικό ερώτημα. Δηλαδή ότι ο άνθρωπος δε μπορεί εν τέλει να κάνει αυτά που θέλει και η ερώτηση μετατρέπεται στο κατά πόσο θεωρεί ο καθένας εφικτό να ανατραπεί αυτό το σκηνικό. Αυτός είναι ο πρώτος δικός μου συνειρμός ….

Επίσης προσπαθώντας να τοποθετήσω τις σκέψεις μου σε μια πορεία και να τις συγκεκριμενοποιήσω, σκέφτομαι ότι είναι μια πολύ γενική ερώτηση και θα προσπαθούσα ίσως να τη διαχωρίσω.

Πράγματα που θέλει να κάνει ο άνθρωπος, αλλά δε του επιτρέπει το περιβάλλον του να κάνει;
Πράγματα που θέλει, αλλά δε συμβαδίζουν με την κοινή λογική;
Πράγματα που θέλει μέσα του, αλλά νομίζει ότι είναι υπερβολικά και παράλογα;
Πράγματα που θέλει, αλλά οι άλλοι θέλουν κάτι άλλο και συμβιβαστικά δε τα ακολουθεί;
Πράγματα που λαχταράει, αλλά είναι πρακτικώς αδύνατο να τα πραγματοποιήσει;

Νομίζω ότι αν σκεφτώ κι άλλο, θα βρω πολλά παρόμοια ερωτήματα. Οπότε το βασικό ερώτημα αποκτά πολλά παρακλάδια, που πιστεύω ότι κάποιο από όλα αυτά ενδόμυχα κυριαρχεί σε αυτόν που επιλέγει να κάνει αυτή την γενική ερώτηση. Διότι κυριαρχεί πάντα σε αυτά τα θέματα ο φόβος μήπως αποκαλύψουμε κάτι πιο προσωπικό, κάτι το οποίο μετά δε θα μπορούμε να υπερασπιστούμε ή να υποστηρίξουμε επειδή απλά δε θέλουμε. Αυτό όμως θα μπορούσε να αποτελέσει ένα άλλο ….. θέμα.

Αυτά τα ερωτήματα υπάρχουν μέσα στον καθένα όσο ικανοποιημένος κι αν είναι από τη ζωή του. Διότι η αρχή όλων αυτών των ερωτημάτων είναι το ότι δε μπορούμε να κάνουμε κάτι που θέλουμε, οπότε και υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας που με βάση αυτά, δε νιώθουμε ικανοποιημένοι.
Νομίζω ότι ένα τέτοιο ερώτημα βρίσκει μόνο του την απάντησή του ανατρέχοντας σε άλλα ερωτήματα που θα έπρεπε να γίνουν πριν από αυτό.

Όπως για παράδειγμα,
Τι είναι αυτό που με σταματάει να κάνω αυτό που θέλω;
Γιατί θέλω κάτι για το οποίο συντρέχουν κάποιοι λόγοι που δε μπορώ να το καταστήσω εφικτό;
Τι είναι αυτό και τι ειδικό βάρος έχει, που το τοποθετώ πάνω από αυτό που θέλω και με σταματάει;
Πόσο συνειδητά επιλέγω να μη κάνω αυτό που θέλω εξ’ αιτίας κάποιου από τους παραπάνω λόγους;
Τι απωθημένο μένει μέσα μου από αυτή την αποτροπή και γιατί;

Ίσως και πολλά ακόμα ….. Οπότε το θέμα έγκειται στο να προσδιορίσουμε τη φύση αυτού που θέλουμε και δε μπορούμε να κάνουμε!
Πόση σχέση έχει αυτό με τον εαυτό μας, την έκφρασή του, τις απόψεις, τα πιστεύω, τις ανάγκες μας και πόση σχέση έχει με την αιτία που μας προκαλεί τη στέρησή του. Πόσο λειτουργούν και εδώ οι προσδοκίες των άλλων για μας, οι μεταφερόμενες προσδοκίες των άλλων στον εαυτό μας και από κει πάλι σε μας τους ίδιους. Πόση σχέση έχει αυτό με τη δύναμη και την πεποίθησή μας να επιλέγουμε τη ζωή μας εφόσον όμως είμαστε σίγουροι γι’ αυτό που λέμε ότι επιθυμούμε.

Νομίζω τελικά ότι όλα τα ερωτήματα καταλήγουν σε ένα και μοναδικό σημείο αναφοράς. Στον ίδιο μας τον εαυτό! Στη σχέση που έχουμε με τον εαυτό μας, στις απόψεις και τα πιστεύω που έχουμε διαμορφώσει και που όμως τα αντιλαμβανόμαστε και τα συνειδητοποιούμε σαν απολύτως δικά μας και όχι από τη ζύμωσή μας με τους ανθρώπους γύρω μας. Άσχετα με το πώς οι άλλοι κρίνουν αυτά που θέλουμε και πιστεύουμε, με πόση δύναμη (αρχικά μέσα μας και μετά “έξω” μας) μπορούμε αυτά να τα υπερασπιστούμε.

Όλα στρέφουν το βλέμμα στη συνειδητοποίηση του πραγματικού εαυτού που κρύβουμε μέσα μας και τις περισσότερες φορές σαμποτάρουμε για χίλιους δύο μικρούς ή μεγάλους λόγους. Το να βρεις τον πραγματικό σου εαυτό και κατ’ επέκταση να συνειδητοποιήσεις απόλυτα αυτά που θέλεις, είναι πολύ εύκολο να το λέει κάποιος, αλλά το αντιλαμβάνεται απόλυτα μόνο όποιος το έχει βιώσει. Όποιος έχει παρατηρήσει τον εαυτό του να μεταβάλλεται από τον άνθρωπο που είναι, στον άνθρωπο που θέλει να είναι! Είναι κορυφαίο συναίσθημα και σηματοδοτεί μια υπέροχη μοναδική πορεία μέσα από καταστάσεις και συναισθήματα που είναι ποικίλα, αλλά τα απολαμβάνεις γιατί προέρχονται από σένα τον ίδιο και τις δικές σου επιλογές. Επιλογές που θες και μπορείς να υποστηρίξεις όποιες και αν είναι, ότι κριτική και αν σου κάνουν οι άλλοι, ότι και αν πιστεύουν. Δε αδιαφορείς, δεν κατακρίνεις απλά αποδέχεσαι τη μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου να είναι αυτός που θέλει, όπως και για τον ίδιο σου τον εαυτό. Κανείς και τίποτα δε πρέπει να σταθεί ορόσημο στη συναισθηματική σου ασφάλεια.

Αυτό είναι κάτι που πρέπει πρώτα να αναβλύζει από μας τους ίδιους! Κανείς δεν έχει τη δύναμη να μας το προσφέρει, έστω και μόνο με την παρουσία του. Οι άνθρωποι γύρω μας δεν είναι εκεί για να μας προσφέρουν πάντα κάτι που χρειαζόμαστε (συναισθηματικό, υλικό ή υποστηρικτικό). Είναι εκεί για να κάνουν τη ζωή μας ομορφότερη στην κάθε φάση που περνάμε. Σ’ αυτή τη ζωή υπάρχουν άνθρωποι για τους οποίους θα χρειαστεί να συμβιβαστούμε σε ότι αφορά την κοινή εύκολη συμβίωση μας σε πρακτικό επίπεδο, αλλά όχι την ανάπτυξη του εαυτού μας και την πορεία μας προς ένα αισιόδοξο και υπέροχο δικό μας μέλλον!

Πιστεύω ότι ακολουθώντας την πορεία των σκέψεών μου φτάνω κάπου εδώ. Δε μπορώ όμως να αντισταθώ και να μην αναφέρω τη συνέχεια του ερωτήματος που έκλεινε κάπως έτσι :« …… καλή η θεωρία αλλά στην πράξη τι γίνεται;».
Και επειδή ξέρω ότι πολύ από εσάς διαβάζοντας οποιεσδήποτε σκέψεις, απόψεις, γνώμες, αναλύσεις, που σε μια πρώτη συνάντηση μαζί τους φαντάζουν πολύ θεωρητικές για να είναι αληθινές, σας προετοιμάζω γι’ αυτό το καίριο ερώτημα ….

Να περνάτε όσο καλύτερα μπορείτε και μη ξεχνάτε …. ν’ αυτοσχεδιάζετε σ’ αυτά που θέλετε, σ’ αυτά που δε θέλετε και σ’ αυτά που σας ανήκουν!

ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ό,τι συμβαίνει και συμμετέχουμε σε αυτό μας δίνει αφορμές να σκεφτούμε και να προκαλέσουμε τον εαυτό μας να αναρωτηθεί για όλα όσα θέτουμε μέσα μας σε διαθεσιμότητα. Δημιουργούνται στιγμές που ο καθένας δίνει μια ευκαιρία στον εαυτό του να αναθεωρήσει πάγιες καταστάσεις και συναισθήματα, τακτικές που στοιχειώνουν τη νοημοσύνη και την πορεία προς τα μπρος. Δίνεται η δυνατότητα να καταστήσουμε τις συμπεριφορές μας απαλλαγμένες από μικρότητες, μιζέριες, ψευτοεπαναστάσεις και λόγια που προφέρονται με στόμφο, αλλά καταλήγουν να συναγωνίζονται σε μέγεθος το ύψος ενός μυρμηγκιού. Είναι εκεί που αναλογιζόμενοι τον εαυτό μας μέσα σε ένα ανθρώπινο σύνολο στο οποίο εντασσόμαστε ως καλύτεροι αλλά και υποδεέστεροι ταυτόχρονα, συγκρινόμενοι πάντα, καταλήγουμε ότι η συνείδηση της εξέλιξης της ζωής συναντά την διάθεση αλλαγής του κόσμου.

Λόγια απλώνονται μπροστά μας, λόγια που εντοπίζουν μια ματαιότητα στην εξέλιξη της ζωής, μια πολιτικοποίηση των πάντων, μια διάθεση κατευθυνόμενων δράσεων. Κουβέντες που δείχνουν να θέλουν να αλλάξουν ριζικά τον κόσμο. Έναν κόσμο που απλά πορεύεται στο αύριο. Έτσι όπως πορεύεται. Όπως πορευόταν πάντα. Έτσι όπως τον ορίζει η ίδια η ζωή.

Νομίζω ότι η περίοδος των ουτοπικών λόγων και των μεγαλεπίβουλων συνειδητοποιήσεων, μιας κοινωνίας που καταρρέει μπρος στα οποιαδήποτε συμφέροντα, πρέπει να αρχίσει να εγκαταλείπει τον ζωτικό της χώρο μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων που αυτοχαρακτηρίζονται επαναστάτες. Σήμερα το να ελπίζουμε πως θα γυρίσει ο τροχός ανάποδα είναι απλά άρνηση του παρόντος.

Σήμερα αυτό που έχει σημασία είναι ο άνθρωπος να συνειδητοποιήσει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο. Ότι είναι μέρος αυτού ακριβώς του κόσμου. Να αναπτύξει τα αισθητήριά του έτσι ώστε να διαχωρίσει την προσωπική του εξέλιξη από την εξέλιξη των τεχνοκρατικών συστημάτων, που με το δικό τους τρόπο προσπαθούν να ορίσουν την οργάνωση και ανάπτυξη μιας κοινωνίας.

Οι βολές που εξακοντίζονται κατά παντός υπευθύνου είναι ολοένα και αυξανόμενες. Βολές προς μια στείρα κοινωνία που μόνο ακολουθεί και φοβάται να ανασηκώσει το ανάστημα της. Βολές προς κάθε πολιτικό σύστημα που προσπαθεί να κατευθύνει την εκάστοτε τάξη πραγμάτων. Βολές προς την αδράνεια, που έκδηλα ακολουθείται σε ζωτικούς τομείς και επηρεάζει την ποιότητα ζωής του κάθε πολίτη και την πνευματική του αναβάθμιση. Βολές προς τις γυρισμένες πλάτες στην συνεχιζόμενη και ενεργή πολιτιστική δράση, τη δημιουργική παιδεία, την πνευματική αφύπνιση. Βολές που μοιάζουν όμως ολοένα και περισσότερο να ξεπετάγονται από ένα παιδικό πείσμα, από ένα χτύπημα του ποδιού, αντιδρώντας σε έναν κόσμο που βηματίζει χωρίς να ρωτά. Πάντα έτσι ήταν. Έτσι είναι και σήμερα!

Η πλειοψηφία των ανθρώπων μπορεί πια να απομακρύνει το βλέμμα από τον καθημερινό αγώνα για επιβίωση και τις κλειστές διαπροσωπικές του σχέσεις. Επιδιώκει και αρχίζει να εντάσσει τον εαυτό του στο πραγματικό πλαίσιο του κόσμου όπου ανήκει με όλες τις παραμέτρους που τον ορίζουν και δεν τον αφήνουν πια στο περιθώριο, αλλά ούτε και τον ίδιο ασυγκίνητο.

Η επισήμανση της ματαιότητας, της κατάρρευσης, της επιβαλλόμενης κατεύθυνσης, της αρνητικής πλευράς της παγκοσμιοποίησης και των κάθε λογής πολιτικών συστημάτων και λειτουργιών και τόσων άλλων, είναι ο ένας δρόμος. Κατά τη γνώμη μου ο πιο στείρος, ο πιο αδιέξοδος, αυτός που δε μπορεί να οριστεί πρακτικά, πραγματικά και να εφαρμοστεί στη ζωή του καθενός μας ώστε να την αλλάξει.
Ο άλλος δρόμος είναι η συνείδηση, η αυτοσυνείδηση και η επίγνωση αυτού που συμβαίνει γύρω μας, που μας ενοχλεί ή όχι, σε διαφορετική κλίμακα τον καθένα. Είναι ο δρόμος όπου καλείται να λειτουργήσει ο ίδιος ο άνθρωπος για τον εαυτό του και να τοποθετηθεί στον πραγματικό κόσμο που τον περιβάλλει και όχι στον ουτοπικό κόσμο που επιθυμεί. Για να αποκτήσει τον κόσμο που επιλέγει νοητικά πρέπει να συνειδητοποιήσει τον κόσμο όπου ανήκει. Να τον αποδεχθεί με τη σημαντικότητα που έχει για τον ίδιο τον εαυτό και να τοποθετηθεί σχετιζόμενος μαζί του. Μόνο έτσι θα καταφέρει να ορίσει και τον τρόπο που επιθυμεί να λειτουργήσει, να πράξει, να πορευτεί και κατ’ επέκταση να αλλάξει ο ίδιος ως πραγματικός εαυτός πια αλλά και ο μικρόκοσμος γύρω του που τον αφορά άμεσα.

Με αυτή την ακολουθία σκέψεων εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί πόσο ευκολότερο είναι να επιτευχθεί μια ριζική αλλαγή σε βάθος χρόνου από το να καταναλωνόμαστε σε λόγια χωρίς πρακτική, σε κουβέντες που ανυψώνουν το επαναστατικό αίσθημα αλλά ρίπτουν σε μεγάλα βάθη το ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Ο άνθρωπος λοιπόν πρέπει να νιώσει μέρος αυτού του κόσμου με ότι χαρακτηρισμούς και αν του αποδίδονται. Ένα μέρος του κόσμου που όμως δεν ταυτίζεται μαζί του, αλλά τον αποτελεί.

Ο άνθρωπος πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι δε ζει τη ζωή του για να ανατρέπει τα πάντα, για να εναντιώνεται στα πάντα, για να συνειδητοποιεί κάθε μέρα την απογοήτευσή του για την αδυναμία του να κάνει πράξη τις ουσιαστικές του ανησυχίες για την εξέλιξη της ζωής. Γιατί όλη αυτή η αντίδραση δημιουργεί μια κατάσταση χωρίς ανταπόκριση, χωρίς πρακτική, χωρίς προοπτική, που τις περισσότερες φορές εγκλωβίζει και κάποιες άλλες καταντά τραγελαφική.

Δεν αρκεί πια να προσπαθούμε να αλλάξουμε τον κόσμο αλλά να στραφούμε σε έναν αγώνα να συνειδητοποιήσει ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά τον εαυτό του μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο και μέσα σε αυτή την εξέλιξη, που δεν τον ικανοποιεί. Είναι το πιο απλό και το πιο εύκολο. Είναι αυτό που “μιλάει” με πραγματικές συνιστώσες και όχι βάση ενός ουτοπικού συστήματος συντεταγμένων, που το μόνο που προσφέρει είναι ένα πλαίσιο χωρίς πραγματικά όρια, χωρίς ουσία, χωρίς δράση ουσιαστικά.

Μοιάζει σα να παρασέρνει τις κάθε λογής κουβέντες ένας άνεμος δυνατός και να τις εξαφανίζει ανάμεσα στα βιαστικά βήματα τις εξέλιξης που δε ρωτά, που δε κοντοστέκεται, που προχωρά τις περισσότερες φορές ερήμην μας. Ναι, πρέπει να το παραδεχτούμε, να το συνειδητοποιήσουμε. Πάντα έτσι ήταν και έτσι θα συνεχίσει να είναι! Όσοι προσπάθησαν μόνο με ιδέες να αλλάξουν τον κόσμο δεν το πέτυχαν. Ας ακολουθήσουμε λοιπόν αντίστροφη πορεία και ας στραφούμε σε αυτό το διακριτικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου που είναι η συνείδηση. Η συνείδηση αυτού του κόσμου.

Πολύ εύστοχα με όλα τα παραπάνω ταιριάζει ο ορισμός που δίνει ο κορυφαίος υπαρξιστής ψυχολόγος Ρόλο Μαίη για την αυτοσυνείδηση στον άνθρωπο.
«Αυτοσυνείδηση είναι όταν ο άνθρωπος βλέπει πως αυτός είναι το πλάσμα που στέκεται μέσα στον κόσμο, που τον απειλεί, πως αυτός είναι το υποκείμενο που έχει έναν κόσμο. Και τούτο του δίνει τη δυνατότητα της εν-όρασης, μιας οπτικής προς τα μέσα, για να δει τον κόσμο και τα προβλήματά του σε σχέση με τον εαυτό του. Και έτσι αποκτά τη δυνατότητα να κάνει κάτι για τα προβλήματά του.»

ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ (1ο ΜΕΡΟΣ)

Μια από τις προηγούμενες μέρες ένα μικρό ανώνυμο γράμμα έφθασε στο δικτυακό μου τόπο, διατύπωνε μια απλή κουβέντα. «….πολλές φορές νιώθω ότι οι άνθρωποι δεν είναι δεκτικοί στις απόψεις των άλλων, νιώθω να μην έχω το δικαίωμα να πιστεύω και να κάνω κάτι διαφορετικό». Αφορμή; Πράγματι. Κάπως έτσι περιγράφεται ο απίθανος χορός των προσδοκιών και επιλογών που κυριαρχούν στις ανθρώπινες σχέσεις όσο τίποτε άλλο.

Τις περισσότερες φορές που συζητάμε και κυρίως αντιπαραθέτουμε τις απόψεις μας με κάποιον άλλον αντικρίζουμε απέναντι μας τις πεποιθήσεις, την προσμονή, την επιθυμία, τα κριτήρια, τα “πρέπει” και τα “έτσι θα πρέπει να είναι. Χωρίς αμφιβολία και αμφισβήτηση, χωρίς καμιά υπόνοια αρνητικής κριτικής όλα αυτά που λέγονται υπάρχουν μέσα μας! Ανάμεσα τους υπάρχουν και οι στιγμές που η συζήτηση ξεφεύγει από τον διάλογο και αποτυπώνει πραγματικά συναισθήματα. Αυτό συμβαίνει όταν μιλάμε για τον εαυτό μας και για το τι νιώθουμε. Όλα τα υπόλοιπα όμως μπορούν με μια απλή και μόνο σκέψη να καταταγούν στην κατηγορία της κριτικής, όσο υπερβολικό και αν ακούγεται αυτό. Εκφράζοντάς το πιο υποκειμενικά, ανήκουν στο «χορό των προσδοκιών».

Ο καθένας από εμάς μπορεί να εκφράσει μια κριτική τέλεια σύμφωνα με τα πιστεύω του. Μπορούμε να διατυπώσουμε και να εκφράσουμε απόψεις και γνώμες με έναν τρόπο που πραγματικά υποστηρίζουμε και αυτό είναι πολύ σημαντικό για τον καθένα! Σημαντικό γιατί αφορά την πίστη στις αρχές και τον εαυτό μας. Από την άλλη όμως όταν δε συνειδητοποιούμε ότι επικοινωνούμε με έναν άλλον άνθρωπο με δικές του αρχές, “πιστεύω” και τρόπο σκέψης τότε μπορεί να νιώθουμε μια απειλή, ότι χάνουμε την ψυχραιμία μας και ασυναίσθητα ξεκινά η αντιπαράθεση, η κριτική και ο θυμός.

Σχεδόν αυτόματα υιοθετείται η κριτική των άλλων στο επίπεδο τρόπου ζωής και πιστεύω η οποία όμως αποβαίνει άκαρπη και χωρίς ουσία τη στιγμή που ο καθένας μας μπορεί να υποστηρίζει τον τρόπο που ζει, νιώθει ευτυχισμένος μέσα στον κόσμο που έχει δημιουργήσει και αισθάνεται δυνατός ενισχύοντας αυτόν τον τρόπο πρώτα μέσα του και μετά με τους ανθρώπους που συναναστρέφεται! Ο τρόπος λοιπόν που επιλέγει ο καθένας μας να ζήσει είναι ένας τρόπος με διαφορετικές συνήθειες, αξίες, νοοτροπία από των άλλων γύρω μας.

Μπαίνοντας λοιπόν σε ένα παιχνίδι αντιπαράθεσης προσπαθείς να πείσεις ότι ο κόσμος σου είναι σωστότερος και ότι των άλλων στιγματίζεται ολόκληρος ή τμηματικά από λάθη! Γιατί; Γιατί να θέλεις να διαλύσεις τον κόσμο του άλλου και να τον αντικαταστήσεις με το δικό σου; Ποιος μπορεί να πει ότι ο δικός σου κόσμος είναι ο σωστός και των άλλων είναι λάθος; Βαθιά μέσα μας πρέπει να ανακαλύψουμε ότι δεν υπάρχει σωστό και λάθος παρά μόνο επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας και προχωράμε μαζί τους γιατί αυτές είναι οι ολόδικες μας μοναδικές επιλογές.

Είναι πολλές φορές στιγμές που νιώθουμε ενοχικά για πράγματα που κάνουμε ή δεν κάνουμε. Αν τα βάλεις όμως κάτω και μιλήσεις πραγματικά με τον εαυτό σου και διερωτηθείς και προβληματιστείς για όλα όσα ζεις και επιλέγεις να ζήσεις, είναι ότι οι ενοχές ξεκινάνε από αυτό που θα περίμεναν ή περιμένουν να δουν οι άλλοι από σένα. Μη παραπλανάσαι από τις ανάγκες των ανθρώπων για υπερβολική ανάγκη για συντροφιά και συμπαράσταση, για παρηγοριά και απαίτηση ταύτισης απόψεων. Αυτό δημιουργείται από τη λανθάνουσα κατάσταση να μην αντέχουμε τον εαυτό μας στη μοναξιά μας, να μην εκτιμάμε τη μοναδικότητα και την σημαντικότητα μας! Είναι σκληρό, εγωιστικό, θα ισχυριστεί κάποιος ότι οι διαπροσωπικές σχέσεις απαιτούν αμοιβαίες υποχωρήσεις αλλά σε όλα αυτά η μόνη απάντηση είναι μια ερώτηση … «Γιατί;» Και η μοναδική και δίκαιη απάντηση σε όλα αυτά είναι προσδοκίες, προσδοκίες, προσδοκίες!!!

Γιατί; Γιατί να έχεις προσδοκίες από τον άλλον; Γιατί να περιμένεις πάντα κάτι να το κάνω όπως επιλέγεις εσύ να το κάνεις; Γιατί προσπαθείς να καταργήσεις το δικό μου παράξενο, ιδιόρρυθμο, παράλογο, διαφορετικό κόσμο και εαυτό και να δημιουργήσεις ένα δικό σου αντίγραφο; Μπορεί αυτά που μου λες να υπερασπιστείς ότι είναι μια κοινή αποδοχή, μια γενική επιλογή, δε νομίζω όμως ότι είναι τόσο απλά τα πράγματα. Έχουμε μάθει να λειτουργούμε ο ένας για τις προσδοκίες του άλλου, να υποτασσόμαστε πολλές φορές σ’ αυτές και μετά να «κάνουμε» τον εαυτό μας να τις πιστέψει σα δικό μας τρόπο ζωής.

Δεν είναι λάθος αλλά δεν είναι η μοναδική επιλογή. Δεν είναι λάθος αν έτσι έχεις μάθει να ζεις και έχεις βρει την προσωρινή σου ηρεμία. Αυτό όμως θα συμβαίνει μέχρι μέσα σου να ανακαλύψεις αυτό που κρύβεις πίσω από χιλιάδες προσδοκίες άλλων που συσσωρεύονται πάνω σου με τις ώρες, τις μέρες, τους μήνες, τα χρόνια Αν λοιπόν ο καθένας μας βρίσκει την ισορροπία στη ζωή του μέσα από αυτό είναι ο μοναδικός υπεύθυνος να το επιλέξει και να συνεχίσει να ζει έτσι, όμως αυτό δε μπορεί να το επιβάλλει σε κανέναν άλλον!
Όσο μιλάς και συζητάς, ως άνθρωπος με πολλές αδυναμίες, βρίσκεσαι σε άμυνα μετά από εντάσεις και σφοδρές αντιπαραθέσεις, κυρίως όταν θίγονται τα “πιστεύω” και ο τρόπος ζωής σου. Σίγουρα νιώθεις να σε κατακλύζουν σκέψεις από πράγματα που βλέπεις σε άλλους για τα οποία έχεις μιαν άλλη άποψη, αυτά όμως ποτέ δε θα έπρεπε να συσσωρεύονται μέσα σου, δεν θα ‘πρεπε να νιώθεις την παραμικρή επιθυμία, ανάγκη ή παρότρυνση να τα εκφράσεις, γιατί απλά την ώρα που βλέπεις κάτι το οποίο δε σου αρέσει ή διαφωνείς η ανταπόκριση της σκέψης σου θα ‘πρεπε να είναι «είναι επιλογή τους να το κάνουν όπως κρίνουν και θέλουν» Ενώ όταν αφορά εσένα ίσως πιο εύκολα το λες και το πιστεύεις, «ότι αυτή είναι η δομή της ζωής μου και αυτός ο τρόπος έκφρασής μου, η δική μου επιλογή!». Είναι μια περισσότερο απλή λογική αυτή. Δε προσπαθούμε να πείσουμε κανέναν ότι αυτό που κάνουμε είναι σωστό, ούτε καν να υπερασπιστούμε ότι αυτό που κάνουμε είναι σωστό για μας! Απλά

ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ (2ο ΜΕΡΟΣ)

Ένα μεγάλο θέμα, που είναι κυρίαρχο στις διαπροσωπικές σχέσεις με τους ανθρώπους που συνυπάρχουμε. Ένα θέμα που μπορεί να επεκταθεί σε πολλά επίπεδα συμπεριφοράς και εσωτερικών προβληματισμών και αναζητήσεων και μπορεί να πάει την άκρη του νήματος μακρύτερα από αυτό που νομίζουμε αρχικά. Το θέμα των προσδοκιών και επιλογών διαλέγω για μια ακόμα φορά μέσα από μια άλλη οπτική, μέσα από μια επέκταση της διαδρομής του νήματος.
Αναρωτιόμαστε πολλές φορές για τους ανθρώπους γύρω μας, αλλά και για τον εαυτό μας όταν έχουμε επιλέξει μια ουσιαστική οδό αυτοκριτικής, αν πραγματικά μπορούν να αλλάξουν ή όχι σε επίπεδο συμπεριφοράς, αρχών και αξιών, πιστεύω και κρίσης. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αλλάξει ουσιαστικά μόνο μια φορά στη ζωή του. Αυτό συμβαίνει ως πραγματική αλλαγή από τον άνθρωπο που απλά είναι στον άνθρωπο που θέλει να είναι. Ακούγεται πολύ απλό αλλά είναι πολύ περιεκτικό. Αυτό το «θέλει να είναι» περιλαμβάνει επιλογές, ηρεμία, συγκέντρωση μόνο στη προσωπική ζωή, όχι επιβολή εξουσίας στους άλλους, όχι διάθεση αλλαγής των άλλων, όχι ψάξιμο ευθυνών στους άλλους..

Όταν είμαι αυτό που θέλω και αποδέχομαι ό,τι πραγματικά με αντιπροσωπεύει, κοιτώ μέσα μου και κοιτώ τον άλλον σαν έναν άνθρωπο πραγματικά μοναδικό να κάνει και να πει ότι θέλει, όπως το θέλει, όσο και αυτό να είναι ενάντια στα δικά μου πιστεύω. Μόνο τότε είμαι πραγματικά ευτυχισμένος! Όταν ζω και η ζωή μου κοιμάται, ξυπνάει, λυπάται και χαίρεται και αυτό πρώτα αναβλύζει από μένα τον ίδιο και μετά αποκτά μιαν άλλη υπόσταση και μια διεύρυνση όταν συνδυάζεται με τον συνάνθρωπό μου. Ίσως αυτά να λέμε εύκολα ότι τα ξέρουμε, ίσως πραγματικά να τα ξέρουμε, όμως την πράξη τους στη ζωή μας την αντικρίζουμε; Πιστεύουμε και μπορούμε να μεταδώσουμε στους άλλους γύρω μας ότι σ’ αυτή τη ζωή έχουν την πραγματική ελευθερία να πιστέψουν πόσο ξεχωριστοί και σημαντικοί είναι; Ότι μόνο με αυτή την πίστη μπορούν να λύσουν το οποιοδήποτε μικρό ή μεγάλο τους πρόβλημα;

Συνειδητοποιώντας όλοι ότι πολλές φορές μας ενοχλούν οι συμπεριφορές και οι αποφάσεις των άλλων, θα πρέπει να στραφούμε μέσα μας και να αναρωτηθούμε το γιατί. Επιφανειακές δικαιολογίες μπορούμε να βρούμε χίλιες, όσες και οι ατέλειωτες προσδοκίες που έχουμε από τους άλλους,, γιατί απλά ατέλειωτες είναι και οι διαφορές μας μαζί τους, ατέλειωτη η μοναδικότητα μας, που δε μπορεί να ταυτιστεί με κανέναν! Πρέπει να αναρωτηθούμε μέσα μας, βαθιά, τι θέλουμε να ικανοποιήσουμε; Μήπως τις προσδοκίες μας ο άλλος να εναρμονιστεί με τα δικά μας θέλω ;!
Κάπου εκεί ξεκινάει ο φαύλος κύκλος των σχέσεων! Εκεί αρπάζει ο άλλος το μπαλάκι που του ρίχνουμε για το πόσο καχύποπτοι είμαστε απέναντι του, πόσο κρατάμε τσίλιες και παρατηρούμε την επόμενη κίνησή του, αν θα μας ικανοποιήσει ή θα μας απογοητεύσει! Εκεί αρπάζει το μπαλάκι που του ρίχνουμε, τα έμμεσα μηνύματα που στέλνουμε, ότι δε σεβόμαστε την ελευθερία να επιλέξει να είναι αυτός που θέλει !
Λανθασμένα και εγωιστικά, όσο και να μοιάζει αντιφατικό, υποστηρίζουμε ότι το να περιμένουμε από κάποιον κάτι ή να το επιδιώκουμε ή να το επιζητάμε είναι κατά κάποιον τρόπο έκφραση αγάπης και ενδιαφέροντος. Δυστυχώς όμως, αυτές οι σκέψεις μας οδηγούνε κάπου στα ίδια γιατί. Γιατί πρέπει να το εκφράσω με τον τρόπο που επιλέγεις εσύ να το κάνεις ; Ή τον τρόπο που για σένα θα είναι επιβεβαίωση. Γιατί να ζητώ, να περιμένω και να πράττω τελικά συγκεκριμένα πράγματα, πεπατημένες οδούς και τρόπους έκφρασης, που απλά έχουν κυριαρχήσει και πολλές φορές μας βάζουν σε καλούπια και ασυνείδητα δε μας επιτρέπουν να «σκαρφιστούμε» ιδέες που θα δημιουργήσουμε μέσα μας και θα εκφράζονται σε διαφορετικό τόπο, χρόνο, με δικό μας τρόπο και πρακτική.
Η ζωή μας δεν λειτουργεί δημιουργώντας προσδοκίες. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε πραγματικά ελεύθεροι από κάθε σκέψη που μας οδηγεί μακριά από τον εαυτό μας και μια πραγματικά δυνατή σχέση αγάπης με τον άλλον!
Ο δρόμος όμως της συνειδητοποίησης του λάθους που κάνουμε, εμπλεκόμενοι στις προσδοκίες, εμπεριέχει μια υπόγεια παγίδα. Αρχικά νιώθεις πως είναι πιεστικό ο άλλος συνεχώς να σε κάνει να επωμίζεσαι ότι σου προσφέρει ή περιμένει από σένα. Είναι ακόμα χειρότερο όταν αυτό γίνετε έμμεσα. Μπορεί όμως μέσα σου να βασίζεσαι στο ότι τελικά σκέφτηκες και συνειδητοποίησες μόνο ότι είχε να κάνει με το προσωπικό σου συμφέρον και όχι με τον πραγματικό σου εαυτό! Επέλεξες να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου και να του δώσεις τον αέρα της αλλαγής, όχι επειδή πιστεύεις ότι οι άλλοι βρίσκονται σε ένα φαύλο κύκλο ματαιωμένων και αναμενόμενων προσδοκιών, αλλά επειδή βγάζεις επιδέξια τον εαυτό σου έξω από μια κατάσταση που απαιτεί πολύ δουλειά για σένα, οπότε την απορρίπτεις. Είναι η συνειδητοποίηση ότι και εσύ συμμετέχεις στον ίδιο κύκλο! Τη δουλειά δεν την έκανες μέσα σου, αλλά για τους άλλους. Προσπάθησες να ορίσεις την ψυχοσύνθεσή τους, τη συμπεριφορά τους, τα κατάλοιπα και τις επιρροές τους. Εσύ τι έκανες για σένα ; Το πρώτο σου βήμα να απενοχοποιηθείς και να πεις ότι «εγώ κάνω τις επιλογές και τις κινήσεις μου και εσείς αφού αυτό επιθυμείται, πράξτε το εφόσον είναι οι δικές σας επιλογές», είναι κάτι καλό αλλά με την προϋπόθεση να καταλήξεις να το κάνεις γιατί πιστεύεις πραγματικά στις επιλογές που είναι ελεύθερος να κάνει ο καθένας, και όχι γιατί κρύβεις ένα θυμό και τραβιέσαι με αυτή την τακτική μακριά από τον άλλον, γιατί απλά δε σου μοιάζει!

Ο χορός των προσδοκιών έχει και μια ακόμα εφαρμογή. Εκεί που συζητάμε και ανταλλάσσουμε απόψεις με τους ανθρώπους γύρω μας. Εκεί που καλούμαστε να εκφράζουμε τις απόψεις μας και μερικές φορές, περισσότερο εύκολα από όσο πρέπει, να βγάζουμε συμπεράσματα, να προτείνουμε λύσεις και τακτικές σε προβλήματα άλλων. Και έρχονται φορές που ό,τι προτείναμε, προσφέραμε ή κάναμε για κάποιον άλλον πραγματοποιείται, υιοθετείται ή εφαρμόζεται. Έρχομαι λοιπόν εδώ να τονίσω την ψευδαίσθηση που δημιουργείται ότι “εμείς που προτείναμε κάτι σε κάποιον είμαστε εγωιστικά υπεύθυνοι όταν αυτός το πράττει και το ακολουθεί.” Κάτι τέτοιο εκφράζεται με τις γνωστές φράσεις που εύκολα τις λέμε και εύκολα μας εκνευρίζουν όταν τις ακούμε από τους άλλους, «Είδες που σου τα’ λεγα;» ή «Τελικά έγινε ή έκανες όπως σου το’ χα πει εγώ», και πολλά παρόμοια!

Αν λοιπόν ο άλλος δεν το πίστευε μέσα του και δεν έβρισκε τα δικά του κίνητρα και πιστεύω να πραγματοποιήσει ό,τι εσύ πρότεινες, τότε να είσαι σίγουρος, ότι θα έπεφτε στο κενό! Η βοήθεια στον άλλον με την έννοια ότι «είμαι εγώ ο υπεύθυνος για το α η β πράγμα στη ζωή σου, επειδή σε ώθησα να το κανείς» δεν υφίσταται! Βοήθεια είναι να «είμαι εδώ για να σε προβληματίσω, να σε οδηγήσω να σκεφτείς κάτι που δε σκέφτηκες, αλλά οι αποφάσεις, οι ενέργειες, τα συμπεράσματα, οι κινήσεις σου, είναι δικές σου επιλογές που για να διατηρηθούν σε μάκρος χρόνου πρέπει να τις αναζητήσεις, να τις βρεις, να τις πιστέψεις και να τις υποστηρίξεις μέσα σου!» Γι’ αυτό όλος ο κόσμος αναζητά σε λόγια και τακτικές να βρει λύσεις στα προβλήματα του, γιατί απλά δε πιστεύει ότι όλες οι λύσεις ξεκινάνε από την πίστη στο μοναδικό μας εαυτό και ότι κάθε επιλογή και κίνηση που κάνουμε οφείλετε μόνο σε μας και σε κανέναν άλλον και ο κάθε ένας προβληματισμός από εξωτερικούς παράγοντες είναι μόνο αυτό, μια σκέψη, που πρέπει να σε πάει παραπέρα στην δική σου μοναδική σκέψη!

Οι προσδοκίες ύπουλα κρύβονται και στις κάθε λογής επιθετικές αντιδράσεις μας. Ο τρόπος που αντιδρούμε πολλές φορές είναι λανθάνουσες καταστάσεις μέσα μας, όμως είναι παράλληλα μια δική μας επιλογή! Οπότε λοιπόν με τη συνειδητοποίηση τους, επιλογή θα πρέπει να αποτελέσει και ο τρόπος να τις αποβάλλουμε, δίνοντας τους όμως οριστικό εξιτήριο από τον εαυτό μας και όχι να αναπτύσσουμε αντισώματα ανοίγοντας μια θέση για να ξαναδημιουργούνται και να αποθηκεύονται με μεγαλύτερες αντοχές και πιο εύκολες πρακτικές έκφρασης!

Ναι, πρέπει να εκφράζουμε το θυμό μας, αλλά ταυτόχρονα να βρίσκουμε τη ρίζα του και να την καταπολεμάμε! Υπάρχει η θεωρία ότι μια άσχημη αντίδραση, ο θύμος, τα νεύρα και ο καυγάς είναι η απλή ύπαρξη μιας δύσκολης κατάστασης που πρέπει να βγάλουμε από μέσα μας για να ηρεμήσουμε, να αποβάλλουμε τα απωθημένα μας και … πάλι από την αρχή ! Αυτό είναι το αρχικό στάδιο, ένα πολύ αρχικό στάδιο! Παρατήρησε γιατί θυμώνεις, γιατί αντιδράς, γιατί καυγαδίζεις; Μήπως πίσω από όλα αυτά κρύβεται και εδώ μια καμουφλαρισμένη προσδοκία; Μια καταπιεσμένη επιλογή; Ένας τρόπος να πεις έμμεσα αυτό που φοβάσαι να παραδεχθείς ξεκάθαρα, «δε σου μοιάζω» ή «θέλω να μου μοιάσεις»;

Ο μόνος πραγματικός θυμός με υπόσταση, που σε βάθος χρόνου πρέπει να παραμένει, και ο μοναδικός δικαιολογημένος θυμός στη συμπεριφορά ενός ανθρώπου, είναι ο θυμός που ξεκινά από τη στέρηση της ίδιας του της ελευθερίας να επιλέγει …… το οτιδήποτε!