ΠΤΗΣΗ ΝΟΗΤΗ

Ελάτε να κάνουμε μια πτήση νοητή στον πιο κοντινό μας προορισμό, τον εαυτό μας …….. Ελάτε να φωτίσουμε το βλέμμα μας με τη ματιά των άλλων .....

Η Φωτό Μου
Όνομα:
Τοποθεσία: ΟΡΕΣΤΙΑΔΑ, ΕΒΡΟΥ, Greece

Δε θα γράψω για το τι είμαι ... αλλά για το τι θα' θελα να είμαι! Ένα θαλασσοπούλι γεννημένο να' ναι ελεύθερο για πάντα! Πέταγμα και θάλασσα μαζί, φτερά και αρμύρα, απεραντοσύνη και βυθός. Μαγεία και λαχτάρα ……

Δευτέρα, Ιουνίου 19, 2006

ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ

Πέταξε στην άκρη, στο πεζοδρόμιο, το περιτύλιγμα από την καραμέλα, που στριφογυρνούσε εδώ και μερικά λεπτά ανάμεσα στα δάχτυλά του. Το βήμα του έχασε το γρήγορο ρυθμό του όσο το πολύχρωμο χαρτάκι εγκατέλειπε την παλάμη του. Σχεδόν αμέσως ξανάγινε γρήγορο, επιτάχυνε, σχεδόν βημάτιζε ανυπόμονα τώρα. Το βλέμμα καρφωμένο μπροστά και τα χέρια στο πλάι ξεπερνούσαν το σώμα. Η καρδιά του πήγαινε να σπάσει. Προσπάθησε να ξεφύγει από τις εικόνες που πλημμύριζαν το μυαλό του στέλνοντας το βλέμμα του δεξιά και αριστερά.
Η λίμνη δεξιά, ήρεμη, έχανε σιγά - σιγά το γαλάζιο της μέσα στο σούρουπο. Ο ζεστός Νοτιάς την έκανε ν’ ανατριχιάζει. Ανατρίχιαζε και το σχεδόν ιδρωμένο του σβέρκο, τις ιδρωμένες του παλάμες, το μέτωπό του που το ένιωθε ζεστό, καυτό, κάθε φορά που έπεφτάν επάνω του τα άτακτα καστανά τσουλούφια των μαλλιών του. Κοντά στη λίμνη δυο – τρεις ρομαντικοί ψαράδες είχαν ξεχάσει τις πετονιές τους, που λικνίζονταν πλάι στα κοντινά βράχια, χάζευαν το φως από το ηλιοβασίλεμα που χάνονταν ανάμεσα στα ήσυχα κύματα. Ακίνητοι θαρρείς. Σκιές τα σώματά τους.
Αριστερά τα παλιά μαγαζιά της όχθης. Ουζερί και καφενεία μαζί. Άδεια οικόπεδα ανάμεσά τους. Κάπου – κάπου σπιτάκια παλιά, χαμηλά με ξεχαρβαλωμένα παραθυρόφυλλα και μισάνοιχτες πόρτες. Κεραμίδια που σκύβουν ετοιμόρροπα από τις ξύλινες στέγες. Αυλές παραβιασμένες με κομμένα τα μπουμπούκια από τις άγριες τριανταφυλλιές.

Η λίμνη συνεχίζει να τον συνοδεύει στα δεξιά. Αριστερά δε κοιτάει πια. Δρόμος. Η κίνηση περιορισμένη. Λιγοστά αυτοκίνητα σπάνε τη σιωπή και τη νύχτα. Με τον ήχο της μηχανής τους, με τα φώτα των προβολέων τους. Δίπλα στη λίμνη αχνά τα φώτα στο έδαφος συνοδεύουν τα βήματά του έτσι ώστε ν’ αποφεύγει την ανώμαλη επιφάνεια του χωματόδρομου, όταν γινόταν επικίνδυνη.
Μπροστά, το σώμα κινείται μπροστά, τα πόδια σταθερά, τα χέρια ρυθμικά. Το βλέμμα ξεχνιέται κάπου – κάπου, μα είναι ορισμένο να κοιτά μπροστά. Η ανυπομονησία μεγαλώνει όσο κοντεύει, όσο τα βήματα τον φέρνουν πιο κοντά. Η μυρωδιά από τους αμμόλοφους στο τέλος του δρόμου άρχισε να κάνει αισθητή την αποπνικτική ατμόσφαιρα. Ασυναίσθητα βάζει το χέρι στη τσέπη και αγγίζει το μαντήλι. Το τσαλακώνει λίγο ανάμεσα στα μεσαία δάχτυλα. Ξέρει ότι αν πλησιάσει περισσότερο ίσως το χρειαστεί. Η υγρασία του Σεπτεμβρίου και η άμμος που αιωρείται κάνει την αναπνοή δύσκολη!
Ένα απαλό και κρύο αεράκι έκανε τα μάτια του να τσούξουν, τα ιδρωμένα μέρη του σώματός του να αναριγήσουν και τα χέρια του να τυλίξουν γύρω του το ανοιχτό σακάκι. Ήταν ένα ξαφνικό φύσημα. Μετά πάλι υγρασία, αποπνικτική ατμόσφαιρα. Μετά πάλι ο ιδρώτας να κυλά στο πλάι του προσώπου του, μέσα από το λινό πουκάμισο, στη ραχοκοκαλιά, και στο εσωτερικό των μηρών του. Έφτανε.

… Η λίμνη τώρα άρχισε να στρίβει προς την Ανατολή. Η όχθη να μεγαλώνει, να απλώνει και να ενώνεται με τους αμμόλοφους που ξεκινούσαν από εκείνο το σημείο. Σταμάτησε στην άκρη πριν αρχίσει η άμμος να γίνεται πιο παχιά. Έκατσε στο πεζούλι που συνεχιζόταν ακόμα οριοθετώντας την όχθη της λίμνης. Έβγαλε τα καφετιά δερμάτινα πέδιλά του. Γύρισε πάνω τρεις φορές το παντελόνι, μέχρι τη μέση της γάμπας. Τίναξε τα πέδιλα χτυπώντας τα στο πεζούλι και σηκώθηκε. Απέμειναν σχεδόν 10 λεπτά διαδρομή. Ίσως να ήταν πολύ λιγότερο, αλλά μέσα στην άμμο, με το λιγοστό φως του φεγγαριού, που ήταν το μόνο που του είχε απομείνει, και με το απαλό αλλά δύσκολο αεράκι που φυσούσε χτυπώντας στο πρόσωπό του τους ξανθούς κόκκους, δε θα μπορούσε να κάνει λιγότερο.

… Λίγα μέτρα ακόμα, το φως έξω από την πόρτα τρεμόπαιζε. Πήρε βαθιά ανάσα και δυνάμωσε το βήμα του. Πατούσε πιο γερά, πιο σταθερά, ανοίγοντας βαθιές λακκούβες που περιέγραφαν τις πατούσες του και τις έσερνε μέχρι το επόμενο βήμα. Μια διακοπτόμενη γραμμή και μετά λακκούβα και ξανά γραμμή. Δε κοιτούσε δεξιά – αριστερά, ούτε καν μπροστά. Μόνο κάτω. Τα βήματα, τις λακκούβες. Την άμμο που έτσι σκοτεινή και απάτητη πριν το δικό του βήμα έμοιαζε να τον προσκαλεί σε ένα παιχνίδι απρόβλεπτο, καινούριο, με άγνωστους όρους και κανόνες.
Αυτό ήταν όμως κάτι δεδομένο. Βάδιζε προς το τέρμα. Προς τον προορισμό. Δε γνώριζε ούτε τους κανόνες ούτε τους όρους του. Δε γνώριζε τη μορφή του, την προοπτική του, τι θα άφηνε πίσω του, στη μέρα του, στη ζωή του, μέσα του. Φόβος και αγωνία και ανυπομονησία. Όλα ανάμεικτα μαζί με την άμμο κάτω από τα πόδια του. Διατηρούσε ακόμα λίγη από τη θερμοκρασία της ημέρας. Ζεστή και υγρή εκεί που ακουμπούσαν τα δάχτυλά του. Χιλιάδες κόκκοι συντρίβονταν κάτω από το βάρος του σώματός του, που προσπαθούσε να διατηρήσει σε ισορροπία κάθε φορά που το πάτημα ήταν ασταθές.

… Λίγα μέτρα είχαν απομείνει. Στάθηκε. Ένα μικρό ξύλινο σπιτάκι από αυτά που ήταν διάσπαρτα σε όλη την έκταση των αμμόλοφων. Αυτό ήταν το πρώτο. Βαμμένο σε έντονο πράσινο χρώμα. Καφέ παραθυρόφυλλα. Σύρμα, αντί για περίφραξη, που έκλεινε μια αυλή από άμμο, πεταμένα δυο - τρία κούτσουρα εδώ και εκεί, δυο - τρία σακιά μισογεμάτα, ποιος ξέρει με τι, και μερικά εργαλεία σκαψίματος. Μέρος χωρίς αισθητική. Σχεδόν πρωτόγονο. Από τα παράθυρα έβγαινε το φως από μια λάμπα πετρελαίου που κρεμόταν στο ταβάνι. Ρεύμα δεν είχε εκεί .Το ίδιο φως πιο δυνατό έξω από την πόρτα. Στο ανώφλι. Ήταν το ίδιο φως που έβλεπε από μακριά.. Τον περίμεναν. Αλλιώς δε θα ξόδευαν πετρέλαιο και φυτίλι για να φωτίσουν την εξώθυρα. Τον έπιασε ξαφνικά μια ανυπόμονη σκέψη να γυρίσει πίσω. Τι γύρευε εδώ;

… Στάθηκε λίγα μέτρα πιο πέρα. Η άμμος αντί να λιγοστεύει γινόταν πιο παχιά, πηχτή θαρρείς, κύκλωνε τα πόδια του μέχρι τη γάμπα. Ούτε λακκούβα, ούτε διαδρομή. Μόνο πόδια που βούλιαζαν και χάνονταν. Δάχτυλα που ξεπρόβαλαν και ανάμεσά τους κυλούσε η άμμος και ξαναβούλιαζαν. Κουράστηκε. Τώρα που στάθηκε η ανάσα του έκαψε το λαρύγγι. Βαριά και ξηρή. Θαρρείς και ο λαιμός του είχε γεμίσει άμμο. Τα μάτια του στεγνά. Οι βλεφαρίδες άκαμπτες έγδερναν το κάτω βλέφαρο. Αναρωτιόταν αν άξιζε τον κόπο. Τι παρόρμηση να δεχθεί! Ένα ραβασάκι στη τσέπη που ανακάλυψε τυχαία. Με μια πρόταση μόνο γραμμένη. «Το πρώτο στους αμμόλοφους, πρώτη φορά στη ζωή σου….»

Καιρό τώρα η ζωή του είχε πάψει να έχει …. «πρώτες φορές». Ποιος τάχα δε θα τολμούσε να το κάνει. Πρώτη φορά περπάταγε μόνος δίπλα στη λίμνη. Πρώτη φορά ένιωσε τον αέρα να του μαστιγώνει το πρόσωπο με ξανθούς κόκκους άμμου. Πρώτη φορά παραδόθηκε σε ένα δύσκολο βηματισμό μέσα στους αμμόλοφους. Για να συναντήσει αυτή την «πρώτη φορά». Την πρώτη φορά στη ζωή του. Τι θα’ ταν; Ποιος θα ‘ταν; Τι να συνέβαινε άραγε εκεί; Κινδύνευε; Κέρδιζε; Καρδιοχτυπούσε. Λίγα βήματα απέμειναν. Θα το έκανε ….

… Ήταν μπροστά στο σύρμα της περίφραξης, εκεί που έμενε ένα άνοιγμα μόνο, για πέρασμα. Είδε την πόρτα να ανοίγει. Απλά να ανοίγει χωρίς κανείς να κρατάει το χερούλι. Τρόμαξε, αλλά δεν άφησε τον εαυτό του να παραλογίζεται. Διέκρινε μέσα ένα ξύλινο τραπέζι. Δύο καρέκλες, η μία με την πλάτη στην πόρτα. Η λάμπα στο ταβάνι με τη φλόγα να τρεμοπαίζει. Στο βάθος ένα τζάκι πρόχειρα χτισμένο, γεμάτο μεγάλες, μαύρες, πλαστικές σακούλες σκουπιδιών. Το πάτωμα; Το πάτωμα από άμμο. Στρωτή, πατημένη άμμος. Λίγα εκατοστά πιο κάτω από την αυλή. Ένα ξύλο κάθετα στο έδαφος διατηρούσε τη διαφορά ύψους. Μα που χάθηκε το βλέμμα του; Ακόμα δεν είχε μπει στην αυλή. Τι συνέβαινε εκεί μέσα; Κάποιος να τον υποδεχθεί, να του μιλήσει; Ένα ίχνος ότι κάποιος περίμενε εκεί; Τίποτα. Φώναξε : «Είναι κανείς εκεί;». Απάντηση καμία. Σιωπή. Οργή.

… Το βλέμμα του άλλαξε, οι χτύποι της καρδιάς του έτρεχαν αλλά όχι από ανυπομονησία αλλά από θυμό. Το δέρμα του προσώπου του κοκκίνισε και τα χέρια του πέταξαν με δύναμη τα δερμάτινα πέδιλα στην άμμο. Τι στο καλό συνέβαινε εδώ; Γύρισε απότομα την πλάτη στο σπίτι. Άρπαξε τα πέδιλα και προσπάθησε να τρέξει πάνω στην άμμο. Έβαζε όλη του τη δύναμη για να τη διασχίσει. Θυμός και οργή τον έκαναν να σφίγγει τα δόντια και να βγάζει τα πόδια μέσα από την άμμο. Και να τα ξαναβυθίζει. Σχεδόν να γονατίζει από την προσπάθεια και να σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπο του κολλώντας πάνω του την άμμο από τα δάχτυλα των χεριών του, που βυθίζονταν και αυτά στην άμμο για να δυναμώσουν την προσπάθεια.
Έφτασε στην αρχή των αμμόλοφων, εκεί που η άμμος λιγόστευε. Κοίταξε πίσω. Το φως είχε σβήσει. Η πόρτα είχε κλείσει. Το ίδιο και η λάμπα στο ανώφλι. Σβηστή. Έμεινε να κοιτά και να αναρωτιέται. Τι είχε κάνει; Γιατί; Τι περίμενε; Μέσα του το ήξερε ….. Οι «πρώτες φορές» είναι εκεί για να τις δρασκελίσεις μόνο από πόθο, όχι από ανταπόκριση …… Και εκείνος δεν ήταν έτοιμος … ακόμα …

ΣΑΒΒΑΤΟ ΒΡΑΔΥ

Σάββατο βράδυ …..
Σήμερα διάλεξα να μη βγω έξω. Να μη κάνω τον καθημερινό μου περίπατο όπως κάθε μέρα. Σήμερα θα δώσω μια κλωτσιά στην κλειστοφοβική μου διάθεση. Ανοίγω το παράθυρο και μπαίνει ορμητικά ένα ρεύμα δροσερού αέρα. Φέτος το καλοκαίρι δε λέει να ‘ρθει. Ας είναι! Ο δροσερός αέρας με κάνει να ανατριχιάσω. Τι κάνω εδώ; Νιώθω ξαφνικά τη διάθεσή μου να επιστρέφει στα γνώριμα καταθλιπτικά μου εδάφη. Τραβώ τη κουρτίνα στην άκρη. Κάνει πραγματικά ψύχρα. Το φανελάκι μου μοιάζει λιγοστό. Ρίχνω ένα πουλόβερ στους ώμους και βγαίνω στο μπαλκόνι. Είναι κοντά 12, μεσάνυχτα. Ησυχία, σχετική. Κάθομαι στη καρέκλα και αγκαλιάζω τα γόνατά μου χώνοντας το σαγόνι μου ανάμεσά τους. Τα γνώριμα συναισθήματα του καθημερινού μου περιπάτου επανέρχονται. Η αλλαγή της συνήθειας μάλλον δε στάθηκε ικανή να τα φρενάρει. Νιώθω ακόμα και εδώ χαμένος, οι σκέψεις ολοένα και περισσότερο στρέφονται προς τα μέσα. Νιώθω και είμαι μονάχος. Καταμεσής της νύχτας θαρρείς νιώθω πιο μόνος από όταν περπατώ. Με κυκλώνουν οι σκέψεις και εγώ δεν έχω να τις ανταλλάξω με εικόνες! Νομίζω όμως ότι αυτό μ’ αρέσει. Είναι και αυτό μια ανατροπή. Μοιάζει να με φέρνει αντιμέτωπο με αυτή την απαίσια σκιά που με κυκλώνει κάθε μέρα και περισσότερο. Από τη μια θέλω να αναμετρηθώ μαζί της, από την άλλη φοβάμαι. Τώρα όμως δεν έχω περιθώρια επιλογής. Είμαι εδώ, κάθομαι σχεδόν ακίνητος και εκείνη γύρω μου να χορεύει το χορό των αμφιβολιών, των ατέλειωτων προβλημάτων που οι άλλοι χλευάζουν, που είναι εκεί αμετακίνητα, σταθερά, καρφωμένα. Το ξέρω θα είναι εδώ και αύριο και πάντα, απλά θα υπάρχουν. Αυτά τα προβλήματα είναι εγώ. Υπάρχουν και υπάρχω. Προχωρώ και μ’ ακολουθούν. Τα ξορκίζω και επιμένουν. Μήπως αυτό είναι λύτρωση; Τα προβλήματα είμαι εγώ! Το επαναλαμβάνω μέσα μου συνεχώς σα παλιό γνώριμο τραγούδι. Ε και;

Συνεχίζω να βλέπω τον κόσμο να χαμογελά, τη ζωή να περνά δίπλα μου και να μη μπορώ να την αγγίξω. Όμως σήμερα είμαι εδώ. Δε περνώ δίπλα από τη ζωή, δε περνά τίποτα δίπλα μου. Είμαι ακίνητος και για άλλη μια νύχτα επέλεξα να αφήσω τη ζωή να χαμογελά στους άλλους. Για άλλη μια νύχτα αποφάσισα ότι εγώ δε δικαιούμαι να βουτήξω το δάχτυλο στη τούρτα παρά να περιμένω να μου τη σερβίρουν!

Σ’ αυτή τη σκέψη πετάχτηκα από τη θέση μου. Τα πόδια μου πάτησαν στο ζεστό πλακάκι. Είχα καιρό να νιώσω αυτή την αίσθηση. Το κεφάλι μου ακούμπησε αργά στο τοίχο. Έκλεισα απαλά τα μάτια και φαντάστηκα τον εαυτό μου μικρό παιδί να βουτώ όλα μου τα δάχτυλα μέσα σε μια λαχταριστή σοκολατένια τούρτα με μια παχιά στρώση σαντιγί και πολλά κατακόκκινα ζουμερά κεράσια που είχαν αφήσει το σιρόπι τους να κυλάει στην πολύχρωμη πιατέλα. Παρακολουθούσα με ρυθμούς ριπλέι να βγάζω τα δάχτυλα από την τούρτα και να τα βάζω στο στόμα ενώ γύρω μου όλοι ξεφώνιζαν. Άλλοι οργισμένοι, άλλοι γελώντας, άλλοι κοροϊδεύοντας, άλλοι τραβώντας φωτογραφίες, άλλοι χτυπώντας με στη πλάτη και άλλοι ουρλιάζοντας ν’ αποτυπώνουν τα σκληρά τους χαρακτηριστικά, εικόνα στο μυαλό μου. Εκεί ο χρόνος πάγωσε. Εκεί έσφιξα δυνατά τα μάτια και χτύπησα τις γροθιές στα μπράτσα της πολυθρόνας. «Να πάρει η οργή. Αυτή η τούρτα ήταν η δική μου! Χαθείτε όλοι από τα μάτια μου!». Και ο χρόνος κύλησε αργά ξανά. Τα βλέφαρά μου χαλάρωσαν. Οι γροθιές μου άνοιξαν. Για πρώτη φορά ένιωσα πως είναι να τρως τούρτα και να την απολαμβάνεις!

Όλα άρχισαν να σβήνουν σιγά. Ένιωσα ότι πήγαινε να με πάρει ο ύπνος. Άνοιξα τα μάτια πολύ σιγά. Ήμουν ακόμα εκεί. Το ίδιο μπαλκόνι. Η ίδια καρέκλα. Η ίδια θέα μπροστά μου. Τι θα γίνω; Που θα με βρει η επόμενη μέρα; Σε ποια κατάσταση; Σε ποια πελάγη θα θαλασσοδέρνονται οι ελπίδες μου;
Ποιες ελπίδες; Ποιες ελπίδες; ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; Τρόμαξα! Ποιος ρωτούσε; Ασυναίσθητα κοίταξα δεξιά – αριστερά. Κανείς. Μόνο εγώ. Εγώ, η σκιά και ….. «Ποιος είσαι συ;» Σχεδόν το ψιθύρισα και τρόμαξα και μ’ αυτό τον ψίθυρο. ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ; Και αυτή τη φορά η φωνή μου αντήχησε. Χτύπησε στον τοίχο της απέναντι οικοδομής και ξαναγύρισε σφυρίζοντας στ’ αυτιά μου. Δυο ερωτήσεις στροβιλίζονταν ιλιγγιωδώς τώρα στο κεφάλι μου. ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; - ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ; Ξανά και ξανά. Νόμιζα ότι θα τρελαθώ. Δεν άντεχα άλλο! Μετάνιωσα εκατοντάδες φορές που δεν έκανα εκείνο τον περίπατο. Εκεί τουλάχιστον ήξερα. Θα βημάτιζα πιο γρήγορα, θα έτρεχα στην ανάγκη, θα ξεχνιόμουν μπροστά στις βιτρίνες, θα περνούσα ανάμεσα από τα φανάρια και τα αυτοκίνητα. Θα ξέφευγα. Τώρα; Πως θα γλιτώσω; Τι θα κάνω; Είναι κανείς εδώ; Τόσοι φίλοι … τόσοι που λένε ότι ξέρουν …. Κάποιος …. Βοήθεια!

Η ανάσα μου βαθιά βγαίνει τρέμοντας και λαχανιασμένη. Ο λαιμός μου καίει και τα μάτια μου θολώνουν και καθαρίζουν με κάθε εισπνοή. Θέλω να φύγω τώρα! ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΏ! ΝΑ ΧΑΘΩ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ! Να τα αφήσω όλα πίσω μου θέλω! Τώρα! Ακούει κανείς; Θεέ ακούς; Νιώθω ότι η δύναμή μου λιγοστεύει. Ποτέ δεν είχα τη δύναμη. Ποτέ! Και οι ερωτήσεις εκεί να πηγαινοέρχονται και να μου τρυπάνε τα μηνίγγια! ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; - ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;
Δε μπορώ! Δε μπορώ να ξεφύγω. Είναι αυτός! Τον γνωρίζω! Είναι η σκιά που μεταμορφώνεται. Όσο μακριά και αν τρέξω είναι ΑΥΤΟΣ. Σφίγγω τα δόντια και ο θυμός μου με κυριεύει! Με τρελαίνει. Για πόσο ακόμα; Αναρωτιέμαι και εκεί πάλι με επιμονή έρχεται νέο κύμα. ΠΟΙΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ; Δεν απαντώ. Δε ρωτώ πια! Ξέρω ποιος είναι .Είναι αυτός. Αυτός που με βασανίζει. ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΕΑΥΤΕ;;; Ουρλιάζω σχεδόν. Η φωνή μου γδέρνει το εσωτερικό του λαιμού μου.

Ησυχία. Όλα ξαφνικά ηρέμησαν. Σηκώνομαι όρθιος και αναζητώ κάτι ολόγυρα. Ένα ίχνος της πάλης. Ένα σημάδι για ότι προηγήθηκε. Η λάμπα του δρόμου αντανακλάει στην απέναντι τζαμαρία και με τυφλώνει. Κάθομαι ξανά. ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ; Φωνάζω. Κανείς! Ησυχία. Η καρδιά μου θέλει να πεταχτεί έξω. Να εκτοξευτεί. Τρέμω. ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ; Ακούω κάτι να σέρνεται. Βήματα. Είναι πολύ σιγανά, σχεδόν υπόκωφα! Σταματώ την ανάσα μου και αφουγκράζομαι! Μια φωνή, η δική του. Είναι; Μοιάζει τόσο αδύναμη. Προσπαθώ να ξεχωρίσω τις λέξεις …… «Ποιες είναι οι ελπίδες σου να πάρει; ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ;»

Η φωνή κόβεται. Τα βήματα χάνονται μέσα στη νύχτα. Αφήνω το κορμί μου εξαντλημένο να πέσει πίσω. Κλείνω τα μάτια και τα δάκρυα καυτά κυλούν στο πρόσωπό μου. Ποιες είναι; Ψιθυρίζω και παρακολουθώ, πέρα στον ορίζοντα, τη σκιά να απομακρύνεται. Το σκοτάδι να διαλύεται, το φεγγάρι να χάνεται ανάμεσα στα πρώτα λευκά σύννεφα. Ο ήλιος τρύπησε τα κλειστά βλέφαρά μου και χάιδεψε το ιδρωμένο μου μέτωπο. Μια σκέψη πέρασε σα φτερούγισα από όλο μου το κορμί. «Σήμερα θα ψάξω να βρω …. ποίες είναι επιτέλους οι ελπίδες μου …..»

ΑΤΙΘΑΣΑ ΝΟΗΜΑΤΑ

Γράφοντας, ανάμεσα σε παραγράφους, περιγραφές, κείμενα, ξεφεύγουν κάτι μικρές σκέψεις, κάτι λέξεις, κάτι μικρά ατίθασα νοήματα που θέλουν να εισχωρήσουν στη ζωή μας, στο μυαλό μας και να κάνουν την επανάστασή τους. Έτσι λοιπόν σε μια ξεχασμένη σελίδα μέσα στον Η/Υ μου ανακάλυψα αυτές τις μικρές προτάσεις και σας τις αποκαλύπτω. Τραβώ ένα λευκό αέρινο ύφασμα πάνω από τα μισοτελειωμένα μου κείμενα και μοιράζομαι μαζί σας τις μικρές αυτές σκέψεις αποκαλύπτοντας τις παράλληλα στον καλοκαιρινό αέρα και τα καυτά μεσημέρια μας…….

Δε ξέρω αν αξίζει να κοιτάμε συνεχώς μπροστά! Είναι σαν το τρένο, όταν κοιτάς συνεχώς αν πλησιάζει ο επόμενος σταθμός χάνεις απίθανα τοπία, εικόνες, σκηνές καθημερινότητας που είναι δική σου! Την αφήνεις να τρέχει με ταχύτητα και την προσπερνάς, και όταν φτάσεις στον επόμενο σταθμό διαπιστώνεις ότι δεν είναι ο τελευταίος.

Όταν θέλεις να κρίνεις κάποιον άλλον, αν δε διαθέτεις τις αντίστοιχες εμπειρίες, πιθανόν να πέσεις στην παγίδα της υποκειμενικότητας, που είναι ένα λάθος μονοπάτι προσέγγισης.

Όταν αυτό που νιώθεις είναι τεράστιο μέσα σου, όταν οι σκέψεις σε κλειδώνουν σε ατέρμονες στροφές γύρω από τον εαυτό σου, τότε ήρθε η ώρα που πρέπει ν’ ανοίξεις τα παραθυρόφυλλά σου και να μιλήσεις, να καταθέσεις στην ακοή κάποιου άλλου αυτό που μέσα σου στριφογυρίζει!

Η διάθεση μας, η κριτική μας, οι απόλυτες απόψεις μας, πολλές φορές οριοθετούν αρκετές γραμμές που θα θέλαμε να αφήνουμε ατέρμονες!

Μη κλείνεις την πόρτα σε καλά και κακά. Άφησέ τα όλα να περάσουν από μέσα σου! Αποδέξου τα. Όλα κάποτε τα έζησες. Τα επέλεξες και σε επέλεξαν. Σου άφησαν κάτι μικρό ή μεγάλο. Ότι σου συμβαίνει ευπρόσδεκτα να το δέχεσαι, είναι δικό σου, σκέψεις, συναισθήματα. Μη φοβάσαι! Ένα ρητό λέει «να φοβάσαι το φόβο» Όταν δε φοβάσαι όλα είναι θετικά, δημιουργικά, τα καλά και τα κακά, τα σωστά και τα λάθη!

Και η απελπισία ευπρόσδεκτη είναι! Όλα καλώς να έρθουν, για να σε προβληματίσουν., Δεν έχουν δύναμη πράξεων αν εσύ δεν τους τη δώσεις. Αν έχεις συνειδητοποιήσει ποιος είσαι, τι επιθυμείς και τι πιστεύεις, δεν πέφτεις, δεν αφήνεσαι!

Είναι άτιμο πράγμα οι καλές αναμνήσεις ……. Απόλαυσέ το γιατί σου ανήκει!

Το καλύτερο από όλα στο τέλος μιας προσπάθειας, μιας επιδίωξης, μιας ολοκλήρωσης ενός στόχου είναι να διαπιστώνεις ότι αυτό που έκανες ήταν ότι καλύτερο μπορούσες. Όχι η καλύτερη λύση, αυτήν κανείς δεν τη ξέρει. Ίσως μόνο ο Θεός. Αυτός γνωρίζει όλες τις επιλογές μας σε κάθε φάση της ζωής μας, από τη χειρότερη μέχρι την καλύτερη και εκεί καλούμαστε να επιλέξουμε αυτό που εμείς μια δεδομένη στιγμή θεωρούμε το καλύτερο για μας.

Δεν υπάρχουν σωστά και λάθη! Μόνο επιλογές των οποίων αναλαμβάνουμε τις ευθύνες! Μην αποφεύγεις τις συνέπειες των πράξεων σου.

Οι περισσότεροι από μας βάζουν οι ίδιοι μάσκες μπροστά στα μάτια τους ελπίζοντας πως αυτό που έβλεπαν και δεν τους άρεσε, θα αλλάξει. Όμως διαπιστώνουν ολοένα και περισσότερο ότι αυτό που έχουν πραγματικά, κάτω από τη μάσκα, παραμένει το ίδιο!

Δε μπορείς να αδιαφορείς για κάτι που ζητάς να αλλάξει! Η αλλαγή είναι πάντα ένα βήμα που δε θέλει μόνο θάρρος αλλά και πολλές άλλες προϋποθέσεις, βασανιστικά αναπόφευκτες να επιτευχθούν, που πολλές φορές η διαδικασία τις οδηγεί στο να φυλακίζουν σκέψεις και επιθυμίες που ταξιδεύουν με την ταχύτητα του φωτός.

Οι περισσότεροι άνθρωποι που κινούνται και υπάρχουν γύρω μας είναι σκιές του εαυτού τους!

Όλοι μας έχουμε μέσα μας τις καλύτερες προϋποθέσεις, το θέμα είναι πόσο θέλουμε να γνωρίσουμε αυτό που μέσα μας ζει και αρνούμαστε να ακούσουμε την ανάσα του, που έχει φλόγα που δεν αφήνουμε να μας ζεστάνει, να μας κάψει, που υπάρχει και θα υπάρχει αιώνια περιμένοντας να το ανακαλύψουμε! Εκεί ένας άνθρωπος που πορεύεται στο πλάι μας μπορεί να μας βοηθήσει, να μας οδηγήσει ένα βήμα πιο κοντά στην κατάκτηση του εαυτού μας. Είναι όμως δύσκολο. Γιατί όλοι μας γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε με την ψευδαίσθηση της εξουσίας πάνω στον άλλο, της κτητικότητας, της ματαιοδοξίας.

Κολλάμε σε αδιέξοδα επειδή νομίζουμε ότι είναι ευκολότερο να βρούμε σανίδες σωτηρίες από το να παλέψουμε δυνατά με τα κύματα.

Θα καταλάβεις ότι όλα πάνε καλά σε σένα όταν δε θα έχεις ανάγκη από κανέναν να σε εμψυχώσει και όταν θα νιώθεις έτοιμος να δείξεις και εσύ πράγματα που πρέπει να μάθουν οι άλλοι για τη ζωή. Τότε θα νιώσεις απίστευτα δυνατός και οι άλλοι τότε θα νιώσουν πραγματικά τυχεροί που σε γνώρισαν.

Όταν φτάνεις στο στόχο σου και όλα έρχονται όπως τα θέλεις τότε είναι που αναρωτιέσαι αν πραγματικά τα θέλεις ή ήταν το όνειρο που ήθελες περισσότερο από την πραγματοποίησή του!

Μπορεί κάποιος να σου αποκαλύψει ένα δρόμο που έχεις μέσα σου και αγνοούσες, αλλά μετά την αποκάλυψη πρέπει να ακολουθήσει η προσωπική, δική σου, ανακάλυψη. Αυτό το δρόμο εσύ πρέπει να τον περπατήσεις μόνος σου και το πώς θα τον περπατήσεις πάλι μόνος σου πρέπει να το επιλέξεις.

Να ζούμε για το τώρα, για την καρδιά και την ψυχή μας, να ζούμε για τις στιγμές μας γεμάτες!

Η ζωή μας μοιάζει με εκείνες τις αυτόματες ηλεκτρικές πόρτες στα πολυκαταστήματα. Πόρτες που προλάβαμε προτού κλείσουν. Πόρτες που αφήσαμε να κλείσουν. Πόρτες που δε προλάβαμε και έκλεισαν πριν φτάσουμε

Η αμφιβολία σου παίζεται μέσα σου, χάνεις χρόνο όσο της δίνεις χώρο!

Οτιδήποτε σε κάνει να αμφιβάλλεις και να προβληματίζεσαι προσπάθησε να το δεις σαν υποθετική εκδοχή και όχι σα πιθανή πράξη.

Η υπέρβαση του δικού μας εαυτού είναι η μοναδική, δική μας αλήθεια!

Να κοιτάξεις βαθιά στη ψυχή σου, να προσπαθήσεις να αγγίξεις την απολυτότητα του ανένταχτου εαυτού σου, να φωτίσεις το βλέμμα σου με τη ματιά των άλλων και να πιστέψεις ότι γνώρισες τον πραγματικό άνθρωπο μέσα σου!

ΠΑΡΟΡΜΗΣΗ

Δυο – τρεις σκέψεις που φθάσανε ταξιδεύοντας, δυο – τρεις λέξεις που έγιναν έμπνευση, μοίρασμα ……. Σήμερα επιλέγω σε συνέχεια δύο απόψεις, δύο σειρές σκέψεων. Η πρώτη προκλητική. Η δεύτερη προέκυψε από ανυπόμονες σκέψεις ….. από εκείνες που κάνουμε σε ένα μπαλκόνι, ένα σούρουπο Φθινοπωρινό ……

Ο Πάνος λέει …..
«Καμιά φορά σκέφτομαι... Τι είναι πιο σωστό... Να ακολουθούμε το ένστικτό μας ή μια λογική επαγωγική σκέψη; Ή και τα δύο; Μπορεί το ένστικτο, η παρόρμηση, να μπει σε μια παρένθεση και μετά να αναλύσουμε τα τι και τα πως και να πράξουμε κάτι παραπλήσιο της ενστικτώδους παρόρμησής μας, αλλά όχι ακριβώς;

Για παράδειγμα, το ένστικτο, η παρόρμηση, μου λέει να παρατήσω τα πάντα και να τα τινάξω όλα στον αέρα, να ακολουθήσω τα συναισθήματα και τις ατόφιες επιθυμίες μου. Η επαγωγική λογική μου λέει να δω τα πράγματα πιο σφαιρικά και υπεύθυνα και να λειτουργήσω έξυπνα και μεθοδικά και να περιμένω τα συναισθήματα να ωριμάσουν και να δοκιμαστούν και σιγά – σιγά με βήματα προσεκτικά και αφού πρώτα ζήσω αποσπάσματα αυτού που θέλω, τότε να πάρω μια απόφαση.

Πόσο κοντά είναι αυτά στην αρχική παρόρμηση; Μήπως μέχρι να έρθει το αποτέλεσμα του συνδυασμού παρόρμησης και λογικής τα συναισθήματα θα έχουν αποστειρωθεί και δε θα είναι πλέον το ίδιο;

Τι χάνουμε όταν αρνούμαστε την αρχική παρόρμηση – είτε από φόβο, είτε από λογική, είτε από ευθύνες και υποχρεώσεις – και περιμένουμε αυτήν την κατάλληλη στιγμή; Ποιος μπορεί να πει ότι είναι αρκετά ελεύθερος να κινηθεί ανάλογα με την παρόρμηση του; Είναι κανείς τόσο ελεύθερος ώστε να παρατήσει τα πάντα για κάτι που το ένιωσε μέσα του τόσο καλό που δε γινόταν να το χάσει ή να το εκλογικεύσει και να εξαφανιστεί παίρνοντας αγκαλιά το όνειρο;

Και το μεγαλύτερο ερώτημα όλων …. Αν θέλουμε κάτι τόσο πολύ, δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο να μας σταματήσει, τίποτα απολύτως; Κι όταν μπαίνει η λογική μέσα στην παρόρμηση, τι σημαίνει; Πως δε το θέλουμε αρκετά οπότε στεκόμαστε στην άκρη και το εκλογικεύουμε για να το φέρουμε πιο χαμηλά και απτά από ότι είναι; Ή απλώς μεγαλώσαμε και χάσαμε από μέσα μας το παιδί που χτυπιέται έξω απ’ τη βιτρίνα γιατί το θέλει πολύ αυτό το παιχνίδι και δε μπορεί να ζήσει χωρίς αυτό;»

Και η Νατάσσα λέει …
«Δύο έννοιες με διαφορετική βαρύτητα η καθεμία, ένστικτο και επαγωγική λογική. Δύο έννοιες που μοιάζουν αντίθετες, με άλλη ουσία, με άλλη εφαρμογή. Η πρώτη αίσθηση στη σκέψη είναι ότι λεκτικά μπορεί να υφίστανται. Aλλά ουσιαστικά έχουν πρακτική βάση στη ζωή μας; Και αν έχουν; Μήπως είναι επιφανειακή χωρίς να ανταποκρίνονται στον εαυτό αλλά ούτε και στις επιθυμίες;

Το απόσταγμα ουσίας που μένει και ακολουθείται συνειδητά, και μετά από αρκετό προβληματισμό εσωτερικό, είναι ένα επαγωγικό ένστικτο!! Ένα ένστικτο που γεννιέται και προχωρά, εξελίσσεται, διαμορφώνεται, απλώνεται και εν τέλει πραγματοποιείται ή όχι. Δεν είναι λογική σειρά, δεν είναι πεπατημένη οδός, δεν είναι κατεστημένο ούτε και αποστείρωση συναισθημάτων. Είναι ένα ένστικτο που για να νιώσεις την επίτευξή του πρέπει να ακολουθήσεις το δρόμο του. Δεν είναι και δε θέλουμε να είναι πυροτέχνημα, γιατί έτσι χάνει την ουσία του με τη γέννησή του, χάνει τη διάρκειά του, την απόλαυση, την παρατεταμένη αγκαλιά του ονείρου. Χάνει τελικά το σκοπό της πραγμάτωσής του αφού δε διατηρεί στο χρόνο, στο μυαλό και στη σκέψη, το αποτύπωμά του παρά μόνο τη λάμψη του! Αν κάτι πάρει αυτή τη μορφή τότε δεν είναι ένστικτο ουσίας, αλλά παρόρμηση της στιγμής χωρίς επιθυμία, παρά μόνο στιγμιαία λάμψη.

Το ένστικτο δε μπαίνει σε παρένθεση, αλλά είναι ενσωματωμένο στην εξέλιξή του και δεν πραγματοποιείται κάτι παραπλήσιο, αλλά αυτό που από τη σκέψη παίρνει μορφή και υπόσταση. Είναι σα μετάφραση, σαν απεικόνιση, σα να μεταφέρεις τις μουσικές νότες στο μουσικό όργανο και να τις ακούς. Η επαγωγική του ενστίκτου δεν είναι αλλοίωση, είναι απλά μεταφορά προς πραγμάτωση, είναι ουσιαστικά η επιθυμία που μπορεί να πραγματοποιηθεί και πρέπει να περάσει από μια διαδικασία. Αλλιώς είναι σα να μη ξέρεις τι κρατάς, σα να πιστεύεις ότι ακούς μουσική διαβάζοντας νότες. Είναι ωραίο να έχεις τις νότες, να ανακαλύπτεις το τραγούδι, να τρελαίνεσαι από τον ενθουσιασμό ότι έχεις κάτι τόσο σημαντικό στα χέρια σου, αλλά τελικά τι επιλέγεις; Να τρέχεις αγκαλιά με τις νότες ή με το τραγούδι στ’ αυτιά σου; Και για να ακουστεί τραγούδι πρέπει να υπάρξει μονοπάτι, όργανο, μελωδία ……

Το «να παρατήσω τα πάντα και να τα τινάξω όλα στον αέρα, να ακολουθήσω τα συναισθήματα και τις ατόφιες επιθυμίες μου» αν το απομονώσει κανείς, αν απομακρυνθεί λίγο και το κοιτάξει κατάματα υπάρχουν διάφορα ενδεχόμενα ν’ αντικρίσει ανάλογα με το πόσο συνειδητοποιεί αυτό που λέει.

Ίσως τελικά να μοιάζει ένα κουβάρι από λέξεις με δυνατό νόημα που όμως δεν ανταποκρίνονται σε κάτι. Δεν αντιπροσωπεύουν κάτι. Είναι λόγια που ξεσηκώνουν, παθιάζουν, αλλά …. μετά; Υπάρχει μετά; Μετά πέφτεις, γιατί αυτό είναι κάτι αδύνατο να συμβεί όταν το βάλεις δίπλα στον εαυτό σου ως υποκείμενο, σαν κινητήρια δύναμη πραγμάτωσης. Είναι σα να ήταν λόγια που τα πήρε ο αέρας. Όταν λοιπόν συνειδητοποιήσεις αυτό που λες, μένεις χωρίς να έχεις πει τίποτα και αναρωτιέσαι τι είναι αυτό; Πως προέκυψε; Απλά προκύπτει σα διαδικασία έκφρασης και τίποτε άλλο. Αυτό δεν είναι ένστικτο, ίσως μια επιθυμία, αλλά χωρίς εξέλιξη!

Ίσως μετά την πρώτη αυτή σκέψη καταφύγει κανείς στην …. επαγωγική λογική ως διαδικασία πραγμάτωσης ενός ενστίκτου χωρίς την οποία δε θα μπορούσε ποτέ (για εκείνον) να λάβει πραγματικές διαστάσεις το ίδιο το ένστικτο. Επαγωγική λογική όμως κυριολεκτικά μπορεί να είναι το ένστικτο που εκλογικεύεται, που παραμορφώνεται και προσαρμόζεται στα λογικά δεδομένα. Αυτό όμως δεν είναι επαγωγικό ένστικτο! Είναι εμφανής η διαφορά. Να προσπαθώ να πραγματοποιήσω ένα ένστικτο και αυτό να με ενθουσιάζει. Και να προσπαθώ να εκλογικεύσω ένα ένστικτο και να το βάλω σε καλούπια χάνοντας το σκοπό που με απογειώνει!

Το ένστικτο, η παρόρμηση και οτιδήποτε φαινομενικά παράτολμο, σε σχέση με την μέχρι τώρα ζωή που επιλέγουμε να έχουμε, δεν είναι κάτι που γεννιέται και παραμένει στη σφαίρα του απραγματοποίητου, του δύσκολου, του ρίσκου, του παρακινδυνευμένου. Είναι κάτι δικό μας. Είναι κάτι που οι επιθυμίες μας και ο αυτόνομος, δικός μας, εαυτός δημιούργησε για να μας πει κάτι. Το πώς θα το χειριστούμε και πως θα το ονομάσουμε έχει να κάνει με την αποφασιστικότητά μας και πόσο αυτή έχει καλλιεργηθεί μέσα μας σε σχέση με τη συνείδηση της ζωής που θέλουμε κάθε στιγμή να ζούμε και να επιλέγουμε.

Ίσως λοιπόν και να καταφέρνουμε να πούμε … «Ναι, μπορούμε να τα τινάξουμε όλα στον αέρα» όταν έχουμε μέσα μας τη συνείδηση ότι αυτό είναι η επιλογή μας, η δική μας επιλογή, για να πάμε ένα βήμα ή πολλά περισσότερα μπρος, για να κατακτήσουμε αυτό που είναι ο εαυτός μας, για να ζήσουμε τη ζωή που επιθυμούμε δίνοντάς τη το χρώμα, την αύρα και την μορφή που πραγματικά θα μας κάνει τόσο ευτυχισμένους όσο περισσότερο είναι στο δικό μας χέρι να είμαστε!

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Σήμερα επέστρεψε πάλι εκείνη η διάθεση μου για κουβέντα. Για προσέγγιση εκείνου του μικρού άγνωστου κομματιού μέσα μας που γίνεται τεράστιο όταν το πλησιάζουμε. Είναι από εκείνες τις μέρες που οι σκέψεις θέλουν να κάνουν μια βαθιά και λυτρωτική βουτιά και να ξεπλυθούν από όλα τα παράταιρα που κόλλησαν πάνω τους, χωρίς να αποτελούν δικό μας στοιχείο.

Όλοι λίγο ή πολύ βιώνουμε μια εσωτερική ανακατάταξη του εαυτού μας ως προς την αμφισβήτηση απέναντι σε ότι πιστεύουμε και έχουμε μέσα μας . Απέναντι στην ικανοποίηση που θέλουμε να δίνουμε στους γύρω μας και τη συγκράτησή μας, επειδή νιώθουμε διαφορετικοί ως προς τις απόψεις και τα συναισθήματα μας, αμφιβάλλοντας γι’ αυτά, πιστεύοντας ότι κάτι δε πάει καλά σε μας.

Είναι φορές που μετά από αρκετό καιρό διαπιστώνουμε ότι εγκλωβιζόμαστε με δική μας επιλογή πολλές φορές σε ένα κόσμο που καθόλου δε μας αρέσει. Από αυτό όμως παίρνω την αρχή του νήματος και ομολογώ ότι όλη αυτή η κατάσταση στην οποία συχνά πολλοί έχουμε βρεθεί, και το σημαντικότερο έχουμε συνειδητοποιήσει, και βαδίζουμε πολλές φορές βήμα – βήμα παρατηρώντας την, είναι κάτι εξαιρετικά καλό. Νομίζω ότι όλοι ανώδυνα ή επώδυνα περνάμε ένα μεταίχμιο στη ζωή μας που μας ετοιμάζει για τα καλύτερα που μπορούμε να ζήσουμε. Δυστυχώς όμως το περιβάλλον, οι συνθήκες ζωής και τα δεδομένα που έχουμε δημιουργήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή πολλές φορές δε μπορούν να συμβαδίσουν με ότι μας συμβαίνει και έτσι τα πράγματα δυσκολεύουν πολύ για κάποιους.

Σαφώς η αρχή του μεταβατικού αυτού σταδίου, βρίσκεται σε συμπτώματα που δεν δίνουμε και τόση σημασία, όμως ας μη δίνουμε και πολύ βάρος σε αυτό, διότι όταν ο πραγματικός μας εαυτός θέλει να αναδυθεί και να κυριαρχήσει θα το κάνει με κάθε τίμημα και θα «επιβληθεί» ακόμα και αν ωθήσει την ψυχή και το σώμα μας σε ακραίες καταστάσεις. Οπότε η πορεία αυτογνωσίας και αυτοανακάλυψης, που πάντα χτυπούσε την πόρτα μας, είχε σημάνει την έναρξη ενός αγώνα για μας, που το πρόβλημα έγκειται όχι στο ότι δε το καταλάβαμε από τα συμπτώματα, αλλά δε καταλάβαμε ουσιαστικά ότι αυτό που ζούσαμε και ήμασταν δε μας αντιπροσώπευε!

Κλειδώνουμε τον εαυτό μας σε πρότυπα και εικόνες που δε μας αφορούν. Προσπαθούμε συνειδητά ή ασυνείδητα να γίνουμε κάποιοι άλλοι! Εκεί εντοπίζεται και το «αίσθημα του ανεκπλήρωτου» (αυτό που προσπαθούμε να εκπληρώσουμε δεν είναι αυτό που θέλουμε και μπορούμε να υποστηρίξουμε, οπότε και αποτυγχάνουμε), «χάλια διάθεση, αρνητικές σκέψεις, προσκόλληση στο παρελθόν» (γιατί όσο περνάει ο καιρός διαπιστώνουμε ότι απομακρυνόμαστε από αυτό που είμαστε πραγματικά, από τον δικό μας μοναδικό εαυτό ενδίδοντας στις προσταγές του περιβάλλοντος μας και των απαιτήσεών του, που σημειωτέων πάντα γίνεται με καλή θέληση, γι’ αυτούς όμως και όχι για μας ….), «μειωμένη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για τον εαυτό μας» (μα φυσικά, όταν είμαστε κάτι άλλο, έχουμε μέσα μας κάτι άλλο, και προσπαθούμε να γίνουμε κάτι διαφορετικό ….. πως μπορούμε να νιώσουμε σιγουριά και αυτοπεποίθηση για κάτι που δε ξέρουμε πως είναι και τι σημαίνει για μας;)

Πολλές φορές παράλληλα με όλα αυτά μας διακατέχει και ο φόβος μήπως κρεμαστούμε από τους φίλους μας. Και αυτό όμως έχει τα βαθύτερα αίτιά του εκεί, στο ότι φοβόμαστε τις προσδοκίες που θα έχουν από μας και δε θα μας αντιπροσωπεύουν πια, φοβούμενοι συγχρόνως την αντίδραση του εαυτού μας σε αυτό. Μήπως πέσουμε πάλι στην παγίδα να αποπροσανατολιστούμε και να χάσουμε ακόμα και αυτή τη συνειδητοποίηση της οποιασδήποτε κατάστασής μας σήμερα. Μας κάνει να χάσουμε και αυτό που μόνοι με τη δική μας δύναμη κερδίσαμε, ακριβώς επειδή έχουν την καλή θέληση να μας συμβουλεύσουν. Τα λόγια, οι συζητήσεις, οι συμβουλές είναι πολύ καλά όταν αποκτάμε τη δύναμη να τα ελέγχουμε και να τα φιλτράρουμε μέσα από τις δικές μας απόψεις και τα δικά μας πιστεύω όσο και σωστά να ακούγονται όσο και κοινώς αποδεκτά κι αν είναι!

Ότι ζήσαμε έχει περάσει. Όλα όσα ζούμε, όσο δύσκολα και αν είναι, είναι ολόδικά μας. Πρέπει να φανταστούμε τον εαυτό μας μέσα στον κόσμο μας, να κοιτάξουμε στα μάτια όλα αυτά που μας συμβαίνουν όχι σα κάτι ξένο προς εμάς που ήρθε και ταράσσει τις ισορροπίες μας, αλλά σα κάτι που ξεκινά από μας, γεννιέται μέσα σε μας και υπάρχει χάρη σε μας. Δεν είναι τόσο θεωρητικό όσο ακούγεται. Πρέπει όλα αυτά που μας συμβαίνουν να τα βάλουμε δίπλα σε ένα υποκείμενο, τον εαυτό μας. Ότι είμαστε εμείς που τα ορίζουμε και τα καθορίζουμε και εμείς είμαστε αυτοί που έχουμε την μέγιστη ικανότητα να τους δώσουμε τη δύναμη που θέλουμε. Είμαστε οι δημιουργοί της ίδιας μας της ζωής, είμαστε εκείνο το μαγισσάκι με το μαγικό ραβδάκι που σαν τον αξέχαστο Βλάση Μπονάτσο μπορούμε να ξεφωνίζουμε γελώντας «Φύγε εσύ, έλα εσύ»!! Μπορούμε! Μπορούμε περισσότερο εύκολα από ότι νομίζουμε!

Όταν νιώθουμε και συνειδητοποιούμε τον οποιοδήποτε φόβο και πανικό να μας κυριεύει πρέπει να σηκώσουμε ψηλά το κεφάλι, να κάνουμε ένα βήμα προς αυτό που μας φοβίζει και να υποτάξουμε το δύσκολο συναίσθημά μας! Πρέπει να σκεφτούμε ότι εμείς το φέρνουμε στο νου, στην ψυχή και στον συναισθηματικό μας κόσμο και εμείς μόνο έχουμε τη δύναμη να το μειώσουμε, να το αποδυναμώσουμε, να το διώξουμε και να το εξαφανίσουμε σταδιακά από τη ζωή μας!!

Έρχονται κάτι στιγμές που το καθένα μεταίχμιο που περνάμε μοιάζει μια υπέροχη αφορμή για βήματα προς τα εμπρός. Είναι εκεί που τα δύσκολα τελειώνουν και έρχεται η στιγμή να σηκώσουμε το βλέμμα ψηλά και να ανοίξουμε το βήμα στο δρόμο προς μια ζωή που ακόμα δε φόρεσε τα καλύτερά της. Από εδώ και πέρα μοιάζει και είναι η σειρά μας να βιώσουμε τις καλύτερες και δυνατότερες συγκινήσεις και στιγμές στη ζωή. Έρχεται η στιγμή να χαμογελάσουμε πλατιά και να δεχθούμε τη μοναδικότητα μας και τη δυνατότητά μας να επιλέγουμε τη ζωή!!

Το να ενισχύσεις την άμυνά σου απέναντι στα άσχημα συναισθήματα και να εξασκήσεις την επίθεσή σου στις κυριαρχικές σου αντιδράσεις είναι μια επιλογή ζωής που καλείσαι ΤΩΡΑ να κάνεις, που συνειδητοποιείς αυτό που βιώνεις και δε το θέλεις πια! Κάνε τη μέγιστη επιλογή να ζήσεις χαρούμενος, ευτυχισμένος και μακριά από ότι σε πάει πίσω, σε προσγειώνει και σου μαυρίζει το λαμπερό ολόδικό σου εαυτό.

Θα ήθελα να κλείσω με ένα καταπληκτικό τραγούδι του Μανόλη Φάμελου που λέει : «Ό,τι ζήσαμε πια, είναι σχήμα κλειστό. Ό,τι χτίζουμε σκορπάει στον άνεμο. Άσε ένα φως ανοιχτό, η ευτυχία είναι αυτό που περιμένουμε να ‘ρθει!» Ότι έχουμε ζήσει έχει κλείσει, έχει ολοκληρωθεί. Ότι θα έρθει είναι αβέβαιο. Το παρόν είναι η ευκαιρία μας, η δύναμή μας, η επιλογή μας να ήμαστε προετοιμασμένοι κάθε στιγμούλα να υποδεχθούμε την ευτυχία, που περιμένουμε να ‘ρθει μέσα σε κάθε επόμενο λεπτό της υπέροχης ζωής μας.

ΣΚΕΨΕΙΣ

Χμμμ …. Είναι περίεργο! Σήμερα το απόγευμα ήμουν βουλιαγμένη τελείως! Δεν ήθελα τίποτα να κάνω! Είναι μη μπεις σ’ αυτό το τρυπάκι! Έμεινα λίγα λεπτά ξαπλωμένη στο κρεβάτι και έκανα ταβανοθεραπεία! Φοβερή εφεύρεση! Ανακαλύπτεις καθετί που είναι χαραγμένο στο ταβάνι από την πολυκαιρία, τα απανωτά βαψίματα και τις επεμβάσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς! Μετά, σηκώθηκα. Μουδιασμένη. Ζαλισμένη από την αυτοσυγκέντρωση στο τίποτα! Πήρα το βιβλιαράκι μου και βγήκα στο μπαλκόνι! Με εκπλήσσω ώρες – ώρες. Έκανα μια αλλαγή στα έπιπλα μπαμπού του μπαλκονιού, που εδώ και μέρες θέλω να κάνω και βαριέμαι! Βαριόμουν απλά να τα σύρω σε άλλη θέση! Τι περίεργη που έχω γίνει; Θα απαλλαχτώ ποτέ από όλη αυτή τη κατάσταση – νιρβάνα; Μου άρεσε η νέα τους θέση. Άναψα ένα χαμηλό αρωματικό κερί και άνοιξα το βιβλίο μου. Διάβασα αρκετά! Περίεργο βιβλίο. Περιπέτεια. Είχα καιρό να διαβάσω κάτι παρόμοιο! Πολύ καιρό! Τώρα πως γίνεται να γράφω; Έχει πολύ όμορφη βραδιά απόψε! Και αυτό το περίεργο καλοκαιρινοφθινοπωρινό αεράκι μου έφτιαξε τη διάθεση! Μου ήρθε έτσι η όρεξη απλά να γράψω κάτι. Τι;
Είναι στιγμές που χωρίς να το καταλάβω σταματώ να διαβάζω και το βλέμμα μου τρέχει στη μορφή που παίρνει η γειτονιά μου το σούρουπο. Όλα τα περιγράμματα χάνουν την τραχύτητά τους, το ξεκάθαρο σχήμα τους. Οι γραμμές γίνονται θολές στις άκρες, σχεδόν ατέρμονες. Είναι από τις στιγμές εκείνες που κοιτάς τον εαυτό σου και καταλαβαίνεις ότι έχεις σταματήσει να κάνεις αυτό που έκανες και έχεις απορροφηθεί σε μια άλλη διαδικασία που σχεδόν ασυνείδητα σου επιβλήθηκε. Παρατηρείς γύρω σου.
Mια εικόνα! Οι στιγμές μοναξιάς που επιλέγω είναι σα να ξαπλώνω σ’ ένα κρεβάτι μόνη μέσα στο σκοτάδι με τα μάτια κλειστά! Αφήνω το μυαλό μου να σκεφτεί και να επαναφέρει ό,τι θέλει! Σκόρπια, οτιδήποτε! Σα σκυλί που μαζεύει τη σαβούρα της αυλής και τη φέρνει μπροστά στην πόρτα! Και τότε όσα απ’ αυτά βγάζουν νύχια, κάπου με πειράζουν, χαλάνε την ηρεμία, με θυμώνουν ή με τσατίζουν, τα κρατώ. Και λέω γιατί; Αναρωτιέμαι τι μου προκαλούν και γιατί αντιδρώ έτσι! Μερικές φορές ανακατεύομαι μόνο που τα εντοπίζω, άλλες πάλι όταν ανοίγω τα μάτια είμαι χαρούμενη γιατί δεν αφέθηκα σε τυχαία αρνητικά συναισθήματα, αλλά έψαξα, και αυτό κάτι μου είπε για μένα !!
Ουφ! Δε ξέρω τι κάθομαι και λέω. Είναι που τελικά δεν ήθελα να γράψω κάτι συγκεκριμένο και απλά ήθελα να μιλήσω, να κουβεντιάσω και να κουσκουσέψω με κάποιον! Και διάλεξα να το κάνω έτσι!
Μερικές φορές αναρωτιέμαι όλα αυτά που λέμε εδώ τι μπορεί να σημαίνουν για τον καθένα. Ξέρω καλά πως η οποιαδήποτε γνώμη είναι απλά μια γνώμη, μια κρίση των πραγμάτων μέσα από το κάτοπτρο ενός άλλου. Εγώ είμαι εδώ και εσείς απέναντι και μεταξύ μας δημιουργείται ένα ρεύμα λέξεων, προτάσεων, απόψεων που ανταλλάσσονται, προβληματίζουν, δημιουργούν προκλήσεις για σκέψεις και ερωτήματα που πρέπει να απορριφθούν ή να προχωρήσουν παραπέρα τη σκέψη. Είμαι εδώ και λέω ή ακούω μια γνώμη, όχι για να δώσω ή να πάρω ιδέες για τις πράξεις και τις αποφάσεις μου, αλλά για να τσεκάρω και να προβληματίσω τον εαυτό μου. Αν αποδεχθώ κάτι θα είναι δική μου επιλογή και μόνο. Το δικό μου παιχνίδι σταματά εδώ, σ’ αυτές τις λέξεις! Το δικό σας τώρα αρχίζει ……

Κι αυτός ο χρόνος. Πόσες φορές καταναλώνουμε τη σκέψη μας στο χρόνο που κυλά. Άλλοτε αραιός, σχεδόν άδειος και άλλοτε συμπυκνωμένος σε γεγονότα που ούτε καν προλαβαίνουμε να αντιληφθούμε. Ναι, ο χρόνος που περνάει γίνεται τόσες φορές η εμμονή μου που προσπαθώ να τιθασεύσω. Άλλοτε αυτή η εμμονή γεννιέται ξεκάρφωτα και άλλοτε έχει μια βάση, ένα λιθαράκι που έπεσε κάποια στιγμή και έγινε θεμέλιο. Αλλά ο χρόνος δε παύει να τρέχει, όπως για όλους μας, και εκεί ανάμεσα σε μετέωρες στιγμές νιώθουμε καρφωμένοι στη γη.

«Πρόσεξε μπορεί να μετανιώσεις!!» Ακούγεται θαρρείς ηχώ από το πουθενά. Από πού ξεφυτρώνουν αυτές οι φωνές ώρες – ώρες; Σου ‘ρχετε να δώσεις μια στο κενό και να πετύχεις εκείνη την σκοτεινή οθόνη στο μυαλό σου που μιλάει εκκωφαντικά και σου τρυπάει τα μηνίγγια. Αυτή η φράση της κοινής λογικής είναι το τέλειο αντίδοτο ενάντια στη δημιουργία, στο βήμα μπρος, στην αλλαγή και τη μεταμόρφωση του ανθρώπου σύμφωνα με τις επιθυμίες και τα θέλω του, τη ζωντάνια και την ανανέωση. Είναι το φρένο!

Έχω και ‘γω τις σειρήνες και τις ύαινές μου. Όλοι τις έχουμε! Έχω τον αμείλικτο χρόνο και τον φόβο που με επισκέπτονται. Έχω τις αντιλήψεις των άλλων που ξεχύνονται γύρω μου και με θυμώνουν. Όχι γιατί υπάρχουν, αλλά γιατί δεν υπάρχει απάντηση στις ερωτήσεις τους. Δεν μπορεί να υπάρξει απάντηση. Δεν υπάρχει! Είναι και αυτός ένας αγώνας που απλά απαιτεί αντοχές και κατάθεση συναισθημάτων, γιατί σχεδόν πάντα όσο και αν δε το καταλαβαίνουμε η λογική έρχεται σε αντίθεση. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχουν δύο λογικές. Η κοινή λογική και η άλλη, η δική μας. Και δυο λογικές δε μπορούν να συμπλεύσουν, να συμφωνήσουν, να αλληλοκατανοηθούν. Είναι αδύνατο! Μόνο να απλωθούν και να συνυπάρξουν για λίγο. Στον ίδιο χώρο, στον ίδιο χρόνο, ανάμεσα σε μερικούς ανθρώπους, σε σκόρπιες λέξεις και ήχους φωνής. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Δεν υφίσταται κοινή πορεία. Το ιδανικό είναι η κατανόηση μεταξύ των ανθρώπων και όχι μεταξύ των δύο λογικών. Αυτό πρέπει να επιθυμούμε ……

Καθισμένη ακόμη στο μπαλκόνι με την περίεργη ανάμειξη του Καλοκαιριού με το Φθινόπωρο, που αδημονεί να εισχωρήσει ανάμεσα σε ζεστές μέρες και ανέμελους συνειρμούς, απολαμβάνω τη δύναμη της σκέψης και την απόστασή της από την πράξη. Πόσο δύσκολο είναι τελικά να αντιληφθούμε αυτή την απόσταση; Πόσο πολύ μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι “το να σκεφτόμαστε είναι σα να πράττουμε!” Tρομερή δέσμευση. Αναρωτιέμαι γιατί να πασχίζουν όλοι να δημιουργούν τέτοιου είδους δεσμεύσεις; Ποιόν έλεγχο προσπαθούν να επιβάλλουν; Είναι ολοφάνερο, και από ότι έχω αποτυπώσει στο χαρτί σήμερα, ότι σκέφτομαι ανάκατα και ασύνδετα πράγματα μεταξύ τους. Μ’ αρέσει. Μ’ αρέσει επίσης που το μοιράζομαι! Για να σας αποδείξω ότι, όταν κάθεστε και σεργιανίζετε με τη σκέψη σας σε μέρη απρόσιτα και παράλογα είστε απολύτως φυσιολογικοί! Μην ακούτε κανέναν! Είστε αυτό που θα ‘πρεπε να είστε. Άνθρωποι που κάνετε χρήση μιας από τις μεγαλύτερες δυνατότητες του ανθρώπου. Να σκέφτεται!

Μπορώ λοιπόν αυτή την υπέροχη στιγμή του σούρουπου να νιώθω και να σκέφτομαι ό,τι θέλω χωρίς ενοχή! Αυτή η ελευθερία που πάντα υπάρχει μέσα στον καθένα να την κάνει χρήση όποτε θέλει, γιατί ανήκει μόνο στον ίδιο και κανείς άλλος δε μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτήν. Υπάρχει, αλλά όταν έρχεται σε αντίθεση με όλους αυτούς τους κανόνες ηθικής της κοινωνίας και καθωσπρεπισμού και προτεραιοτήτων και αποκλεισμού ‘γιατί αυτό είναι το “σωστό”, τότε δημιουργεί ενοχές ή καλύπτεται από ενοχές και δε πραγματοποιείται ποτέ! Σήμερα όμως μπορώ να σκεφτώ οτιδήποτε! Το συνειδητοποιώ και το επιλέγω! Μπορώ να το κάνω χωρίς ενοχές, να το απολαύσω, να το κανακέψω, να το χαϊδέψω και να το βροντοφωνάξω! Φοβερή αίσθηση!! Έτσι τα συναισθήματα δε τα κυκλώνουν οι ενοχές, γιατί απλά οι πράξεις απομυθοποιούνται. Και εκεί είναι το ζήτημα! Οι πράξεις, που δίνουν υπόσταση στις σκέψεις, είτε γίνουν είτε όχι, είναι αυτές που ενοχοποιούν τα συναισθήματα! Οπότε, κακές, λάθος, αμαρτωλές σκέψεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο όταν συσχετίζονται με τις πράξεις, και παρά μόνο όταν οι πράξεις κατηγοριοποιούνται! Φαύλος κύκλος!

Όλο αυτό ξέρετε με τι μου μοιάζει; Σαν ένα μακροβούτι διαρκείας που δε μ’ ενδιαφέρει αν μου κοπεί η ανάσα, και αν παλεύω με το βυθό να ξαναβγώ επάνω, και αν καταλήξω στην άμμο με ένα φιλί της ζωής να προσπαθεί να με συνεφέρει! Θα έχω κερδίσει το μακροβούτι, τη βουτιά, την επαφή με το νερό, τη διήθηση στο βάθος, το άγγιγμα του βυθού και γιατί όχι την παραδομένη ανάσυρση και ένα ….. φιλί ζωής …. Ποιος ξέρει τι μπορεί να σου κρύβει η ζωή μέσα από την επαναφορά μετά από τον κίνδυνο του θανάτου; Και αν είναι να ‘ρθει ο θάνατος και το τέλος, το οποιοδήποτε τέλος, πάλι θα ‘μαι εκεί να πω ‘Ευχαριστώ’ που έζησα όλα αυτά. Στο ταξίδι, σ’ αυτό το φωτεινό τούνελ, πιάνω σφιχτά από το χέρι όσα έζησα, όχι γιατί δε θέλω να τα χάσω, αλλά γιατί αυτά ήταν η ζωή, η πραγματική ζωή, η επιλεγμένη μου ζωή.

Όλοι πια μιλάνε για τη «ζωή χωρίς λουρί»! Λουρί που μας βάζουν οι άλλοι, που βάζουμε στον εαυτό μας. Που μας βάζουν οι συμβάσεις μας, η κοινωνία, οι προκαταλήψεις, το περιβάλλον. «Μια ζωή χωρίς λουρί!» Θεωρείται ίσως το όνειρο της ελευθερίας. Ίσως δεν είναι τόσο … δύσκολο. Μπορεί να ζεις μέσα σε ένα αγρόκτημα, σε έναν κήπο, σε μια αυλή, αλλά χωρίς λουρί. Ελευθερία δεν είναι μόνο να τρέχεις και να διασχίζεις ελεύθερος τον κόσμο! Αλλά απλά να τρέχεις και να διασχίζεις ελεύθερος, αυτό που επέλεξες, το αγρόκτημα, την αυλή, τον κήπο …….
Θέλουμε να ζούμε τη ζωή μας γεμάτη ανεξαρτησία, παράτολμες κινήσεις, ρίσκο. Αλλά πάντα βρίσκουμε μια δικαιολογία για να μη το κάνουμε! Γιατί; Εμείς οι καημένοι έχουμε εκείνο ή το άλλο που μας σταματάει. Η ζωή είναι μια τρέλα όταν συνειδητοποιείς ότι θες να τη ζήσεις τρελά! Όταν θες! Όταν συνειδητά επιλέγεις αυτά που θες! Ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο! Τότε η ζωή γίνεται τρέλα από τη μια μέρα στην άλλη, και ο κόσμος αλλάζει μορφή γιατί αλλάζουμε εμείς …..
Kάθομαι ακόμα στο μπαλκόνι και το σούρουπο έσβησε μαζί με τον ήλιο στη Δύση. Σχεδόν σκοτάδι. Σχεδόν νύχτωσε. Αυτό το ‘σχεδόν’ με κάνει να γυρίσω τις ώρες πίσω, στο απόγευμα, στο απομεσήμερο, στο μεσημέρι, στο καλοκαίρι, στις διακοπές που δε λένε να εγκαταλείψουν τη σκέψη μου …..
Καθισμένη στην είσοδο κυκλαδίτικου σπιτιού, στα λευκά σκαλιά, μέρα μεσημέρι, καυτό, ο ήλιος δυνατός στο άσπρο των τοίχων αντανακλά. Μισοκλείνω τα μάτια από το πολύ φως. Τα τζιτζίκια δυνατά, το αεράκι ανακατεύει τα μαλλιά, χαϊδεύει το πρόσωπο. Η ματιά περπατάει, η σκέψη πετάει, ψηλά, ουρανός καταγάλανος, άσπρα σύννεφα σκορπισμένα από το μελτέμι, γλάροι απλώνουν τα φτερά τους και ‘γω μαζί τους ……